Πώς ορίζει η νομοθεσία την κακοποίηση; Ποια είναι η νομική αντιμετώπιση της σεξουαλικής παρενόχλησης; Πώς προστατεύονται τα θύματα από το νόμο; Αν δεν έχεις μελανιές ή άλλα εμφανή σημάδια βίας υφίσταται η καταγγελία σου; Στην περίπτωση που δέχεται μια γυναίκα ενδοοικογενειακή βία και θεωρεί ότι το σπίτι δεν είναι ασφαλές μέρος για το παιδί της μπορεί να το πάρει μαζί της φεύγοντας;
Αυτές είναι κάποιες από τις ερωτήσεις που θέσαμε στους δικηγόρους, Χαρά Ζαχαροπούλου και Γιώργο Ελμαλή της ΕΕP LEGAL – Δικηγορική Εταιρεία, με σκοπό την αναγνώριση των κακοποιητικών συμπεριφορών και τους τρόπους δράσης για να σπάσουμε τον κύκλο της βίας.
Πώς ορίζει το νομικό πλαίσιο την κακοποίηση; Πως θα ξεχωρίσω την κακοποίηση από μια “κακιά” στιγμή;
Η κακοποίηση δεν υπάρχει μόνο στη σωματική βία αλλά εκδηλώνεται με διάφορες μορφές. Γενικά, ως κακοποίηση ορίζεται η ακατάλληλη μεταχείριση ενός ενήλικου ατόμου ή παιδιού για την επίτευξη άδικων ή ακατάλληλων σκοπών ενώ διακρίνεται σε σωματική, σεξουαλική, λεκτική, ψυχολογική-συναισθηματική, διανοητική ή πνευματική κακοποίηση. Οι διαφορετικές µορφές αλληλεπιδρούν µεταξύ τους και πολλές φορές συνθέτουν ένα περίπλοκο µοντέλο συµπεριφοράς, όπου η ψυχολογική βία µπορεί να συνδυάζεται µε σωµατική ή/και σεξουαλική κακοποίηση.
Όσον αφορά στη σωµατική κακοποίηση, ως τέτοια ορίζεται οποιαδήποτε συµπεριφορά στην οποία το σώµα του δράστη επηρεάζει σκόπιµα το σώµα ενός άλλου προσώπου, ώστε να υπάρχει ο κίνδυνος να υποστεί σωµατικές βλάβες, ακόµη και αν στην πραγµατικότητα µπορεί να µην προκύψουν εμφανείς βλάβες και τραυματισμοί. Ενδεικτικά περιλαμβάνει σπρωξίματα ή έντονα ταρακουνήματα, χαστούκια, έντονα πιασίματα, τρυπήματα ή γδαρσίματα, κλοτσιές, γροθιές, φτύσιμο ή δάγκωμα, επικίνδυνη οδήγηση, στέρηση ύπνου ή τροφής, σωματική συγκράτηση π.χ. δέσιμο στο κρεβάτι.
Ενδέχεται να χαρακτηρίζεται από κλιμάκωση, για παράδειγμα ένα άτομο να εκδηλώσει κακοποιητική συμπεριφορά ρίχνοντας ένα αντικείμενο ή ένα χαστούκι και με την πάροδο του χρόνου, ειδικά στην περίπτωση που ο δράστης διαπιστώσει ανεκτική στάση του θύματος, η κατάσταση να επιδεινωθεί. Σε πολλές περιπτώσεις, δημιουργείται ένας «κύκλος βίας» όπου σε μια καταχρηστική σχέση σημειώνονται περίοδοι ηρεμίας και έντασης.
