Δεν έχουν περάσει πολλές ημέρες από τότε που βρέθηκα να κάθομαι δίπλα σε μια παρέα νεαρών αγοριών και η συζήτησή τους ομολογώ πως μου κέντρισε το ενδιαφέρον: Σχολίαζαν ένα τηλεοπτικό πρόγραμμα, ένα reality που επικεντρώνεται στις σχέσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών.

Το πρώτο που μου έκανε εντύπωση είναι ότι το σχολίαζαν με θαυμασμό. Εκεί, όμως, όπου πραγματικά εξεπλάγην είναι όταν άκουσα να σχολιάζουν πολύ θετικά τον συμμετέχοντα που έγινε γνωστός για τις μισογύνικες απόψεις του. Τα αγόρια της διπλανής πόρτας, λοιπόν, τα παιδιά της νέας γενιάς έβρισκαν «πολύ σωστά αυτά που λέει», γι’ αυτό έκριναν σκόπιμο να τον ακολουθούν σε «όλα τα social media που έχει προφίλ».

Αν κάποιος μου το περιέγραφε, δε θα το πίστευα. Κι όμως, είναι η αλήθεια. Και δεν είναι, φυσικά, το μόνο παράδειγμα αυτής της ανησυχητικής αλήθειας. Ενδεικτικό είναι ένα πρόσφατο τηλεοπτικό ρεπορτάζ που έκανε αίσθηση συγκεντρώνοντας τα αρνητικά σχόλια που συνέλεξαν τρεις διαφορετικές γυναίκες, όχι για την ιδιότητα και το έργο τους, αλλά για την εμφάνισή τους. «Πότε άραγε η κοινωνία θα είναι έτοιμη να ξεπεράσει την εικόνα και να σταθεί στην ουσία;», διερωτάται η ρεπόρτερ, με τη δημοσιογράφο Αναστασία Γιάμαλη, που παρουσίασε το ρεπορτάζ, να απαντά για όλους μας: «Νομίζω ότι έχει κουράσει πια».

 
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
 

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Natasa Giamali (@natasagiamali)

Δεν είναι λίγες, επίσης, οι φωνές που εκφράζουν προβληματισμό για τη μόδα της trap, που είναι τόσο δημοφιλής στους υπό διαμόρφωση νέους και παρουσιάζει τη γυναίκα ως όλα αυτά που οι μεγαλύτερες παλεύουν χρόνια να ανατρέψουν: Ένα ερωτικό αντικείμενο, ένα τρόπαιο.

Παράπλευρες απώλειες

Μάλιστα, η διαρκώς επεκτεινόμενη μόδα φαίνεται να παίρνει μορφές που δεν είχαμε ποτέ φανταστεί. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι διαμάχες μεταξύ διάσημων ανδρών, που γίνονται μπροστά στα φώτα της δημοσιότητας. Σε μια μάχη ανταγωνισμού μεταξύ τους και για να «χτυπήσουν» ο ένας τον άλλο, οι διάσημοι άνδρες χρησιμοποιούν…γυναίκες. Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί η διαμάχη μεταξύ του Drake και του Kendrick Lamar. Βασικό «όπλο» και των δύο στη μεταξύ τους διαμάχη ήταν οι ταραχώδεις σχέσεις τους με τις γυναίκες: Ο Lamar κατηγόρησε τον Drake ότι είχε σχέσεις με ανήλικα κορίτσια, ενώ ο Drake απάντησε με κατηγορίες για ενδοοικογενειακή βία. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πήραν φωτιά από συζητήσεις για το ποιος φάνηκε να «κερδίζει» τη διαμάχη και ποιανού η φήμη υπέστη μεγαλύτερη ζημιά…Όμως οι γυναίκες που βρέθηκαν στο επίκεντρο αυτών των κατηγοριών σχεδόν ξεχάστηκαν, οι φωνές τους «πνίγηκαν» μέσα στο θόρυβο.

