Αποτελεί πάντα ιδιαίτερη πρόκληση να κάνεις μια κουβέντα με έναν συγγραφέα στο δικό του γήπεδο που είναι ο γραπτός λόγος. Παρακολουθώ το έργο του Δημήτρη Σωτάκη εδώ και πολλά χρόνια, έτσι συντάσσοντας τις ερωτήσεις που ήθελα να του κάνω ήλπιζα να του κινήσω αρκετά την προσοχή ώστε να μπει στον κόπο να τις απαντήσει -αν όχι όλες τουλάχιστον τις περισσότερες από αυτές- με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο δίνοντας ένα ενδιαφέρον αποτέλεσμα για τον αναγνώστη.
Υπάρχει απόσταση μεταξύ του πως φαντάζεται κάποιος ότι είναι ένας συγγραφέας και του πως πραγματικά είναι βρισκόμενος εκ των έσω;
Θα έλεγα ότι ο περισσότερος κόσμος βλέπει μόνο το τελικό αποτέλεσμα ή συχνά την προβολή που μπορεί να έχει ένα βιβλίο, χωρίς όμως να σκέφτεται πάντα τι υπάρχει από πίσω, κι αυτό είναι ατέλειωτες ώρες μοναξιάς και κοπιαστικής δουλειάς, κι ένας συνεχής μονόλογος με τον εαυτό σου, η συγγραφή ενός μυθιστορήματος απαιτεί ένας είδος αυτισμού για να επιτευχθεί. Το συναίσθημα του να δημιουργείς και να προσθέτεις ένα ακόμα κομμάτι στη δουλειά σου είναι μοναδικό, απ’ την άλλη έρχεσαι αντιμέτωπος με αρκετό άγχος και χιλιάδες ερωτηματικά, κάτι που δεν είναι ορατό όταν είσαι εκτός.
Τι συμβαίνει στο μυαλό ενός λογοτέχνη όταν διαβάζει το βιβλίο κάποιου άλλου που πραγματικά τον ενθουσιάζει;
Η συγγραφική ιδιότητα έχει άλλες παραμέτρους από τη αναγνωστική. Όταν διαβάζω ένα βιβλίο, προσπαθώ να το απολαύσω με τη χαρά και την αθωότητα ενός απλού αναγνώστη, συνειδητά αποφεύγω να το κρίνω ως συγγραφέας. Πραγματικά γεμίζω με ενθουσιασμό όταν διαβάζω ένα καλό βιβλίο, ιδιαιτέρως Έλληνα συγγραφέα, αισθάνομαι μια απροσδιόριστη αισιοδοξία, ξαφνικά διορθώνεται η διάθεσή μου, η οποία κυμαίνεται συνήθως σε μέτρια επίπεδα.
Ποιό ήταν το κυρίαρχο αίσθημα που νιώσατε όταν εκδόθηκε το πρώτο σας βιβλίο;
Για να είμαι ειλικρινής, δε θυμάμαι πια ακριβώς, όμως όταν κυκλοφόρησε «Η πράσινη πόρτα» το 2002 (το δεύτερο βιβλίο), ήταν τόσο εκπληκτικό το συναίσθημα που είχα, βλέποντας το βιβλίο να κερδίζει πολύ χώρο στον Τύπο, ήταν για μένα η αρχή μιας πολύχρονης πορείας.
…και όταν ήρθε το πρώτο σας βραβείο τι αισθανθήκατε;
Ήταν τόση η χαρά μου, που σχεδόν δεν μπορούσα να την εκφράσω. «Το θαύμα της Αναπνοής», βραβεύτηκε το 2009 με το Athens Prize For Literature, ήταν τόσο τιμητικό γεγονός και το μόνο που θυμάμαι από εκείνη τη νύχτα, ήταν ότι μετά την απονομή πίναμε μέχρι το πρωί με μια παρέα φίλων για να το γιορτάσουμε. Είχαν προηγηθεί αρκετές υποψηφιότητες για άλλα σημαντικά βραβεία, αλλά να σας πω ότι πολύ μεγάλη ήταν επίσης η χαρά μου όταν για το ίδιο βιβλίο προτάθηκα για το γαλλικό βραβείο Jean Monnet το 2014, ήταν μια φανταστική εμπειρία να βρεθώ ο ίδιος στο Κονιάκ της Γαλλίας για την απονομή.
Αρκετά από τα βιβλία σας έχουν πολύ ιδιαίτερους τίτλους όπως το “Ο άνθρωπος καλαμπόκι”, “Το θαύμα της αναπνοής”, “Η ανάσταση του Μάικλ Τζάκσον”, “Η ιστορία ενός σούπερ μάρκετ” κ.ά. Ποιός επιλέγει αυτούς τους ευφάνταστους τίτλους;
Οι εξωγήινοι.
