Για τις φορές που δεν θυμάμαι αλλά σε ένιωσα.
Να με κρατάς στην αγκαλιά σου μόλις αντίκρισα το φως του κόσμου. Να με ταΐζεις, να με κρατάς αγκαλιά με προσοχή σαν να είμαι κάτι εύθραυστο, να με δείχνεις με περηφάνια και να τους ρωτάς όλους αν σου μοιάζω περιμένοντας με λαχτάρα να σου πουν “ναι”, να με φιλάς, να έρχεσαι να δεις αν κοιμάμαι, να πονάς κι εσύ μαζί μου όταν έβγαζα δοντάκια , να με σηκώνεις ψηλά για να πιάσω κάτι που δεν φτάνω, να μου κρατάς το χέρι για να περπατήσω, να με σηκώνεις όταν πέφτω, να μου μαθαίνεις τον κόσμο, να απαντάς στις ερωτήσεις μου να μου δίνεις λουλούδια να μυρίσω, να μου δείχνεις τον ήλιο, τα δέντρα, το φεγγάρι, να ζωγραφίζω μουτζούρες αλλά εσύ να καταλαβαίνεις πως ζωγραφίζω πεταλούδες, να είμαι για εσένα το πιο όμορφο και το πιο έξυπνο παιδί του κόσμου, να με βλέπεις να μεγαλώνω και να με καμαρώνεις.
Για τις φορές που θυμάμαι και σε ένιωσα.
Να γελάς με την ψυχή σου όταν με έβλεπες να φοράω τα τακούνια σου και να σου ζητάω να μου βάλεις και εμένα κραγιόν για να είμαι όπως εσύ. Να με ψευτομαλώνεις όταν έτρωγα την ζύμη από το κέικ. Να φεύγω πρώτη φορά από κοντά σου και να αφήνω το χέρι σου για να πάω στο σχολείο και να μην θέλω να αφήσω το χέρι σου, ούτε εσύ να θες να αφήσεις το δικό μου. Να με ρωτάς αν διάβασα, να σου λέω ψέματα “ναι”, και να χαμογελάς. Να γυρνάω από το σχολείο και να με ακούς προσεκτικά να σου λέω ποιοι είναι οι φίλοι μου, τι μας είπε η δασκάλα, ποιόν αγαπάω, με ποια φίλη μου μάλωσα, τι έφαγα στο διάλειμμα. Να μου ψωνίζεις ρούχα για να πάω στο πάρτυ. Να αγχώνεσαι για εμένα, να ξενυχτάς μαζί μου διαβάζοντας.
Να με βλέπεις να μεγαλώνω, να γίνομαι απο εκείνο το μικρό ανθρωπάκι που κράταγες στην αγκαλιά σου ένα ατίθασο παιδί στην εφηβεία που θυμώνει μαζί σου, που διαφωνεί μαζί σου. Να δέχεσαι και να μου επιτρέπεις να σε αμφισβητώ, να μαλώνω μαζί σου να κλειδώνομαι στο δωμάτιο μου κλείνοντας δυνατά την πόρτα, και να περιμένεις δίνοντας μου τον χρόνο που θέλω για να την ανοίξω και να είσαι εκεί για να με αγκαλιάσεις. Να με βλέπεις να μεγαλώνω, να ψωνίζω μόνη μου ρούχα για να πάω στο πάρτυ. Να αφήνω για άλλη μια φορά το χέρι σου για να πάω διακοπές με τους φίλους μου, να καταλαβαίνεις όσο και να σε στεναχωρεί το ότι ήρθε η ώρα να κάνω πράγματα “μόνη μου”. Να γίνεται κόπος σου ο κόπος μου να περάσω στο πανεπιστήμιο και να σε ανταμείβει η χαρά μου όταν το πετυχαίνω. Να χαίρεσαι με την χαρά μου, να στεναχωριέσαι με την στεναχώρια μου, να με αφήνεις να μαθαίνω από τα λάθη μου και να μου λες “εγώ είμαι εδώ” και να ξέρω ότι είσαι. Να με βλέπεις να φοράω πια τα δικά μου τακούνια, το δικό μου κραγιόν και να αφήνω όλο και πια συχνά το χέρι σου. Να ανησυχείς για εμένα και να φοβάσαι και να είσαι πάντα εκεί για να γυρίσω στην αγκαλιά σου.
Κι ύστερα να σε θυμάμαι πάντα και να σε νιώθω να με ζαλίζεις στα τηλέφωνα, να με ρωτάς αν είμαι καλά, αν κοιμήθηκα, έφαγα, να έρθω να πάρω φαγητό, να μου λες ότι μου πήρες ένα κραγιόν, να μου λες μην πίνω πολύ όταν βγαίνω έξω, να οδηγώ προσεκτικά, να βάζω κρέμα στο πρόσωπο μου, να παίρνω βιταμίνες, να σε παίρνω κι εγώ τηλέφωνο, να προσέχω τους ανθρώπους, να προσέχω πού δίνω την καρδιά μου.
Ίσως γιατί ποτέ κανείς δεν έδωσε την καρδιά του όπως την δίνεις εσύ σε εμένα. Για εμένα.
Κάθε δεύτερη Κυριακή του Μάη γιορτάζεις. Λες και χρειάζεται αυτή η Κυριακή του Μάη για να μου θυμίζει τι είσαι, ποια είσαι, τι έκανες και τι κάνεις για εμένα. Για όλα αυτά , θα σου πω ευχαριστώ, ένα τεράστιο σ’αγαπώ και θα σου φέρω τα λουλούδια που σου αρέσουν για να τα μυρίσουμε μαζί. Γιατί αν δεν ήσουν εσύ δεν θα ήμουν εγώ. Γιατί είσαι η μάνα μου.
Pic source: pinterest.com
υπέροχο άρθρο ισμινούτα !να ξέρεις με συγκίνησες πολύ :’)