Ένα άτομο δύναται να υποστεί κακοποίηση χωρίς να φέρει σημάδια σωματικού τραυματισμού. Αυτό συμβαίνει στην περίπτωση της συναισθηματικής κακοποίησης η οποία επιφέρει σοβαρά πλήγματα στην ψυχική υγεία και ευημερία του ατόμου καθώς ο δράστης μετέρχεται συναισθηματικής κακοποίησης προκειμένου, για παράδειγμα, να μειώσει την αυτοεκτίμηση του θύματος, αποσκοπώντας στον περιορισμό της ανεξαρτησίας του και στη δημιουργία αισθήματος εξάρτησης από το δράστη (πχ οικονομική εξάρτηση). Η συναισθηματική κακοποίηση είναι μια τακτική ελέγχου που συνίσταται σε μια ευρεία ποικιλία λεκτικών επιθέσεων και ταπεινώσεων εναντίον των θυμάτων. Επειδή είναι μη σωματική, τα σημάδια είναι δυσκολότερο να εντοπιστούν.
Ορισμένες εκδηλώσεις συναισθηματικής κακοποίησης είναι η χρήση απαξιωτικών ονομάτων και χαρακτηρισμών, οι φωνές, οι προσβολές, η σκόπιμη ντροπιαστική έκθεση σε κόσμο, η επιβολή ενδυματολογικών απόψεων, η απαγόρευση συνεύρεσης με άτομα του φιλικού και οικογενειακού περιβάλλοντος (κοινωνική απομόνωση του θύματος), οι απειλές για αυτοκτονία σε περίπτωση που το θύμα διακόψει τη σχέση. Στο αρ. 4 παρ. 2 του ελληνικού Συντάγματος [«Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις»] κατοχυρώνεται η αρχή της ισότητας των δύο φύλων. Το φαινόμενο της βίας κατά των γυναικών, παραβιάζει ευθέως τη συνταγματικά αναγνωρισμένη αρχή της ισότητας με αποτέλεσμα να παρεμποδίζεται καθοριστικά και, σε κάθε περίπτωση, αρνητικά η ελεύθερη ανάπτυξη της γυναικείας προσωπικότητας.
Σύμφωνα με το αρ. 116 παρ. 2 του ελληνικού Συντάγματος «Δεν αποτελεί διάκριση λόγω φύλου η λήψη θετικών μέτρων για την προώθηση της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών. Το Κράτος μεριμνά για την άρση των ανισοτήτων που υφίστανται στην πράξη, ιδίως σε βάρος των γυναικών.»
Στο πλαίσιο αυτό, έχει θεσπιστεί ο νόμος 3500/2006 για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας, με το άρθρο 6 του οποίου προβλέπεται η τιμωρία της ενδοοικογενειακής σωματικής βλάβης: «Το μέλος της οικογένειας το οποίο προξενεί σε άλλο μέλος αυτής σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας του, υπό την έννοια του εδαφίου α΄ της παρ. 1 του άρθρου 308 του Ποινικού Κώδικα, ή με συνεχή συμπεριφορά προξενεί εντελώς ελαφρά κάκωση ή βλάβη της υγείας του, με την έννοια του εδαφίου β΄ της παραπάνω διάταξης, τιμωρείται με φυλάκιση, τουλάχιστον, ενός έτους» ενώ με το άρθρο 7 κολάζεται η ενδοοικογενειακή παράνομη βία και απειλή: « 1. Το μέλος της οικογένειας το οποίο εξαναγκάζει άλλο μέλος χρησιμοποιώντας βία ή απειλή με σπουδαίο και άμεσο κίνδυνο σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή χωρίς το θύμα να υποχρεούται προς τούτο τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών […]. 2. Το μέλος της οικογένειας το οποίο προκαλεί τρόμο ή ανησυχία σε άλλο μέλος της οικογένειας, απειλώντας το με βία ή άλλη παράνομη πράξη ή παράλειψη, τιμωρείται με φυλάκιση.»
Επιπλέον, με τον νόμο 4531/2018 (ΦΕΚ 62/Α/5-4-2018) κυρώθηκε η Σύµβαση του Συµβουλίου της Ευρώπης «για την Πρόληψη και την Καταπολέµηση της Βίας κατά των Γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας», που συνάφθηκε στην Κωνσταντινούπολη τον Μάιο του 2011, στοχεύοντας στην πρόληψη και καταπολέµηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας.
