Το ποίημα του Jorge Luis Borges με τίτλο ‘Μαθαίνεις’, πρόκειται για ένα ορόσημο στις έννοιες ‘συν-εξάρτηση’ και ‘αυτο-εξάρτηση’. Με μια πρώτη ανάγνωση μπορεί εύκολα κανείς να καταλάβει πως το πέρασμα του ανθρώπου από την μία έννοια στην άλλη είναι ανεπαίσθητο. Πολλές φορές η μετάβαση από την μια κατάσταση στην άλλη συμβαίνει ασυνείδητα.
“Μετά από λίγο μαθαίνεις την ανεπαίσθητη διαφορά ανάμεσα στο να κρατάς το χέρι και να αλυσοδένεις μια ψυχή. Και μαθαίνεις πως αγάπη δεν σημαίνει στηρίζομαι. Και συντροφικότητα δεν σημαίνει ασφάλεια. Και τα δώρα δεν είναι υποσχέσεις. Και μαθαίνεις… και μαθαίνεις…”
Έχεις αναρωτηθεί ποτέ όμως πόσο διαφορετικές θα ήταν οι σχέσεις μας εάν κάναμε πράγματα “με” τον άλλον και όχι “για” τον άλλον; Πόσο πιο ευτυχισμένοι θα ήμασταν τελικά αν υπήρχαμε ως πλήρως αυτοεξαρτώμενα άτομα;
Ισότητα, ταυτότητα, αυτοκυριαρχία
Εάν θα έπρεπε να χαρακτηρίσουμε την έννοια της αυτο-εξάρτησης θα λέγαμε πως αποτελείται σίγουρα από αυτοκυριαρχία, ταυτότητα. Και όσων αφορά τις διαπροσωπικές σχέσεις, ισότητα. Το να συνάπτουμε σχέσεις είναι μια ανάγκη η πιο οποία μας χαροποιεί. Μας κάνει να αισθανόμαστε αποδεκτοί και φυσικά μας προσφέρει ικανοποίηση και ευτυχία. Υπάρχουν όμως σχέσεις, μέσα στις οποίες το άτομο δυσκολεύεται να βρει την αυτοκυριαρχία του και την ταυτότητά του. Μιας και η συν-εξάρτηση με κάποιο άλλο πρόσωπο είναι πολύ πιο δυνατή από κάθε άλλο συναίσθημα.
Τι είναι όμως η συν-εξάρτηση;
Πρόκειται για μια κατάσταση κατά την οποία το άτομο αδυνατεί να σκεφτεί, να αισθανθεί και να πράξει χωρίς να εξαρτάται από κάποιο άλλο πρόσωπο. Ορισμένες συχνές σκέψεις ενός συν-εξαρτόμενου ατόμου είναι οι εξής: ‘Πώς θα ζήσω μέσα από εσένα;‘’’, ‘Πώς θα ικανοποιηθείς εσύ για να μπορέσω να ικανοποιηθώ και εγώ;’, ‘Υπάρχω, αρκεί να υπάρχεις’. ‘Θέλω να με έχεις ανάγκη, δεν μου αρκεί μόνο να με αγαπάς’. Και η αλλοίωση του ‘εγώ’ δεν σταματάει εδώ. Πίσω από αυτές τις σκέψεις υποβόσκει η απουσία του ‘εμείς’, μιας και όλα επικεντρώνονται στο ‘εσύ’. Ένας συν-εξαρτημένος άνθρωπος λοιπόν δεν αγαπάει πραγματικά τον άλλο, αντιθέτως εντρυφεί απεριόριστα στις πιο παράδοξες επιθυμίες του. Αδυνατεί έτσι να θέσει όρια στον εαυτό του και κατ’επέκταση στις σχέσεις του.
