througheyes

– Συγγνώμη, αυτό το μαύρο το σακάκι υπάρχει σε μίντιουμ;

– Ναι βεβαίως, μισό λεπτό να σας το φέρω. Μόνο που αυτό που μου δείχνετε είναι μπλε σκούρο, εσείς το θέλετε σε μαύρο που μου είπατε ή σε μπλε σκούρο που μου δείχνετε;

– Εχμ, σε αυτό που σας δείχνω. Βασικά σε όποιο νομίζετε ότι θα ταιριάζει περισσότερο και με άλλα χρώματα σας παρακαλώ.

Τελικά έφυγα από το μαγαζί με το «μπλε σκούρο» για την πωλήτρια, «μαύρο» για εμένα σακάκι. Και με την διάγνωση οτι έχω δυσχρωματοψία.

Βλέπω τα χρώματα. Και ξέρω πώς τα λένε. Ξέρω το «μπλε μαρέν», το «γκρι αρζάν», το «κόκκινο Βουργουνδίας», το «τσαγαλί», την «ώχρα». Μόνο που δεν τα βλέπω και πολύ ξεκάθαρα όσο οι άλλοι άνθρωποι. Και όχι όλα. Και δεν μπορώ να τα διακρίνω. Οι αποχρώσεις του μπεζ για εμένα είναι όλες «αμμί», το χρώμα της άμμου, το άσπρο είναι άσπρο, όλες οι υπόλοιπες αποχρώσεις και τα παρεμφερή με αυτό χρώματα είναι για εμένα «πολύ άσπρο», «λίγο άσπρο», «σπασμένο άσπρο», το καφέ χρώμα αν είναι μαζί με άλλα χρώματα μπορεί να είναι μοβ, ενώ πρόσφατα με ενημέρωσαν οτι το χρώμα που βάψαμε το σαλόνι είναι «πουδρέ». Εγώ το βλεπω «αμμί».

Πολλές φορές δεν υπάρχει ονομασία για το χρώμα που βλέπω, έτσι έχω βρει δικές μου ονομασίες για τα χρώματα, το «ουισκί», το «κοκακολί», το «ψητοκοτοπουλί», το «πασοκί», το «λαμπακίσυνταγματί» και έτσι τις περισσότερες φορές οι άλλοι καταλαβαίνουν ποιο χρώμα εννοώ. Όσο κι αν εκείνοι το βλέπουν αλλιώς.

Δεν έχω αντιμετωπίσει ιδιαίτερα προβλήματα με την δυσχρωματοψία. Αρκετές φορές ρωτάω αν «πάνε τα χρώματα που φοράω» γιατί δεν μπορώ να καταλάβω αν πάνε γενικά, ενώ εμένα μου πάνε. Βέβαια όταν δεν βρίσκω κάποιον να ρωτήσω αν ταιριάζουν τα χρώματα που φοράω ή αν δεν με νοιάζει αν ταιριάζουν τα χρώματα που φοράω, έχω καταλήξει να φοράω χρώματα που δεν ταιριάζουν και όταν μου το επισημαίνουν αυτό, απαντάω: «και το μαύρο με το γκρι λένε ότι δεν ταιριάζει αλλά αυτά είναι τα χρώματα του ιβ σεν λοράν». Άλλες φορές πάλι τυχαίνει να αρέσουν στους άλλους οι συνδυασμοί που κάνω λέγοντας «τρελό! Δεν θα σκεφτόμουν ποτέ να συνδυάσω αυτά τα χρώματα! Είναι ωραίο όμως». Ούτε εγώ το σκέφτηκα, αλλά εγώ βλέπω κάτι άλλο από αυτό που βλέπουν εκείνοι.

Στην οδήγηση καμιά φορά βλέπω το κόκκινο πορτοκαλί και το πορτοκαλί κοκκινο. Κι αυτό θα μπορούσε να είναι σοβαρό πρόβλημα για εμένα και για τους άλλους αν δεν γνώριζα ότι το πορτοκαλί είναι στην μέση στο φανάρι, και αν δεν παρατηρούσα και τους άλλους οδηγούς πώς συμπεριφέρονται πριν ή μετά στα φανάρια.

