Η εκάστοτε επιχειρηματολογία, μέσα από την προσπάθειά της να επιβιώσει στο πέρασμα του χρόνου, δεν θα μπορούσε να αξιολογηθεί με καταλληλότερο τρόπο από την εφαρμογή της στη πραγματικότητα. Μέσα από τον όρο της πραγματικότητας, εννοούμε την καθημερινότητα όπου κάθε νέα ή εναλλακτική “θεωρία” που εμφανίζεται, καλείται αρχικά να σταθεί στα πόδια της, θέτοντας την αντίστοιχη ποιότητά της στις “δοκιμασίες” της ζωής. Εκεί όπου η οποιαδήποτε δήλωση, καλείται να αποδείξει τη χρησιμότητα και την προσαρμοστικότητά της σε ένα τρομερά μεταβλητό περιβάλλον, τον τρόπο ζωής του καθενός μας.
Ομολογουμένως, όλοι μας κατά τη διάρκεια της ζωής μας, έχουμε πολλές φορές δυσκολευτεί στο να υιοθετήσουμε και να μετουσιώσουμε στη ρουτίνα και στο καθημερινό πιεσμένο μας πρόγραμμα, μια νέα σκέψη ή ένα πιο βελτιωμένο τρόπο ζωής. Η προσωπική αναζήτηση του κάθε ανθρώπου στις μέρες που διανύουμε, έχει αποκτήσει μια απίστευτα προσωπική και απόλυτα συνειδητή διαδικασία, μέσα από την οποία ερευνάτε όχι απλώς το ενδεχόμενο μιας βελτιωμένης ποιότητας ζωής, αλλά η συγκρότηση μιας ατομικής “αλήθειας”. Είναι σαν να προσκαλούμε την συνειδητότητά μας γύρω από τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο, και να τη ρωτάμε ευθέως τι ακριβώς αντιπροσωπεύει.
Η μόδα μπορεί να γίνει λιτή, κραυγαλέα, διακριτική και γενικότερα να εκφράσει κάθε μας “εξελικτικό” στάδιο. Τις ιδιότητες αυτές, δυστυχώς ή ευτυχώς, μπορεί να τις προσφέρει ανά πάσα ώρα, μήνα, χρόνο και στιγμή στον κάθε ένα από εμάς όχι σε θεωρητικό αλλά σε πρακτικό και καθημερινό επίπεδο, τόσο προς αξιολόγηση όσο και προς αναβάθμιση της εκάστοτε υπάρχουσας κατάστασης. Το ερώτημα όμως που προκύπτει μετά από τον παραπάνω συλλογισμό είναι το εξής: Μέχρι ποιο σημείο ο καθένας από εμάς ευελπιστεί ότι θα μπορέσει να “φτάσει” ως αναζητητής ορίων, ιδεών και νέων αντιλήψεων σε μια αχαρτογράφητη κλίμακα πολλών βαθμίδων;
Ανεξάρτητα από το σθένος και τους λόγους που ο καθένας από εμάς αναζητά ένα “όχημα” μετάβασης σε μια πιο εξελιγμένη εκδοχή του, η προσκόλληση και η μίμηση θα εξακολουθούν για πάντα να παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στη διάκριση ανάμεσα στους πραγματικά “γενναίους” και στους εφήμερα περίεργους. Το να αφήσει κάποιος το μυαλό του να εισέλθει σε ένα νέο μοντέλο πραγματικότητας, ίσως να μπορεί να ξεκινήσει μέσα από ένα περισσότερο ευχάριστο και δημιουργικό τρόπο, αν ακολουθήσει κάποιος το μονοπάτι της μόδας. Εκεί πιθανότατα να ανακαλύψει πως η ουσία του, τόσο η “επιφανειακή-εξωτερική” όσο και η “βαθύτερη”, μεταβάλλονται με σκοπό τον εντοπισμό και την αναγνώριση του τι πραγματικά αξίζει να εμπιστευτεί και να “πιστέψει” ο καθένας μας.
Αν λοιπόν η μόδα για κάποιους, δεν μπορεί να αποκτήσει μια στοιχειώδη “πνευματικότητα” μέσα από το ότι προσφέρει στον άνθρωπο τόσο σε υλικό όσο και σκεπτικιστικό επίπεδο, τότε για αρχή τουλάχιστον θα ήταν καλό να παραδεχτεί πως αν “δυσκολεύεται” να μεταβάλει κάποιες βασικές του θεωρήσεις, σχετικά με τα χρώματα, τα μοτίβα και τις “περίεργες” εκδοχές της εκάστοτε μόδας, τότε με πολύ δυσκολότερο τρόπο θα αποκολληθεί από ιδέες που “φοράει” από τον καιρό που ήταν έφηβος και δεν τον εκφράζουν πια…