Στους ορισµούς που δίνει για τη βία κατά των γυναικών, µεταξύ άλλων, επισηµαίνεται στο άρθρο 3 ότι :
«α. Ο όρος «βία κατά των γυναικών» νοείται ως παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μια μορφή διάκρισης κατά των γυναικών και σημαίνει όλες τις πράξεις βίας βασιζόμενης στο φύλο οι οποίες έχουν ή ενδέχεται να έχουν ως αποτέλεσμα σωματική, σεξουαλική, ψυχολογική ή οικονομική βλάβη ή πόνο για τις γυναίκες, συμπεριλαμβανομένων των απειλών τέλεσης τέτοιων πράξεων, του εξαναγκασμού ή της αυθαίρετης αποστέρησης της ελευθερίας, είτε αυτή συμβαίνει στο δημόσιο ή τον ιδιωτικό βίο.
β. Ο όρος «ενδοοικογενειακή βία» σημαίνει όλες τις πράξεις σωματικής, σεξουαλικής, ψυχολογικής ή οικονομικής βίας οι οποίες συμβαίνουν εντός της οικογένειας ή οικογενειακής μονάδας ή μεταξύ πρώην ή νυν συζύγων ή συντρόφων, είτε ο δράστης διαμένει ή διέμενε στην ίδια κατοικία με το θύμα είτε όχι».
Οποιαδήποτε συμπεριφορά μεταξύ πρώην ή νυν συζύγων ή συντρόφων, ή μεταξύ μελών οικογενείας, η οποία προκαλεί στη μια πλευρά οποιαδήποτε μορφή πόνου, σωματικού ή ψυχολογικού, δεν πρέπει να ερμηνεύεται από τον δέκτη της συμπεριφοράς ως μια «κακή στιγμή» αλλά ως μια κακιά, τοξική και εν δυνάμει επικίνδυνη για την σωματική και ψυχική υγεία, σχέση.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Τι αφορά η έμφυλη βία;
Σύμφωνα με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, η έμφυλη βία αναφέρεται σε επιβλαβείς πράξεις που απευθύνονται σε ένα άτομο με βάση το φύλο του. Έχει τις ρίζες της στην ανισότητα των φύλων, στην κατάχρηση εξουσίας και σε επιβλαβείς κανόνες. Η έμφυλη βία αποτελεί σοβαρή παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και απειλητικό για τη ζωή ζήτημα υγείας και προστασίας. Mπορεί να περιλαμβάνει σεξουαλική, σωματική, ψυχική και οικονομική βλάβη, τελούμενη τόσο σε ιδιωτικό όσο και σε δημόσιο χώρο και επίσης απειλές βίας, εξαναγκασμό και χειραγώγηση. Μπορεί να λάβει πολλές μορφές, όπως η βία μεταξύ συντρόφων, η σεξουαλική βία, ο γάμος ανηλίκων, ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων και τα λεγόμενα «εγκλήματα τιμής».
Οι συνέπειες της έμφυλης βίας είναι καταστροφικές και μπορεί να έχουν δια βίου επιπτώσεις για τους επιζώντες ενώ μπορεί να οδηγήσει ακόμη και στο θάνατο. Είναι ένα φαινόμενο με παγκόσμιες διαστάσεις, τελούμενο σε καθημερινή βάση, με θύματα ως επί το πλείστον γυναίκες και νεαρά κορίτσια.
Δεν δέχομαι σωματική βία αλλά αισθάνομαι φόβο στη σχέση μου. Αυτό είναι κακοποίηση;
Η πρόκληση αισθήματος φόβου και ανησυχίας, στο πλαίσιο άσκησης συναισθηματικής και ψυχολογικής βίας, βάσει των ανωτέρω αναφερόμενων, συνιστά πράξη άδικη και παράνομη η οποία τιμωρείται με φυλάκιση σύμφωνα με το αρ. 7 παρ. 2 του ν. 3500/2006 κατά το οποίο : «Το μέλος της οικογένειας το οποίο προκαλεί τρόμο ή ανησυχία σε άλλο μέλος της οικογένειας, απειλώντας το με βία ή άλλη παράνομη πράξη ή παράλειψη, τιμωρείται με φυλάκιση.»
