Τον Aziz Ansari τον γνώρισα πρώτη φορά μέσα από τη σειρά “Parks and Recreation” ως Tom Haverford και τον λάτρεψα γιατί απλά «TREAT YO SELF». Και μέσα στην επιτυχία του Parks ξεκίνησε και η προσωπική του επιτυχία, με sold out κωμικά stands και το βιβλίο που εξέδωσε μαζί με τον κοινωνιολόγο Eric M.Klinenberg “Modern Romance: An Investigation”, προπομπό για τη σειρά του “Master of None”. Είναι ο Αμερικανός μουσουλμάνος από τη Νότια Καρολίνα, που παρουσίασε το “Saturday Night Live” τη επομένη της ορκωμοσίας Trump. Αν λοιπόν ακούς για τον Aziz πρώτη φόρα, τότε είναι η ώρα να τον μάθεις.
MASTER OF NONE
Η πρώτη σεζόν του “Master of None” βγήκε το Νοέμβριο του 2015 στο Netflix και αν πρέπει να της δώσεις έναν σύντομο χαρακτηρισμό θα έλεγες «μια ρομαντική κωμωδία με φόντο τη Νέα Υόρκη». Ο Aziz συνυπογράφει με το φίλο του Alan Young, παίζει ο ίδιος -ενίοτε σκηνοθετεί-, βάζει τους γονείς του να παίξουν τους γονείς του και τους φίλους του να υποδυθούν τους φίλους του. Ο ήρωας του Aziz ο Dev, είναι παιδί Ινδών μεταναστών και ζει στη Νέα Υόρκη όπου εργάζεται ως ηθοποιός. Είναι και παθιασμένος foodie όπως επισημαίνεται συνεχώς στη σειρά και αυτό είναι ένα έξτρα συν που πρέπει να αναφέρουμε γιατί μας ανοίγει την όρεξη. O Dev είναι φίλος με τον λευκό πανύψηλο Arnold (Eric Wareheim), τη μαύρη λεσβία Denise (Lena Waithe) και τον Ασιάτη Brian (Kelvin Yu). Το μόνο που δεν μπορείς να κατηγορήσεις τη σειρά είναι για διακρίσεις, εξάλλου τα επεισόδια καταπιάνονται με τα ζητήματα της διαφορετικότητας και της σεξουαλικότητας με αφορμή την προσπάθεια του Dev να εξελιχθεί επαγγελματικά και να στρώσει τη προσωπική του ζωή. Μη περιμένεις να δεις γλυκανάλατες ιστορίες δίχως αντίκρισμα. Ο Ansari έχει πάρει τη φρεσκάδα του τώρα και το ρεαλισμό των ανθρώπινων σχέσεων είτε πρόκειται για φιλικές είτε για ερωτικές είτε ακόμα και για οικογενειακές και σου παραδίδει μικρές φιλοσοφίες χωρίς να το παίρνεις είδηση.
Και αν όλα αυτά τα κατάφερε στη παρθενική του σεζόν, η δεύτερη δίχως να διστάζω ήταν απλά ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑ –μπορώ να συνεχίσω μόνο με Caps Lock λόγω ενθουσιασμού αλλά μαζεύομαι. Υπάρχουν λοιπόν σειρές τύπου “Game of Thrones”, όπου υπάρχει εξέλιξη μιας ιστορίας και περιμένεις με αγωνία τι θα γίνει στη συνέχεια ή σειρές τύπου “Friends” –γελάει μνησίκακα- ή “How I Met Your Mother” που μπορεί να δεις τα επεισόδια με ανακατεμένη σειρά χωρίς να επηρεαστεί η αίσθηση που θέλει ο δημιουργός της να σου περάσει, γιατί απλούστατα θέλει κατά κύριο λόγο να σε κάνει να γελάσεις. Απ’την άλλη όμως, σε σειρές με τη λογική του “Master of None” (καλό παράδειγμα και το “Fleabag”, που αναμένουμε τη δεύτερη σεζόν) η γραμμή ανάμεσα στην επιτυχία και την αποτυχία από σεζόν σε σεζόν είναι λεπτή. Πρέπει η ίδια η σειρά να εξελιχθεί: σεναριακά, σκηνοθετικά, υποκριτικά ακόμα και μουσικά, για να προσφέρει κάτι καινούργιο. Και εδώ το πέτυχαν.