Στο βιβλίο σας “Το θαύμα της αναπνοής” ο πρωταγωνιστής σας βρίσκεται εγκλωβισμένος σε μια εφιαλτική καθημερινότητα η οποία σταδιακά του αφαιρεί το δικαίωμα να ζει και να κινείται ελεύθερα. Ποιός θα μπορούσε να είναι ο δικός σας καθημερινός εφιάλτης που θα λειτουργούσε ανασταλτικά στη δημιουργικότητά σας;
Ο εφιάλτης μου είναι η διανοητική ακινησία, το να περιφέρομαι απλώς σε ένα χώρο, χωρίς να έχω ιδέες, έμπνευση. Πρέπει να ομολογήσω βέβαια ότι τελευταία έχω αρκετές νέες εμμονές, δεν μπορώ-για παράδειγμα- να γράψω αν δε βρίσκομαι σε έναν σχετικά μεγάλο χώρο, επίσης σίγουρα θα πέθαινα από δυστυχία, αν βρισκόμουν σε ένα δωμάτιο περικυκλωμένος από ωμό τυρί.
Ο συμβολισμός είναι ιδιαίτερα προφανής και προκαλεί αίσθηση στα κείμενά σας. Στο πιο πρόσφατο μάλιστα “Η ιστορία ενός σούπερ μάρκετ” ο κεντρικός ήρωας όντας απομονωμένος σε ένα νησί αποφασίζει να γίνει επιχειρηματίας και μάλιστα ενός καταστήματος που είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την έννοια του καπιταλισμού. Ποιά είναι η σχέση σας με την τεχνολογία, τις θορυβώδεις πόλεις και τον σύγχρονο ρυθμό ζωής;
Δεν είμαι εξαρτημένος από τον αστικό τρόπο ζωής, ωστόσο ζω τη ζωή μου σε μια μεγάλη πόλη και συχνά αυτό μου αρέσει. Ο σύγχρονος τρόπος ζωής με ικανοποιεί, με εξαίρεση τον υπερβολικό ζήλο που δείχνει ο σύγχρονος άνθρωπος στην «ηλεκτρονική ζωή», θεωρώ ότι έτσι επιστρέφει σε μια μεγάλη ανοργασμική εσωστρέφεια. Περνάω πολλές ώρες με τον εαυτό μου κι έτσι συχνά δεν καταλαβαίνω ακριβώς τι γίνεται γύρω μου, συνεπώς μάλλον ήδη έχω αποβλακωθεί.
Έρωτας, χιούμορ και φίλοι. Τι ρόλο παίζουν στη δική σας ζωή κάθε ένα από αυτά και αν σας ζητούσαν να αφαιρέσετε κάποιο από τη ζωή σας ποιό θα επιλέγατε;
Μάλλον δεν μπορώ να αφαιρέσω κανένα, γιατί αν μείνω χωρίς έρωτα και φίλους, δε θα έχω όρεξη για αστεία. Ο ρόλος είναι προφανής , ο έρωτας και οι φίλοι είναι έμπνευση, γεννάνε ζωή, ελπίδα και νέες ιδέες. Θεωρώ ότι οι πραγματικά σοβαροί άνθρωποι δε μπορούν να ζήσουν χωρίς χιούμορ ή χωρίς, τέλος πάντων, τη διάθεση, να ακυρώσουν, να επαναπροσδιορίσουν τον εαυτό τους και τον κόσμο μέσα απ’ αυτό.
Έχουν ήδη περάσει δυο χρόνια από την κυκλοφορία του τελευταίου σας βιβλίου. Ετοιμάζετε κάτι καινούργιο;
Ναι, αυτή την εποχή τελειώνω ένα μυθιστόρημα, το οποίο θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Κέδρος το φθινόπωρο. Δε θα σας πω ακόμα τον τίτλο, αλλά υπόσχομαι ότι θα το κάνω σύντομα.
Ο Δημήτρης Σωτάκης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1973. Στην εργογραφία του περιλαμβάνονται οχτώ μυθιστορήματα και μια συλλογή διηγημάτων. Το 2009, το βιβλίο του Το θαύμα της αναπνοής κατέκτησε το βραβείο Athens Prize for Literature ενώ ήταν υποψήφιο για το Ευρωπαϊκό Αριστείο Λογοτεχνίας, καθώς και για το βραβείο Jean Monnet στη Γαλλία. Βιβλία του έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά, τα σερβικά, τα τουρκικά, τα ολλανδικά, τα ιταλικά και τα κινεζικά.