Πώς προστατεύονται τα θύματα από το νόμο;
Ο νόμος για την ενδοοικογενειακή βία προβλέπει την αυτεπάγγελτη ποινική δίωξη των εγκλημάτων της ενδοοικογενειακής σωματικής βλάβης, παράνομης βίας ή απειλής, προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας. Πρακτικά αυτό σημαίνει πως μόλις οι αρμόδιες αστυνομικές αρχές λάβουν γνώση, με οποιονδήποτε τρόπο (πχ με αναφορά, μήνυση, έγκληση), για τη διάπραξη τέτοιων αδικημάτων θα κινήσουν τη διαδικασία ποινικής δίωξης κατά του φερόμενου ως δράστη.
Με τον τρόπο αυτόν αποτρέπεται κάθε συναλλαγή ή προσπάθεια επηρεασμού του παθόντος εκ μέρους του δράστη, προκειμένου ο τελευταίος να αποφύγει την τιμωρία του. Επίσης για τα πλημμελήματα των άρθρων αυτών εφαρμόζεται η αυτόφωρη διαδικασία.
Ο αστυνομικός που επιλαμβάνεται στο πλαίσιο προανάκρισης υποθέσεων ενδοοικογενειακής βίας επέχει υποχρέωση εχεμύθειας και απαγορεύεται να ανακοινώνει με οποιονδήποτε τρόπο το ονοματεπώνυμο του θύματος και του κατηγορουμένου, τη διεύθυνση κατοικίας τους, καθώς και οποιαδήποτε άλλα στοιχεία είναι δυνατόν να αποκαλύψουν την ταυτότητα τους.
Ποια είναι η νομική αντιμετώπιση της σεξουαλικής παρενόχλησης;
Σύμφωνα με το αρ. 2 δ’ του ν. 3896/2010, με τον οποίο ενσωματώθηκε στην ελληνική έννομη τάξη η Οδηγία 2006/54/ΕΚ, η σεξουαλική παρενόχληση ορίζεται ως «οποιαδήποτε μορφή ανεπιθύμητης λεκτικής, ψυχολογικής ή σωματικής συμπεριφοράς σεξουαλικού χαρακτήρα, με αποτέλεσμα την προσβολή της προσωπικότητας ενός προσώπου, ιδίως με τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος γύρω από αυτό». Οι μορφές της σεξουαλικής παρενόχλησης μπορούν να κυμαίνονται από ήπιες συμπεριφορές μέχρι και σοβαρά ποινικά αδικήματα, ως τέτοιες δε, μεταξύ άλλων, θεωρούνται τα περιττά αγγίγματα στο σώμα του εργαζομένου, ανεπιθύμητες ερωτικές και ανήθικες προτάσεις, πίεση για σεξουαλικές πράξεις, καθώς και πράξεις προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας, και μάλιστα με εκμετάλλευση της εργασιακής θέσης του παθόντος, που αποτελούν κατά το Ελληνικό δίκαιο και ποινικά αδικήματα. Τέτοιες συμπεριφορές συνιστούν ταυτοχρόνως και προσβολή της προσωπικότητας του εργαζομένου και γεννούν υπέρ του παρενοχλούμενου αξιώσεις για πλήρη αποζημίωση, θετική και αποθετική, και χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη.
