Ο Σουηδός θεατρικός συγγραφέας, μυθιστοριογράφος, δοκιμιογράφος, ποιητής, ζωγράφος και φωτογράφος August Strindberg είναι ένας από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες παγκοσμίως, καθώς τα έργα του αποτελούν πηγή έμπνευσης και σημείο αναφοράς κάθε νεότερου δημιουργού. Η ταραχώδης ζωή και η έντονη προσωπικότητά του αποτελούν την αφετηρία των θεατρικών του έργων, που αποτυπώνουν τις αγωνίες, τους φόβους και τις ανάγκες του συγγραφέα και επιβεβαιώνουν την ρήση του Havelock Ellis πως «ο καλλιτέχνης γράφει πάντα την αυτοβιογραφία του». Ο Strindberg δεν μιλάει σαν αυθεντία, αλλά σαν απλός άνθρωπος που αναζητά την ομορφιά της ζωής, υιοθετώντας και απορρίπτοντας ιδανικά και ιδέες και καταλήγοντας πως το μόνο σταθερό σημείο της καθημερινότητας είναι ο πόνος, πράγμα το οποίο είναι κοινό για όλους τους ανθρώπους.
Ανάμεσα στα σπουδαιότερα έργα του, βρίσκεται το Δεσποινίς Τζούλια, που γράφτηκε το 1888 και στην εποχή του θεωρήθηκε ανήθικο και προκάλεσε σκάνδαλο, λόγω του προκλητικού περιεχομένου του. Το έργο διαδραματίζεται την νύχτα του Αϊ Γιάννη (24 Ιουνίου, Θερινό ηλιοστάσιο), που όλοι χορεύουν και γλεντούν, σε ένα αρχοντικό σπίτι, όπου η αριστοκράτισσα Δεσποινίδα Τζούλια, ενώ λείπει ο πατέρας της, βρίσκεται σε συναισθηματική διέγερση και προκαλεί τον υπηρέτη της Ζαν, πρώτα σε έναν έντονο χορό και έπειτα στη δίνη ενός ερωτικού πάθους. Στη συνέχεια, ο Ζαν αποφασίζει να εκμεταλλευτεί τη σχέση του με τη Τζούλια, να κερδίσει χρήματα και να αναρριχηθεί κοινωνικά. Παρόλο που εκείνη στην αρχή αντιστέκεται στα υστερόβουλα σχέδιά του, τελικά υποκύπτει, χάνοντας την θέση ισχύος που είχε προηγουμένως. Τελικά, ο πατέρας της επιστρέφει και ο Ζαν αναγκάζεται να γυρίσει στην εργασία του, αφού όμως καταστρέψει ολοκληρωτικά τη Τζούλια, οδηγώντας τη στην αυτοκτονία της.
Το πολυεπίπεδο έργο του Strindberg δεν παρουσιάζει χαρακτήρες, αιτίες και αφορμές, αλλά εστιάζει στην σύγκρουση, που κατευθύνει τις ανθρώπινες ζωές. Τη σύγκρουση των δύο φύλλων, της άρχουσας τάξης με τον λαό, του πλούτου με τη στέρηση, των δεσμών με της ελευθερία, της διάνοιας με το σώμα. Παρακολουθούμε τους ήρωες να προσπαθούν να γευτούν τη ζωή και να να πραγματοποιήσουν τις βαθιές τους επιθυμίες, να έρχονται αντιμέτωποι εναλλάσσοντας τους ρόλους εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου, να βασανίζονται και τελικά να συντρίβονται από τη σκληρή πραγματικότητα.
Στην παράσταση του έργου που σκηνοθέτησε ο Σταύρος Λίτινας δεν χρησιμοποιήθηκε αυτούσιο το κείμενο του Strindberg, καθώς το έργο αποδόθηκε με τον κώδικα του χορού flamenco. Οι ηθοποιοί με βασικά εργαλεία το σώμα τους και τους δρόμους έκφρασης που διανοίγει το flamenco, κατάφεραν να αποδώσουν με ακρίβεια τον νοηματικό πυρήνα, τις εντάσεις και την ουσία του θεατρικού έργου. Ο σκηνοθέτης εμπνεύστηκε τις χορογραφίες, ενώ παράλληλα επιμελήθηκε την ενδιαφέρουσα μουσική επένδυση της παράστασης, που πιθανώς να προσέδιδε άλλη δυναμική εάν ήταν ζωντανή, όπως είθισται στο flamenco. Ακόμα, σχεδίασε τους εξαιρετικά ενδιαφέροντες φωτισμούς, που τους χειρίζονταν οι ίδιοι οι ηθοποιοί δημιουργώντας ατμόσφαιρα και εντείνοντας τη συγκινησιακή φόρτιση, καθώς και τα κοστούμια που αποτύπωναν την αίσθηση μίας άλλης εποχής σε συνδυασμό με τη σύγχρονη αισθητική και τις flamenco επιρροές. Την Δεσποινίδα Τζούλια ενσάρκωσε η Εύα Παρασκευοπούλου, τόσο με όπλο την έντονη εκφραστικότητά της, όσο και με τις χορευτικές της ικανότητες, ενώ τον ρόλο του Ζαν υποδύθηκε ο Σταύρος Λίτινας, προσδίδοντάς του την απαραίτητη δύναμη και ένταση. Τους ρόλους του αρραβωνιαστικού και της μαγείρισσας ανέλαβε και απέδωσε σωστά η Αλίνα Αναστασιάδη. Στην αφήγηση του κειμένου του Strindberg η Άντζελα Μπρούσκου.