Αν με ρωτάς, τα ραντεβού είναι αναγκαίο κακό. Ιδανικά, τους ανθρώπους που ερωτευόμαστε θα έπρεπε να τους γνωρίζουμε στο δρόμο, στο μετρό, στο φανάρι. Και να τα λέμε όλα εκεί. Να περιγράφουμε την ιστορία της ζωής μας, τα θέλω μας, τα χαριτωμένα κουσουράκια μας και όνειρά μας στα καθίσματα του λεωφορείου. Ή στο φανάρι. Με ανοιχτά παράθυρα και τους άλλους πίσω να κορνάρουν. Όπως είμαστε. Με τα ρούχα της δουλειάς ή με το παλτό και από μέσα τη πιτζάμα καθώς πηγαίνουμε για παρμεζάνα στο σούπερ μάρκετ.
Αλλά όχι. Επιλέξαμε -ένας θεός ξέρει γιατί- να κάνουμε μικρά συνεχόμενα σόου πριν από κάθε ερωτική σχέση. Λες και δε θα καταλήξουμε να βλέπουμε ο ένας τον άλλο σαν να πηγαίνουμε να πάρουμε παρμεζάνα από το σούπερ μάρκετ.
Στο μεταξύ, η παγίδα των ραντεβού είναι πολυεπίπεδη
Ακόμα και αν υποθέσουμε ότι είναι ΟΚ το να είναι τα ραντεβού σαν μικρές συνεντεύξεις για δουλειά, η στιλιστική παγίδα είναι η πιο tricky από όλες. Ναι, στη μικρή αυτή ερωτική συνέντευξη θα προβάλεις τον καλύτερο εαυτό σου. Τα μεγάλα σου όνειρα και τις καλύτερες συνήθειες σου. Στη “συνέντευξη” αυτή που λες δεν είσαι καθόλου κτητική, καθόλου νευρική, ξέρεις τον ΚΟΚ καλύτερα και από τον κατάλογο το αγαπημένου σου μπαρ. Στη συνέντευξη αυτή είσαι μια cool νέα γυναίκα χωρίς απωθημένα, φωνές στο τηλέφωνο με τη μάνα σου και κακές σχέσεις με τη σπιτονοικοκυρά σου. Δεν κλαις πάνω από τη ζυγαριά και δεν είσαι εθισμένη στο Instagram. Είσαι ένα free spirit.
Αλλά γιατί μέσα σε όλο αυτό το coolness πρέπει να είσαι και sexy ντυμένη;
Αν ο κανόνας της προσφοράς και της ζήτησης ισχύει παντού, τότε το ίδιο συμβαίνει και με τα άρθρα για το σωστό outfit για τα πρώτα ραντεβού. Η απάντηση είναι κλασική. Μαύρο άσπρο, ψιλοτάκουνα, κόκκινο κραγιόν, μικρό τσαντάκι. Οι χαώδεις γυναικείες τσάντες δεν είναι καθόλου cool, σωστά; Πρόσεξε να μην είναι ούτε πολύ κοντή η φούστα ούτε πολύ μακριά. Το κραγιόν long lasting για να μη φύγει με το φαγητό, αλλά και για να μη φοβηθεί να σε φιλήσει. Το ποτό πάντα με καλαμάκι. Δε θέλεις να γίνεις κλόουν. Ακόμα δεν έχεις πάθει overdose από τις συμβουλές για ραντεβού; Γιατί είναι αυτονόητο πως αν κάποιος σου πει σε άσχετο χρόνο σε ποιο σημείο πρέπει να φτάνει η φούστα σου θα σηκώσεις φρύδι; Ενώ σε ό,τι έχει να κάνει με τα ραντεβού, ακολουθείς πιστά οδηγίες ανθρώπων που στην πραγματικότητα δεν έχεις ιδέα αν έχουν έστω και ένα επιτυχημένο ραντεβού στο ενεργητικό τους;
Σίγουρα έχεις παίξει με τους φίλους σου το παιχνίδι που προσπαθείτε να μαντέψετε σε ποιο ραντεβού είναι το διπλανό wannabe ζευγάρι στο μπαρ. Η τελευταία φορά που το έκανα εγώ ήταν προχθές:
Καθόμασταν στο μπαρ με τη φίλη μου. Στα αριστερά μας ήταν δύο παιδιά στα 20κάτι. Έπιναν ντροπαλά το ποτό τους. Από το γεγονός ότι είχαν καθίσει στο μπαρ και όχι σε τραπέζι, υποθέσαμε ότι αυτό πρέπει να ήταν το δεύτερο ραντεβού τους. Η κοπέλα φορούσε ένα δερμάτινο σορτσάκι με Dr. Martens. Το αγόρι είχε μείνει πιστό στο blue jeans & white shirt μοτίβο. Σε λίγο θα χρειάζονταν ένα δωμάτιο. Σίγουρα.