Αν είμαι θύμα ενδοοικογενειακής βίας και αποφασίσω να φύγω από το σπίτι που πρέπει να απευθυνθώ πρώτα; Στην αστυνομία ή σε δικηγόρο; Ή απευθείας σε δομή προστασίας;
Η καταγγελία πράξης ενδοοικογενειακής βίας πρέπει να γίνεται αμέσως στην αστυνομία, σε οποιοδήποτε αστυνομικό τμήμα ή, σε επείγουσες περιπτώσεις όπου υφίσταται άμεσος κίνδυνος, με τηλεφωνική κλήση ή γραπτό μήνυμα στο 100. Έπειτα, συνιστάται η λήψη νομικής συμβουλής για οποιαδήποτε περαιτέρω ενέργεια. Σε κάθε περίπτωση, με διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων μπορεί να υποβληθεί στο δικαστήριο αίτημα απομάκρυνσης του φερόμενου ως δράστη από την οικογενειακή κατοικία, η μετοίκησή του, η απαγόρευση να προσεγγίζει τους χώρους κατοικίας ή και εργασίας του θύματος, κατοικίες στενών συγγενών του, τα εκπαιδευτήρια των παιδιών και ξενώνες φιλοξενίας. Για τις δυνατότητες που σας παρέχει ο νόμος συμβουλευτείτε δικηγόρο. Η Ελληνική Αστυνομία έχει ειδικές υπηρεσίες αντιμετώπισης ενδοοικογενειακής βίας, που μπορούν να παρέχουν καθοδήγηση εάν είστε θύμα ενδοοικογενειακής βίας.
Επίσης, η 24ωρη γραμμή βοήθειας SOS 15900, που λειτουργεί υπό την αιγίδα της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων στο πλαίσιο του Εθνικού Προγράμματος για την Πρόληψη και Καταπολέμηση της Βίας κατά των Γυναικών προσφέρει συμβουλευτικές υπηρεσίες ενημέρωσης και πληροφόρησης σε θέματα ισότητας των φύλων, αντιμετώπισης της βίας και πολλαπλών διακρίσεων κατά των γυναικών, καθώς και κοινωνικής και ψυχολογικής στήριξης. (www.womensos.gr)
Στο ελληνικό δίκαιο είναι υποχρεωτική η παρουσία ψυχολόγου ή ψυχίατρου κατά τη διαδικασία κατάθεσης ή εξέτασης ενός θύματος για να το προστατεύσουν από τυχόν περισσότερη ψυχολογική ζημιά;
Πρόβλεψη για υποχρεωτική παρουσία ψυχολόγου δεν υπάρχει ωστόσο το θύμα δύναται να λάβει ψυχολογική υποστήριξη από τις δομές που λειτουργούν για τους σκοπούς αυτούς και με την καθοδήγηση των ειδικών να μιλήσει για όσα του συμβαίνουν με τρόπο που να φανερώνει όλη την αλήθεια με τη λιγότερη δυνατή επιβάρυνση.
Αν δεν έχεις μελανιές ή άλλα εμφανή σημάδια βίας υφίσταται η καταγγελία σου;
Η καταγγελία δεν είναι απαραίτητο να υποβάλλεται μόνο μετά την τέλεση πράξεων κακοποίησης αλλά και σε κάθε άλλη στιγμή κατά την οποία θελήσει το θύμα. Στο πλαίσιο διενέργειας προκαταρτικής εξέτασης σε βάρος του φερόμενου ως δράστη, ο εισαγγελέας μπορεί να διατάσσει τη διενέργεια ιατρικής πραγματογνωμοσύνης στο φερόμενο ως θύμα, προκειμένου να ερευνηθεί η βασιμότητα της καταγγελίας για την σε βάρος του τέλεση της πράξεως και μπορεί επίσης εξετάζει ο ίδιος ή τα αρμόδια ανακριτικά όργανα κάθε μάρτυρα που προτείνεται, καθώς και τα πρόσωπα της οικογένειας.
Επομένως ακόμα και αν δεν υπάρχουν εμφανή σημάδια κακοποίησης, αυτό μπορεί να αποδειχθεί με μάρτυρες.