Η ίδια ανησυχητική αφήγηση διαδραματίζεται στην Ιταλία, όπου οι εγχώριοι ράπερς χρησιμοποιούν επώνυμες γυναίκες με διόλου κολακευτικό τρόπο στα τραγούδια τους. Ονόματα όπως η Chiara Ferragni, η Chiara Biasi, η Taylor Mega και η Vittoria Ceretti χρησιμοποιούνται ως πυρομαχικά. Ο Nicolò Rapisarda καυχιέται: «Η Chiara λέει ότι με λατρεύει», ενώ ο Federico Lucia ανταπαντά με: «Κάνω κέντα με την Chiara Biasi» και «Έχεις περάσει περισσότερο χρόνο στην αποτρίχωση απ’ ότι να είσαι με τη Vittoria Ceretti». Πρόκειται για έναν φαύλο κύκλο όπου οι γυναίκες υποβαθμίζονται σε τίποτα περισσότερο από ένα «τρόπαιο» σε ένα παιχνίδι ανδρικού ανταγωνισμού.

Αυτή η δημόσια προβολή ιδιωτικών θεμάτων, διανθισμένη με slut-shaming και ελάχιστα καλυμμένο μισογυνισμό, χρησιμεύει μόνο για τη διαιώνιση επιβλαβών στερεοτύπων και την ενίσχυση των χειρότερων πτυχών του τοξικού ανδρισμού.

Μια τάση με τρομακτική ανταπόκριση

Οι επιπτώσεις αυτής της κρίσης μισογυνισμού των επιδραστικών καλλιτεχνών διαχέονται, όπως είναι φυσικό, στη δημόσια σφαίρα, πλημμυρίζοντας τα προφίλ των εμπλεκόμενων γυναικών με έναν χείμαρρο προσβολών, κατηγοριών και χυδαίων σχολίων. Οι θαυμαστές των εν λόγω καλλιτεχνών, πρόθυμοι να υπερασπιστούν τα ινδάλματά τους, συχνά καταφεύγουν σε βαθιά μισογυνική γλώσσα. Το τραγικότερο της όλης υπόθεσης είναι ότι πρόκειται για γυναίκες που αποτελούν απλώς παράπλευρες απώλειες και δεν έχουν κάνει τίποτα που να δικαιολογεί αυτή την αντίδραση. Σηκώνουν, ωστόσο, το κύριο βάρος της. Το πραγματικό πρόβλημα, λοιπόν, δεν είναι αποκλειστικά οι πράξεις των ανδρών, αλλά και η κουλτούρα που διαιωνίζουν – μια κουλτούρα που ανάγει τα πάντα -συμπεριλαμβανομένης της αξιοπρέπειας και της ιδιωτικής ζωής των γυναικών- σε παιχνίδι.

Καθώς αυτές οι διαμάχες κυριαρχούν στα πρωτοσέλιδα και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, καταλαμβάνουν και τις μηχανές αναζήτησης. Οι τάσεις γεμίζουν με τα ονόματα των γυναικών που εμπλέκονται, όχι για τα δικά τους επιτεύγματα, αλλά λόγω της εμπλοκής τους στις διαμάχες των ανδρών. Γίνονται γνωστές ως «η κοπέλα κάποιου» ή «η πρώην εκείνου», επισκιάζοντας τα επιτεύγματά τους και ενισχύοντας την ιδέα ότι η επιτυχία των γυναικών είναι εγγενώς συνδεδεμένη με τις σχέσεις τους με τους άνδρες. Η αφήγηση που προωθείται τις παρουσιάζει ως εργαλεία σε μια μάχη που δεν είναι καν δική τους, ούτε και θα έπρεπε να τις αφορά.

Η λύση σε αυτόν τον βαθιά ριζωμένο μισογυνισμό δεν είναι απλή, αλλά η σιωπή δεν αποτελεί πλέον επιλογή. Είναι καιρός να επανεξετάσουμε τον χαλαρό τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε τέτοιους είδους «μόδες». Μέχρι η κουλτούρα να αλλάξει και όσοι συμμετέχουν σε αυτή να αναλάβουν το μερίδιο της ευθύνης τους, ο μισογυνισμός θα συνεχίσει να υφίσταται ανεξέλεγκτα. Ο δρόμος είναι μακρύς, αλλά η αναγνώριση του προβλήματος είναι το πρώτο βήμα προς την αλλαγή.