Σε τι διαφέρει η αυτο-εξάρτηση;
H αυτο-εξάρτηση αποτελείται από υγιή εσωτερικά κίνητρα, καθώς οι πράξεις, οι σκέψεις και τα συναισθήματά του ατόμου αποτελούν προσωπική ευθύνη και ύστερα ομαδική υπόθεση. Εδώ δεν παρατηρείται η ανάγκη για εξάρτηση από κανέναν, παρά μόνο για τον ανεξάρτητο εαυτό. Ασφαλώς κάθε άνθρωπος και κάθε σχέση διαφέρει, όπως και οι φάσεις που διανύονται κατά την διάρκεια μιας σχέσης.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά και ο συγγραφέας Desmond Morris, υπάρχουν 4 φάσεις από τις οποίες περνάει μια σχέση. Πιο συγκεκριμένα:
Φάση 1: Έλα πιο κοντά.
Φάση 2: Aγκάλιασε με πιο σφιχτά, σε ικετεύω.
Φάση 3: Χαλάρωσε λίγο, σε παρακαλώ.
Φάση 4: Θέλω να μείνω για λίγο μόνος/μόνη μου!
Και πραγματικά αναρωτιέμαι ποια σχέση δεν έχει περάσει έστω και για μια φορά από κάποια ή και από όλες αυτές τις φάσεις; To οξύμωρο όμως δεν είναι αυτό, αλλά το γεγονός ότι η δεύτερη φάση στις συν-εξαρτημένες σχέσεις έχει την τάση να επιμένει, στον βαθμό του να γίνεται παθητικά απολαυστική και τελικά καθοριστική για την συνέχεια μιας σχέσης. Το άτομο εδώ ή και τα δύο πρόσωπα, αποφασίζουν τελικά ηθελημένα να συν-εξαρτώνται καθηλωμένα σε αυτό που έχουν επιλέξει να ονομάζουν σχέση.
Το πέρασμα από την συν-εξάρτηση στην αυτο-εξάρτηση
Θα πρέπει να γίνει σαφές πως η συν-εξάρτηση είναι μια συναισθηματική δυσκολία ως προς την οριοθέτηση του εαυτού και των άλλων. Είναι πολύ συνηθισμένη και σχεδόν όλοι μας έχουμε βιώσει ή βιώνουμε κάποιες μορφές συν-εξάρτησης, έστω και πολύ ελαφριά. Η συν-εξάρτηση είναι κατά κύριο λόγο αποτέλεσμα της δυσλειτουργικής ανατροφής στην παιδική ηλικία και επειδή φυσικά καμία οικογένεια δεν είναι απόλυτα λειτουργική, είναι αναμενόμενο η έννοια της συν-εξάρτησης να μας αφορά όλους μας, είτε συχνά, είτε κατά περιόδους.
Η επίγνωση μιας τέτοιας κατάστασης είναι το πρώτο και πιο βασικό βήμα. Ύστερα αν η ύπαρξη αυτής της κατάστασης επιμένει, τότε με την βοήθεια της γνωσιακής προσέγγισης μπορεί πραγματικά να θεραπευτεί, δίνοντας βάση στα δυσλειτουργικά μοτίβα σε συνδυασμό με ταυτόχρονη θεραπεία του πρωτογενούς τραύματος της παιδικής ηλικίας, η οποία οδηγεί τελικά το άτομο στην έλλειψη ορίων.
Η αλήθεια είναι πως το πέρασμα από την συν-εξάρτηση στην αυτο-εξάρτηση είναι κατά κάποιον τρόπο επώδυνο και αυτό γιατί δεν είναι εύκολο να γίνει ξεκάθαρο ποια από τις δύο καταστάσεις βιώνει το άτομο. Επιπλέον, η συν-εξάρτηση ως έννοια δεν αναγνωρίζεται ευρέως στην κοινωνία μας ως δυσλειτουργία, έτσι έχει την τάση να παρερμηνεύεται αρκετά συχνά ως ‘υπερβολική αγάπη’. Οι σχέσεις όμως που γίνονται αποπνικτικές σε καμία περίπτωση δεν υποδηλώνουν ούτε και εμπεριέχουν την έννοια της αγάπης. Αξίζει, λοιπόν, αν δυσκολευόμαστε να αισθανθούμε ανεξάρτητοι ως οντότητες, να αναρωτηθούμε: Mε ποιόν τρόπο μπορώ και σκοπεύω να βιώσω την ελευθερία του να μπορώ να ‘είμαι’ δίχως να εξαρτώμαι από κάποιο άλλο πρόσωπο;