Ο δεύτερος κύκλος που βγήκε το Μάιο του 2017, πήγε τη σειρά δέκα σκαλιά πιο πάνω γιατί υπήρχε βελτίωση σε κάθε τομέα της. Παράδειγμα η σκηνογραφία, σε κάποια επεισόδια όπως στο extended 9ο επεισόδιο “Amarsi un Po”, στη σκηνή της εξοχής στη Νέας Υόρκη είναι κυριολεκτικά για να δακρύσεις από ομορφιά. Το ακόμα πιο συγκινητικό –ναι έκλαιγα- είναι πως δεν σου πετάει εντυπωσιακά πλάνα και εικόνες της πόλης απλά και μόνο για να χορτάσει το μάτι, αλλά ο εκάστοτε ήρωας αποτελεί κομμάτι της εικόνας σαν έπρεπε να βρίσκεται στο πλάνο a priori. Το 3ο επεισόδιο “Religion” συνεχίζει το θέμα που άνοιξε στη πρώτη σεζόν σχετικά με τα παιδιά μεταναστών που είναι λίγο «χίπστερ» και πιο μοντέρνοι από τους γονείς τους και τη σχέση που έχουν με τη θρησκεία τους, εν προκειμένω ο Dev ως μουσουλμάνος που τρώει συνέχεια χοιρινό. Μέσα από αυτή τη foodie αναφορά του διαλέγει να πιαστεί με τη μουσουλμανική θρησκεία από μια άλλη οπτική, σε εποχές που ο διχασμός είναι ορατός. Το επεισόδιο με το περισσότερο buzz ήταν το “Thanksgiving”, νούμερο 8 στη λίστα. Σκηνοθετημένο από την ελληνικής καταγωγής Melina Matsoukas, δικαίως θεωρείται από τα κορυφαία της σεζόν. Κάνει ένα flashback στη φιλία της Denise με τον Dev, δείχνοντας ανά διαστήματα μέσα στα χρόνια τη μέρα των Ευχαριστιών που ο Dev πήγαινε στο σπίτι της να φάνε. Βλέπουμε για πρώτη φορά την ιστορία της Denise, την παραδοχή στην οικογένεια της ότι είναι λεσβία με όλα τα σχετικά ευτράπελα που φέρνει η αποκάλυψη, καθώς και την εξέλιξη της φιλίας της με τον Dev, σε ένα επεισόδιο γεμάτο χιούμορ. Ως προς τις σχέσεις, το “Master of None” αγγίζει καταστάσεις για άλλη μια φορά πραγματικές. Φίλους που διστάζουν να παραδεχτούν το κάτι παραπάνω, μακροχρόνιες σχέσεις που έχουν φθαρεί, τη δυσκολία του να παρατήσεις το “γνωστό” και να ρισκάρεις στο ελκυστικό “άγνωστο”, γνωριμίες μέσω εφαρμογών κοινωνικής δικτύωσης (είναι το αντικείμενο της έρευνας στο βιβλίο του Ansari και βλέπεις κομμάτια ολόκληρα να παίρνουν μορφή στη σειρά του), αλλά και ζητήματα σεξουαλικής παρενόχλησης.
Η επιλογή της Ιταλίδας Mastronardi ως ο κύριος γυναικείος χαρακτήρας της σεζόν είναι καταλυτική. Δίνει μια έξτρα δόση φινέτσας στην ήδη ραφιναρισμένη σεζόν, που ξεκινάει τα δυο πρώτα επεισόδια της στην Ιταλία, ασπρόμαυρα, και με μπόλικη πάστα που λατρεύει τόσο ο ίδιος ο Ansari, όσο και ο χαρακτήρας του. Με τα επεισόδια της Ιταλίας επετεύχθη ένας μίνι φόρος τιμής στον –Ιταλικό- κινηματογράφο που απλώνεται στην πλειοψηφία των επεισοδίων και μετά την επιστροφή του Dev στη Νέα Υόρκη (ένα εξαιρετικό κείμενο για τις ταινίες που επηρέασαν τους δημιουργούς μπορείς να διαβάσεις εδώ). Μουσικά για ακόμα μια φορά, το “Master of None” είναι ακριβές σε βαθμό ανατριχίλας. Με λίγα λόγια: επεισόδιο 10, “Buona Notte”, o χορός στο “Un Anno D’Amore”. Επίσης, μου άρεσε που φέτος δόθηκε χώρος στους side χαρακτήρες, γνωρίσαμε κομμάτια της δικής τους ιστορίας και γεφυρώθηκαν κάποια κενά. Ο ίδιος ο Ansari απέδειξε υποκριτικά πως δεν είναι μόνο ο τυπάκος από το Parks, αλλά όπως δήλωσε «μπορεί να κάνει και αυτό, και εκείνο, και το άλλο», τονίζοντας τη γκάμα του και το περιορισμό που σου θέτουν όταν έχεις συνδεθεί με ένα συγκεκριμένο ρόλο.
Τι συμβαίνει λοιπόν με το “Master of None”. Συμβαίνει πως είναι η σειρά που αξίζει να ξενυχτίσεις τρώγοντας καρμπονάρες για χάρη της. Allora!