Σε ακούω να μου μιλάς για τη ζωή σου. Για τα παιδικά σου χρόνια, τα εφηβικά σου φλερτ, τις σπουδές σου στο εξωτερικό, τη δουλειά που κληρονόμησες από τον μπαμπά σου. Μιλάς με μια αλαζονεία, μια ικανοποίηση για όλα αυτά που σου χαρίστηκαν στη ζωή σου, για όλα αυτά που δεν κόπιασες να αποκτήσεις και που για να είμαι ειλικρινής δεν νομίζω ότι εκτιμάς και ιδιαίτερα.
Ρωτάς για τη δική μου ζωή, πας στοίχημα μου λες ότι μια γυναίκα σαν και εμένα θα ήταν πολύ τυχερή στη ζωή της, σαν η ομορφιά που θεωρείς ότι έχω μου άνοιγε όλες τις πόρτες διάπλατα προτού καν τις χτυπήσω, ότι δεν θα δυσκολεύτηκα καθόλου να φτάσω εδώ που έφτασα.
Πίνεις μια γουλιά από τον καφέ σου, είσαι σίγουρος ότι με έχεις από το πρώτο λεπτό, ότι το αμάξι και το ρολόι σου αρκούν για να σου παραδοθώ άνευ όρων, ότι το εκλεπτυσμένο γούστο σου και το ακριβό ντύσιμό σου με έχουν θαμπώσει και ότι οι χιλιοπροβαρισμένες ατάκες στη πληθώρα των θαυμαστριών σου, έχουν καταφέρει να με εντυπωσιάσουν.
Ρουφάς το τσιγάρο σου τη στιγμή που με βλέπεις να σηκώνομαι και να πληρώνω το καφέ μου. Με ρωτάς που πας, κάπου αληθινά σου απαντάω. Αναρωτιέμαι αλήθεια πόσες γυναίκες υπάρχουν ακόμα εκεί έξω που ερωτεύονται με τόσο επιφανειακό τρόπο και γενικότερα πόσοι άνθρωποι είναι διατεθειμένοι να θάψουν καρδιά και μυαλό μόνο και μόνο για να είναι με κάποιον που κυκλοφορεί με το πιο γρήγορο αμάξι και το πιο εξελιγμένο κινητό της αγοράς, ή με τον μεγαλύτερο μισθό και τις πλούσιες διακοπές.
Τα έβλεπα γύρω μου καθώς μεγάλωνα και ας έκανα τρεις δουλειές ως φοιτήτρια και ας πάθαινα υπερκόπωση από το διάβασμα για την εξεταστική. Και πάντα μου προκαλούσε την ίδια απέχθεια αυτή η εκπόρνευση σωμάτων και η εξαγορά συναισθημάτων. Μεγάλωσα και τα βλέπω ακόμα γύρω μου, τώρα είναι κοντά μου περισσότερο από ποτέ αλλά πάντα κάνω την ίδια επιλογή όταν εντοπίζω αυτή τη κατηγορία ανθρώπων, πληρώνω τον καφέ μου και φεύγω. Γιατί την ώρα που εσύ διάλεγες το ακριβό σου ρολόι, εγώ διάλεγα την επόμενη δουλειά μου, την ώρα που προβάριζες το κοστούμι σου, εγώ έβαζα τις πυτζάμες μου για ύπνο μετά από δωδεκάωρα ορθοστασίας, την ώρα που διάβαζες τον κατάλογο των κρασιών σε αυτό το νέο εστιατόριο, εγώ διάβαζα ποίηση αναζητώντας τον στίχο που θα μιλήσει στη ψυχή μου.
Με κοιτάς που φεύγω, για μια στιγμή νομίζω ότι ακούω να με φωνάζεις, αλλά ξέρω ότι αν γυρίσω εσύ ήδη θα τσεκάρεις τη φράντζα σου στο καθρέφτη του μπαρ και θα φλερτάρεις τη σερβιτόρα. Αν γυρίσω θα είναι μόνο και μόνο για να προειδοποιήσω το κοριτσάκι που μπορεί να θαμπωθεί από τις χιλιάδες ευρώ που κουβαλάς και οδηγείς, για να της πω ένα μυστικό:
Το ρολόι δεν πρόκειται να σταματήσει ποτέ όταν είσαι στην αγκαλιά του, απλά θα μετράει αργά ένα ένα λεπτό που θα σου εξιστορεί τις υποτιθέμενες επιτυχίες του, τα ρούχα του δεν θα πεταχτούν ποτέ με λαχτάρα και πόθο στο πάτωμα από την ανάγκη του να νιώσει το κάθε εκατοστό του κορμιού σου γυμνό, αλλά θα διπλωθούν προσεκτικά και με μαθηματική ακρίβεια στη πολυθρόνα, με τον ίδιο τρόπο που θα σε αγγίξει, το αυτοκίνητό του δεν θα σε πάει μακρινά, απρογραμμάτιστα ταξίδια με ένα σάκο ο καθένας, αλλά στο μαγαζί της παραλιακής και θα σταθμεύσει έξω από την είσοδο.
Θυμήσου ο έρωτας δεν αγοράζεται, αλλά χαρίζεται και ανταποδίδεται χωρίς απόδειξη ταμιακής μηχανής.