Στην περίπτωση που δέχεται μια γυναίκα ενδοοικογενειακή βία και θεωρεί ότι το σπίτι δεν είναι ασφαλές μέρος για το παιδί της μπορεί να το πάρει μαζί της φεύγοντας; Ή θα υποστεί κάποιες συνέπειες γονικής μέριμνας;
Μια κατάσταση ανάγκης, όπου διακυβεύεται η ασφάλεια του τέκνου από τη βίαια δράση μέλους της οικογένειας, δικαιολογεί την προσωρινή απομάκρυνση του τέκνου με γνώμονα το συμφέρον του και την προστασία του από τυχόν κίνδυνο. Δεν επέρχονται αυτόματα δυσμενείς συνέπειες ως προς την άσκηση της γονικής μέριμνας εκ του λόγου αυτού μόνο. Ζητήματα που αφορούν την άσκηση γονικής μέριμνας αντιμετωπίζονται στο πλαίσιο του οικογενειακού δικαίου και προς τούτο απαιτείται η κίνηση νομικών ενεργειών δια της δικαστικής οδού από τα ενδιαφερόμενα μέρη.
Η ενδοοικογενειακή βία θεωρείται τεκμήριο κλονισμού του γάμου (αρ. 3 ν. 3500/2006) και δύναται να υποβληθεί αίτηση έκδοσης διαζυγίου για το λόγο αυτό.
Aν εντοπίσει κάποιος τρίτος ενδοοικογενειακή βία (π.χ ένας γείτονας, συγγενής, εκπαιδευτικός) τι κάνει; Μπορεί να το καταγγείλει; Και μετά τι θα συμβεί;
Μπορεί να προβεί σε καταγγελία Κέντρο της Άμεσης Δράσης (100), επώνυμα ή και ανώνυμα, ή να ενημερώσει άμεσα το τοπικό Αστυνομικό Τμήμα ή τις εισαγγελικές αρχές ή να τηλεφωνήσει στην 24ωρη τηλεφωνική γραμμή του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικής Αλληλεγγύης (197).
Στην περίπτωση του εκπαιδευτικού, το αρ. 23 του ν. 3500/2006 προβλέπει ότι Εκπαιδευτικός της πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ο οποίος, κατά την εκτέλεση του εκπαιδευτικού του έργου, με οποιονδήποτε τρόπο πληροφορείται ή διαπιστώνει ότι έχει διαπραχθεί σε βάρος μαθητή έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας, ενημερώνει, χωρίς καθυστέρηση, τον διευθυντή της σχολικής μονάδας. Ο διευθυντής της σχολικής μονάδας ανακοινώνει αμέσως την αξιόποινη πράξη στον αρμόδιο εισαγγελέα ή στην πλησιέστερη αστυνομική αρχή.
Υπάρχει κάτι που θεωρείτε ότι είναι απαραίτητο να ξέρουν οι γυναίκες σχετικά με την προστασία και τα δικαιώματά τους αλλά πιστεύετε ότι ελάχιστες το γνωρίζουν;
Πολλά θύματα ενώ βιώνουν καταστάσεις σωματικής και ψυχολογικής κακοποίησης επιλέγουν να μην αναζητήσουν βοήθεια λόγω του οικονομικού κόστους των νομικών ενεργειών. Νομοθετικά αυτό αντιμετωπίζεται με την πρόβλεψη του αρ. 22 του ν. 3500/2006 και τη δυνατότητα για παροχή το ευεργετήματος της πενίας (ευεργέτημα της πενίας παρέχεται σε όποιον αποδεδειγμένα δεν μπορεί να καταβάλει τα έξοδα της δίκης και τα παράβολα χωρίς να περιορισθούν από αυτό τα απαραίτητα μέσα για τη διατροφή του ίδιου και της οικογένειάς του), με μόνη την απόδειξη του περιστατικού βίας, αν αδυνατούν να καταβάλουν, έστω και προσωρινά, τις απαιτούμενες δικαστικές δαπάνες.