Δε θα σου πω ψέματα. Και ίσως, να το γράφω για να βρω και κάποιον/α άλλη στην ίδια κατάσταση με μένα. Τα όσα εγκεφαλικά κύτταρα μου έχουν μείνει, δυσκολεύονται να συντάξουν το ‘’πρόβλημα’’ μου. Δεν έχω έμπνευση, μα ούτε με συγκινεί και κάτι.

Τι εννοώ; Δε θυμάμαι πότε ήταν η τελευταία φορά, που είδα κάτι ή άκουσα και ένιωσα να με συνεπάρει. Να με κάνει να ανατριχιάσω. Να μου μείνει για μέρες στο μυαλό και να το συζητάω από εδώ και εκεί. Να μου δώσει έμπνευση για το κάτι παραπάνω. Να θέλω να αλλάξω την καθημερινότητα μου άμα λάχει ρε αδερφέ.

«Είσαι τρελή;» θα με ρωτήσεις και ίσως να έχεις δίκιο. Δε ξέρω, δε λειτουργώ έτσι. Κολλάω και αγχώνομαι και ίσως να πνίγομαι μόνη μου, σε μια κουταλιά νερό. Ίσως πάλι, να τα αποζητώ και να τα θέλω στη ζωή μου, γιατί νιώθω ότι όλα αποκτούν μια κάπως, ίδια μονότονη υπόσταση. Και αν όχι μονότονη, ξένη και άγρια ως προς εμένα με τα περιστατικά που μας βομβαρδίζουν αυθημερόν. Ίσως πάλι να τα αποζητώ γιατί θέλω να υπάρχει ένα ροζ συννεφάκι από πάνω μου. Ίσως πάλι, να μεγαλώνω και να αλλάζω.

Το μοιράστηκα με την Μ. και με μια κάπως ζηλευτή χαλαρότητα μου απάντησε: «Μήπως θέλεις πολλά; Δε γίνεται και μετακόμιση και δουλειά και δουλειές σπιτιού που θα προκύπτουν συνεχώς και συγκίνηση και έμπνευση και όλα τα άλλα τα ψαγμένα που θες, να συνυπάρξουν. Ή αλλάζεις καθημερινότητα και δουλειά για να έχεις το τελευταίο ή απλά κάθεσαι και όταν χαλαρώσεις θα το έχεις και αυτό. Αν χαλαρώσεις … Επίσης, αν σταματήσεις την υπερανάλυση, ίσως κάτι καταφέρεις…» Με υποχρέωσε και εκείνη…

Και τότε ένιωσα βλάκας. Δε με θυμόμουν έτσι. Να μην ενθουσιάζομαι με τίποτα. Να ψάχνω να νιώσω κάτι έντονο με κάτι ξένο από μένα. Να ακούω κάποιο τραγούδι που παλιότερα με ανατρίχιαζε και τώρα να μου περνά αν όχι αδιάφορο, απλά σαν ένα ακόμη κομμάτι.

Που πάει το συναίσθημα αυτό, που αδυνατώ να βρω μια λέξη για να τα συνδυάσω όλα, όταν πεθάνει; Πώς γίνεται να μπορείς να ζεις μια ζωή, που σπάνια θα σου προσφέρει κάτι έντονο και αξέχαστο; Τι κάνεις; Νοσταλγείς το παρελθόν; Ψάχνεις παραπάνω και πιέζεις τον εαυτό σου να νιώσει, έστω και σαν placebo; Ή απλά συμβιβάζεσαι και περιμένεις να περάσει, όπως μου είπε η Μ. κοιτάζοντας μετά τα αυριανά της ραντεβού.

Υ.Γ: και αν τελικά, με τη πάροδο του χρόνου και την απαξίωση των όσων συναισθημάτων υπάρχουν, γινόμαστε πιο ρηχοί και σταματήσουμε να νιώθουμε;