Πίσω μας σε ένα τραπέζι κάθονταν δύο νέοι στα 30κάτι. Εκείνη ξανθιά, όμορφη, με ρούχα γραφείου. Πρέπει να είχε έρθει απευθείας από τη δουλειά. Φαινόταν πως από το πρωί πρόσεχε να μην τσαλακωθεί. Πριν μπει στο μπαρ σίγουρα είχε περάσει άλλη μια στρώση μάσκαρα και είχε φρεσκάρει το κραγιόν της. Εκείνος φαινόταν να είχε περάσει μια βόλτα από το σπίτι. Το άρωμά του ήταν πιο έντονο από το δικό της. Είχαν τα χέρια τους στα ποτά τους και συχνά κοιτούσαν γύρω τους τον κόσμο. “Ξεκάθαρα πρώτο ραντεβού”, είπαμε σχεδόν ταυτόχρονα με την Εύα. Ενώ μετά αναλύαμε πως η γλώσσα τους σώματός τους έδειχνε πως δεν υπήρχε χημεία.
Στο πίσω μέρος του μαγαζιού -ένα σημείο που σχεδόν δε φαινόταν- κοντά στις τουαλέτες, καθόταν μια κυρία. Πρέπει να ήταν γύρω στα 37. Φορούσε μια τζιν σαλοπέτα και είχε τα μαλλιά της πιασμένα σε ένα χαλαρό bun. Το βλέμμα σου τραβούσε ένα ογκώδες δαχτυλίδι στο χέρι της. Δίπλα της είχε ένα μικρό κορίτσι, γύρω στα τέσσερα. Κρίνοντας από την άνεση με την οποία ψαχούλευε τη χαώδη τσάντα της για να βγάλει μαρκαδόρους και μπλοκάκια, μάλλον ήταν κόρη της. Η κυρία είχε βγάλει τα πόδια της έξω από τα σταράκια της, σαν να ήθελε να τα ξεκουράσει. Δεν την ενδιέφερε καθόλου το τι θα έλεγε ο οποιοσδήποτε.
Μετά από λίγη ώρα πλησίασε το τραπέζι της ένας κύριος
Έδειχνε να μην ήξερε καν ποια θα συναντούσε. Την πήρε τηλέφωνο για να καταλάβει ποια είναι. Πρέπει να την περνούσε δέκα χρόνια. Με την Εύα εγκρίναμε τη διαφορά ηλικίας και συνεχίσαμε τη συζήτησή μας.
Μετά από αρκετή ώρα, πηγαίνοντας στην τουαλέτα και μη έχοντας ασχοληθεί με αυτό το τραπέζι είδα την εξής εικόνα: Η γυναίκα συνέχιζε να μη φοράει τα σταράκια της. Είχε ξεκουμπώσει και τη μια τιράντα της σαλοπέτας για να είναι άνετη. Εκείνος μοίραζε την προσοχή του ανάμεσα σε εκείνη και τη μικρή που προσπαθούσε να ζωγραφίσει, έχοντας αναθέσει σε εκείνον την επιλογή των χρωμάτων. Φαινόταν να έχει πάρει σοβαρά τη δουλειά του και να μην τον ενδιαφέρουν οι λεκέδες από τους μαρκαδόρους στα χέρια και τη μπλούζα του. Όταν έβγαινα από την τουαλέτα, ο σερβιτόρος ήταν στο τραπέζι τους. Έπαιρναν ακόμα ένα γύρο φυσικούς χυμούς.
Έψαξα με το βλέμμα μου τα υπόλοιπα ραντεβού της ημέρας. Το ζευγάρι των τριαντακάτι είχε φύγει. Οι δύο εικοσάριδες ήταν χαμένοι στο κινητό τους. Χάθηκε το vibe. Μάλλον δε θα χρειάζονταν δωμάτιο, αλλά κάποιον φίλο να τους σώσει από την πλήξη με ένα τηλεφώνημα.
Αν γινόταν διαγωνισμός επιτυχημένων ραντεβού, η κυρία με τη σαλοπέτα θα είχε κερδίσει. Εκεί με τα ανακατεμένα μαλλιά της και τα πόδια πάνω στην καρέκλα. Με όλα τα “red flags”. Η κυρία που βγήκε blind date και πήρε και την κόρη της μαζί. Που δε σκέφτηκε αν θα τον “τρομάξει”. Δε σκέφτηκε να βάλει κάτι στενό για να αναδείξει το σώμα της. Δε σκέφτηκε να ισιώσει τα μαλλιά της ούτε να βάλει κραγιόν. Η κυρία με τους δύο φυσικούς χυμούς και τους μαρκαδόρους στην τεράστια τσάντα της.