Και τι είναι οι σχέσεις; Κατάσταση; Προσπάθεια; Αγώνας; Ντουλάπες. Ντουλάπες είναι οι σχέσεις.
Ένας χώρος είναι οι σχέσεις που πρέπει να μοιραστούν οι άνθρωποι για να χωρέσουν τα δικά τους. Φέρνει ο καθένας τα δικά του, όσα έχει και προσπαθεί να μοιραστεί τον χώρο που του αναλογεί στην ντουλάπα για να χωρέσουν και τα πράγματα του άλλου.
Ντουλάπες μοιρασμένες. Σε χώρους ανάλογους, μισούς- μισούς, σε χώρους που αναλογούν το ίδιο και το ίσο για τον ένα και τον άλλο. Και κάπως έτσι συναντιούνται οι άνθρωποι και προσπαθούν να μοιραστούν την ίδια ντουλάπα και να την γεμίσουν με ό,τι έχει ο καθένας, με όσα έχει ο καθένας. Με «ρούχα» που ταιριάζουν μεταξύ τους ή με ρούχα τελείως παράταιρα. Με «ρούχα», με «εσώρουχα» παλιά που τα φοράνε χρόνια. Με «ρούχα», με «εσώρουχα» που μπορεί να μην τα φοράνε πια αλλά τα «κουβαλάνε».
Συναντιούνται οι άνθρωποι για να γεμίσουν μια ντουλάπα κοινή με όσα έχει ο καθένας. Διεκδικούν χώρο να βάλουν τα δικά τους. Κάποιος καταλαμβάνει περισσότερο χώρο στην ντουλάπα, κάποιος λιγότερο. Κάποιος βάζει όμορφα τακτοποιημένα τα πράγματα του, «αρχειοθετημένα», ίσως και ψυχαναγκαστικά βαλμένα. Ανά χρώμα, ανά ύφασμα, ανά περίσταση που φοριούνται. Σιδερωμένα, το ένα δίπλα στο άλλο, «στοιχισμένα».. Κάποιος ανοίγει την ντουλάπα και απλά πετάει όσα έχει να βάλει άτσαλα, ακατάστατα, «όπως να’ναι». Μπερδεμένα. Ανάκατα. Ασιδέρωτα.
Και οι δύο χρησιμοποιούν την ίδια ντουλάπα, και πρέπει να την γεμίσουν. Κάποιος έχει λίγα να βάλει μέσα, κάποιος μπορεί να βάλει πολλά. Ή μπορεί να έχουν τα ίδια να βάλουν.
Και αυτήν την ντουλάπα που μοιράζονται , αυτήν που γέμισαν μαζί, αυτήν έχουν να χρησιμοποιήσουν. Με τα λίγα ή με τα πολλά που έβαλε ο καθένας, τακτοποιημένα ή ακατάστατα, αυτήν την ντουλάπα έχουν να μοιραστούν. Και κάποια στιγμή ο ένας θα ζητήσει περισσότερο χώρο για τα πράγματα του, κι ο άλλος μπορεί να του τον δώσει ή να μην του τον δώσει. Και κάποια στιγμή ο ένας θα ζητήσει από τον άλλο να τακτοποίησει όσα έβαλε μέσα στην ντουλάπα ακατάστατα γιατί δεν μπορεί και δεν αντέχει πια το χάος. Κι ο άλλος μπορεί να βάλει το χάος σε μια τάξη ή να μην το βάλει και να ζητήσει από τον άλλο να βάλει εκείνος ένα χάος στην τάξη του γιατί εκείνος δεν μπορεί την πλήρη, ψυχαναγκαστική τάξη.
Και κάποια στιγμή θα καταλάβουν και οι δύο πως πρέπει να τακτοποιήσουν την ντουλάπα. Γιατί μαζεύτηκαν πολλά μέσα της. Γιατί έχει πάρα πολλά μέσα της, πράγματα που δεν τα χρησιμοποιούν πια, πράγματα παλιά και φθαρμένα που την «μπουκώνουν». Πράγματα που πρέπει να «πετάξουν». Και τότε κάποιος μπορεί να πετάξει πρόθυμα ή με δυσκολία όσα πρέπει να πετάξει. Ή μπορεί να πει στον άλλο «πέτα εσύ πράγματα, εγώ τα δικά μου τα θέλω, δεν πετάω τίποτα». Και μπορεί να πετάξουν ή να συνεχίσουν πεισματικά να κρατάνε πράγματα που συνεχίζουν να «μπουκώνουν» την ντουλάπα. Μέχρι να «σκάσει». Μέχρι να σπάσει.
Ντουλάπες είναι οι σχέσεις. Γεμάτες με πράγματα ανθρώπων. Που έφεραν για να γεμίσουν την ντουλάπα. Μόνο που καμια φορά οι άνθρωποι ξεχνάνε πως οι ντουλάπες θέλουν τακτοποίηση και αέρα. Καμιά φορά ξεχνάνε πως αυτή η ντουλάπα που μοιράζονται και οι δύο οφείλει να είναι όπως θέλουν και οι δύο. Τακτοποιημένη ή ακατάστατη. Και συνεχίζουν να φέρονται στην ντουλάπα σαν να ξεχνάνε πως την μοιράζονται. Σαν να νομίζουν πως στην ντουλάπα αυτή μόνο αυτοί έχουν δικαιώματα και πως δεν έχουν υποχρεώσεις. Και παίρνουν όλο τον χώρο, όλες τις κρεμάστρες και δεν αφήνουν χώρο στον άλλο να βάλει όσα έχει. Και είναι τότε που ο άλλος θα πάρει τα πράγματα του για να τα μοιραστεί σε μια άλλη ντουλάπα που χωράει όσα έχει ή για να τα βάλει σε μια ντουλάπα τελείως δική του. Που δεν θα την μοιράζεται με κανέναν.