Διάβαζα τις προάλλες για μια γυναίκα στην Αμερική που έβαλε τη γάτα της στο πλυντήριο, η γάτα εννοείται και πέθανε και η γυναίκα ζήτησε αποζημίωση από την κατασκευάστρια εταιρεία του πλυντηρίου.
Και την πήρε. Γιατί “δεν έγραφε πουθενά ότι δεν πρέπει να βάλω την γάτα μου στο πλυντήριο”, όπως είπε.
Δεν έγραφε πουθενά τα αυτονόητα.
Τα λογικά και επόμενα.
Ίσως γιατί τίποτα δεν είναι αυτονόητο, λογικό και επόμενο.
Δεν ξέρω αν η κυρία αυτή ήθελε τα χρήματα και για αυτό σκόπιμα θυσίασε τη γάτα της ή αν όντως δεν ήταν αυτονόητο για εκείνη πως στο πλυντήριο μπαίνουν ρούχα, παπούτσια, πετσέτες, τραπεζομάντηλα, κουρτίνες, ριχτάρια, εσώρουχα και όχι έμψυχα όντα.
Δεν ξέρω αν ήταν σαφές και κατανοητό για εκείνη το αυτονόητο που ισχύει για την πλειοψηφία της ανθρωπότητας.
“Δεν το έγραφε πουθενά”, δεν ήταν σαφές, δεν ήταν το ίδιο αυτονόητο.
Ίσως γιατί “αυτονόητο” δεν είναι τίποτα.
Ούτε και “σαφές”.
Ίσως γιατί δεν έχουμε όλοι οι άνθρωποι την ίδια νόηση για να νοούμε όλοι τα ίδια σαν “αυτονόητα”.
Ίσως να πρέπει να γίνουμε πιο σαφείς, πιο περιγραφικοί, πιο συγκεκριμένοι. Ακόμα και στα “αυτονόητα”.
Ίσως να πρέπει να “γράφουμε” κάπου για να το βλέπουν οι άλλοι το “άκουσε με”, “μίλησε μου”, “αυτό που έκανες με πείραξε”, “αυτό που κάνεις δεν μου αρέσει”, “δεν θέλω να μου μιλάς έτσι”, “δεν θέλω να μιλήσω τώρα”, “βαριέμαι”, στεναχωρήθηκα”, “μου αρέσει αυτό”, “δεν μου αρέσει αυτό”, “σε αγαπάω”, “δεν σε συμπαθώ”, “θύμωσα”, “βαρέθηκα”, “κουράστηκα”, “ευχαριστώ”, “παρακαλώ”, “συγγνώμη”.
Ίσως να πρέπει να διευκρινίζουμε τα πάντα που μας αφορούν και για εμάς είναι “αυτονόητα”. Ίσως να πρέπει να εξηγούμαστε για να μην παρεξηγούμαστε, να ξεκαθαρίζουμε από την αρχή κάποια πράγματα και να μην περιμένουμε να καταλάβει ο άλλος από μόνος του “τι σημαίνει”, “τι συμβαίνει”.
Ξέρεις καμιά φορά οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν. Ή καταλαβαίνουν μόνο όσα είναι αυτονόητα για εκείνους. Και καμιά φορά, πολλές φορές ίσως, δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι τα ίδια “αυτονόητα”.
Κι είναι άδικο και για εμάς και για τους άλλους να περιμένουμε, να απαιτούμε να μας καταλάβουν αν δεν τους εξηγήσουμε, να περιμένουμε να “μας διαβάσουν” όταν δεν τους έχουμε δώσει την “ταμπέλα” μας για ανάγνωση, να περιμένουμε να “μην μας βάλουν στο πλυντήριο” αν δεν τους έχουμε πει “ξέρεις κάτι, εγώ δεν θέλω να μπω στο πλυντήριο”. Και καλό είναι αυτά να τους τα πούμε πριν το “στύψιμο”.
Γιατί είναι πιθανό αν μπούμε στο πλυντήριο βγαίνοντας να “έχουμε μπει στο πλύσιμο”, να έχουμε “ξεχειλώσει στο στύψιμο” και έτσι “μπασμένοι” και “ξεχειλωμένοι” δεν θα δικαιούμαστε “αποζημίωση”, “δεν το έγραφες πουθενά”, θα μας πουν. Και θα έχουν δίκιο.
Τις “οδηγίες χρήσης” μας, τις γράφουμε μόνοι μας. Τι επιτρέπουμε, τι δεν επιτρέπουμε, πόση ευαισθησία έχουμε, τα συστατικά μας, το πόσο εύθραυστοι είμαστε, το “handle with care”. Τις γράφουμε και τις δίνουμε στους άλλους να τις διαβάσουν.
Σαν μάνιουαλ, σαν ετικέτα, σαν οδηγό, σαν μεταφραστή των δικών μας “αυτονόητων”.
Μπορεί εκείνοι να μην διαβάσουν τις οδηγίες, να χάσουν το μάνιουαλ και να ανατρέξουν σε αυτό όταν “χαλάσουμε”, μπορεί να το πετάξουν γιατί “θα το δούμε πώς δουλεύει στην πορεία”, μπορεί να το σκίσουν γιατί “έλα μωρέ έχω ξαναχρησιμοποιήσει τέτοιο, ξέρω πώς δουλεύει”, μπορεί να το χώσουν σε ένα συρτάρι γιατί “έλα μωρέ τι οδηγίες χρήσης;
Για τα αυτονόητα;”. Μπορεί να κόψουν την ετικέτα πριν καν διαβάσουν σε πόσους βαθμούς πρέπει να γίνεται η πλύση. Εμείς όμως θα έχουμε δώσει και τις οδηγίες και την ετικέτα κι αν ακόμα δεν μας συμπεριφερθούν σύμφωνα με τις οδηγίες, εμείς τα αυτονόητα μας θα τα έχουμε κάνει σαφή.
Τόσο σαφή που δεν θα αναρωτηθούν οι χρήστες γιατί θα φύγουμε όταν αρχίσουμε να “χαλάμε”. “Γιατί δεν ακολούθησες τις οδηγίες”, θα τους πούμε κλείνοντας την πόρτα. Όχι του πλυντηρίου.
Λυπάμαι αφάνταστα για τη γάτα που έχασε τη ζωή της επειδή το “αυτονόητο” δεν ήταν τελικά τόσο “αυτονόητο”.
Λυπάμαι αφάνταστα για τις φορές που “μπήκαμε στο πλυντήριο” επειδή δεν “αυτονοούμε” όλοι το ίδιο και κατά τύχη τη γλυτώσαμε.
first published: 14.06.2018