Δεν πιστεύω ότι κομίζω γλαύκας εις Αθήνας λέγοντας ότι η φράση “Πρέπει να μιλήσουμε”, είναι για έναν άνδρα ό,τι είναι για μια γυναίκα η κυτταρίτιδα. Ή ένα σπυράκι που εμφανίζεται στο πρόσωπο 2 ώρες πριν “το μεγάλο ραντεβού”: ο απόλυτος τρόμος! Και, φυσικά, αυτός ο τρόμος είναι απολύτως δικαιολογημένος! Ποτέ στην ιστορία της ανθρωπότητας (ή, έστω, στην ιστορία της ανθρωπότητας των τελευταίων 26 χρόνων για την οποία και δικαιούμαι να έχω άποψη) δεν ακολούθησε αυτή τη φράση, μια εποικοδομητική συζήτηση για το αν θα φάμε πίτσα ή σουβλάκι για βραδινό!
Συνήθως η ατάκα έρχεται ως κεραυνός εν αιθρία, κάνοντάς μας να απορούμε τι κάναμε αυτή τη φορά που σας ενόχλησε τόσο, ώστε να πρέπει να το συζητήσουμε διεξοδικά. Και πηγαίνει χωρίς να λέγεται, ότι δεν σας αρκεί απλώς να σας ζητήσουμε ένα “συγγνώμη”. Οοοόχι βέβαια! Θέλετε να καταλάβουμε ακριβώς πώς σας κάναμε να νιώσετε, να κατανοήσουμε πλήρως για ποιους λόγο εκνευριστήκατε μαζί μας και να σας υποσχεθούμε ότι θα κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας για να λαμβάνουμε περισσότερο υπ’όψιν τα δικά σας συναισθήματα αντί να είμαστε οι… γουρουνίσιοι εαυτοί μας!
Αυτό που θέλω να κάνω σήμερα, είναι να (επιχειρήσω να) σας εξηγήσω γιατί αυτές οι συζητήσεις είναι ΕΝΤΕΛΩΣ ανώφελες για να γλιτώσω και εσάς και εμάς από το αίμα, τα δάκρυα και τον ιδρώτα για τα οποία μιλούσε ο Σάκης αλλά κανένας δεν τον άκουγε (γιατί, εδώ που τα λέμε, όταν έχεις τέτοιους κοιλιακούς είσαι λίγο καταδικασμένος να μην προσέχει κανείς τι λες)!
Κατ’αρχάς, όταν ξεκινάτε μια τέτοια συζήτηση, συνήθως έχετε από πριν, λίγο πολύ, ξεκάθαρα στο μυαλό σας αυτά που θέλετε να μας πείτε κάτι που, προφανώς, σας δίνει ένα συγκριτικό πλεονέκτημα απέναντι σε μας, που είμαστε αναγκασμένοι να σας ακούμε παθητικά κουνώντας το κεφάλι και κάνοντας ότι καταλαβαίνουμε για τι πράγμα μιλάτε – κάτι σαν τη Μενεγάκη! Επίσης, ακολουθείτε την συλλογιστική του “βρήκαμε παπά, ας θάψουμε πέντε-έξι”. Κοινώς, μιας και αρχίσατε, να μην πείτε και για εκείνη τη φορά στο τρίτο ραντεβού, που κρατήσαμε ανοιχτή την πόρτα για να βγει η φορτωμένη σαν γαϊδούρι και ευειδής άμα τη εμφανίσει (αν και αυτό δεν είχε καμία σχέση με την συμπεριφορά μας!) σερβιτόρα; Έλα όμως που εμείς δεν θυμόμαστε καν πού είχαμε πάει στο τρίτο μας ραντεβού! Το χειρότερο είναι ότι μ’αυτόν τον τρόπο μας μπλοκάρετε κι εμάς που δεν καταλαβαίνουμε ποιο είναι τελικά το πρόβλημά σας! Κατεβάζουμε λοιπόν κι εμείς ρολά και, μιας και αδυνατούμε να κατανοήσουμε την έκρηξή σας, αρχίζουμε ν’αναρωτιόμαστε τι γλυκό να έχει στο ψυγείο!
Δεν θα ισχυριστώ ότι καταλαβαίνω πώς λειτουργεί ο ψυχισμός του κάθε άνδρα αλλά θα ήθελα να πάω το θέμα λίγο βαθύτερα, κρίνοντας εξ ιδίων τα αλλότρια. Η πρώτη επαφή που είχε η συντριπτική πλειοψηφία ημών με μια γυναίκα, ήταν αυτή με την μητέρα μας η οποία,μέσα στα πλαίσια της διαπαιδαγώγησής μας, μας μάλωνε όταν κάναμε αταξίες. Νομίζω ότι οι συζητήσεις με σας, φέρνουν στην επιφάνεια αυτές ακριβώς τις εικόνες, που μας παραλύουν και μας κάνουν να νιώθουμε αδύναμοι απέναντί σας. Αυτό ίσως ν’απαντάει και στην ερώτηση “Γιατί δεν μιλάς; Δεν έχεις τίποτα να πεις;” που τόσο συχνά έχουμε ακούσει! Έχουμε πράγματα να πούμε,απλώς συχνά νιώθουμε ότι δεν έχουμε το δικαίωμα να τα πούμε γιατί έτσι έχουμε μάθει να φερόμαστε όταν μας κατσαδιάζουν! Σας αφήνουμε λοιπόν να ξεσπάσετε (γιατί, διαισθητικά, καταλαβαίνουμε ότι αυτό είναι που έχετε περισσότερη ανάγκη) κι εμείς υποφέρουμε στωικά!
Όσο και αν προσπαθήσετε, δεν θα με πείσετε ποτέ ότι αυτές οι κουβέντες γίνονται στ’αλήθεια με σκοπό ν’αλλάξουμε τον τρόπο συμπεριφοράς μας. Νομίζω ότι, κατά βάθος, ξέρετε κι εσείς,όπως κι εμείς ότι αυτοί είμαστε και αυτοί θα συνεχίσουμε να είμαστε (και αν δεν το ξέρατε πριν,το ξέρετε τώρα!). Οπότε τι κάνουμε; Αποδεχόμαστε ότι έτσι είναι ο άλλος και πορευόμαστε μ’αυτό; Ναι, αυτό ακριβώς κάνουμε! Εναλλακτικά, σηκωνόμαστε και φεύγουμε (για να μην λέτε ότι δεν σας δίνω επιλογές…)! Πάντως, σίγουρα, δεν γκρινιάζουμε δίχως αύριο!