Και κάπως έτσι την παλεύω με την δυσχρωματοψία. Και πολλές φορές είναι διασκεδαστικό όταν για παράδειγμα θα μου ζητήσει η αδερφή μου για δώρο μια γκρι μπλούζα κι εγώ θα της πάρω μια μοβ ανοιχτό. Ή όταν θα μου στείλει ο Βασίλης φωτογραφία με πέντε αποχρώσεις του μπλε  για να διαλέξω για τους τοίχους του δωματίου μου κι εγώ θα του απαντήσω «ΟΛΑ ΙΔΙΑ ΕΙΝΑΙ ΔΙΑΛΕΞΕ ΟΠΟΙΟ ΘΕΣ».

Από την άλλη όμως είναι και φορές που κατέληξα στο να μαλώνω λόγω της δυσχρωματοψίας γιατί εγώ έβλεπα την τράπουλα «κυπαρισσί» και ο ξάδερφός μου «σκούρο μπλε», και προσπαθούσε να πείσει ο ένας τον άλλο για την ορθότητα ή την αντικειμενικότητα αυτού που έβλεπε. Όπως επίσης μάλωσα και με εκείνο το e-shop γιατί στο τηλέφωνο τους παρήγγειλα «την καφέ μοκέτα που βλέπω», ενώ εκείνοι επέμεναν να με διορθώνουν λέγοντάς μου «την σταχτί εννοείτε». Κι όλο αυτό κράτησε γύρω στο δεκάλεπτο μέχρι που μου ζήτησαν να τους διαβάσω τον κωδικό της μοκέτας που έβλεπα και κάπως έτσι συμφωνήσαμε. Ή συμβιβαστήκαμε.

Στην αρχή θυμάμαι ντρεπόμουνα να πω πως εχω δυσχρωματοψία. Λες και θα έπρεπε να ντρέπομαι να πω αυτό που βλέπω επειδή είναι διαφορετικό από αυτό που βλέπουν οι άλλοι.  Σιγά σιγά συνήθισα να εξηγώ τι χρώμα βλέπω και κατάλαβα πως είναι αρκετά χρήσιμο και ειλικρινές να λες στον άλλο τι και πώς το βλέπεις. Ό, τι και αν είναι αυτό. Ένα χρώμα, μια πράξη, ένα γεγονός. Κατάλαβα πως ο άλλος ίσως σε ακούσει περισσότερο αν του πεις «εγώ το βλέπω έτσι. Θες να μου πεις πώς το βλέπεις εσύ;». Και σου λέει και εκείνος πώς το βλέπει. Και είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον να ακούς κι εσύ πώς το βλέπει ο άλλος αυτό που εσύ βλέπεις αλλιώς.

Γιατί δεν υπάρχει αντικειμενικότητα, ούτε μία αλήθεια. Υπάρχουν μόνο μάτια, μυαλά και ψυχές που βλέπουν όπως μπορούν και όπως έχουν μάθει. Τη δική τους αλήθεια, τον δικό τους κόσμο. Είναι σαν αυτό το «πάρε τα μάτια μου και κοίτα». Κι έτσι πορεύεται ο ένας  με την αλήθεια του άλλου, με την ματιά του άλλου, είτε συμφωνούν είτε διαφωνούν. Απλά εκθέτοντας τη δική τους αλήθεια.

Κι όταν τα πράγματα γίνονται «επικίνδυνα» και φτάνουν σε δύσκολο σημείο, θα ήταν εξαιρετικά βοηθητικό και να λένε «κοίτα να δεις, εσύ το βλέπεις κόκκινο, εγώ πορτοκαλί. Δεν θα σε πείσω ότι είναι πορτοκαλί, δεν θα με πείσεις οτι είναι κόκκινο. Αλλά για να μην τρακάρουμε, ας συμφωνήσουμε ότι αυτό που βλέπουμε βρίσκεται στην μεσαία θέση στο φανάρι, κι ας συνεχίσουμε την πορεία μας με αυτό. Όπως κι αν το βλέπει ο καθένας, αυτό είναι εκεί. Κι αυτό είναι ίσως το μόνο αντικειμενικό πίσω από την υποκειμενικότητα με την οποία το βλέπουμε».