“Το crime fiction με γοητεύει, γιατί είναι ένα είδος που σου επιτρέπει να εξερευνήσεις τα βάθη της ανθρώπινης ψυχολογίας. Δεν είναι μόνο η αγωνία της πλοκής, αλλά και η ανάλυση του φωτός και του σκοταδιού μέσα στους χαρακτήρες. Η ανθρώπινη φύση με τις αντιθέσεις της με συναρπάζει, και μέσα από το αστυνομικό/ψυχολογικό θρίλερ μπορώ να τη διερευνήσω με τρόπο άμεσο και καθηλωτικό”, απαντά ο Στέφανος Αλεξιάδης στην ερώτηση τι τον οδήγησε για δεύτερη φορά στο αστυνομικό/ ψυχολογικό/ θρίλερ με την έκδοση του νέου του βιβλίου «Και εγένετο φως» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μίνωας.
Τι σημαίνει για σένα φως και τι σκοτάδι;
Το φως και το σκοτάδι είναι αντίπαλοι, αλλά και σύντροφοι μαζί. Το φως αντιπροσωπεύει τη γνώση, την αλήθεια, την αποκάλυψη. Το σκοτάδι είναι ο φόβος, η αβεβαιότητα, τα μυστικά που κρύβουμε βαθιά μέσα μας. Δεν υπάρχει το ένα χωρίς το άλλο. Το φως διαπερνά το σκοτάδι, αλλά ποτέ δεν το εξαφανίζει ολοκληρωτικά.Πιστεύεις ότι για να φτάσουμε στο φως πρέπει απαραίτητα να περάσουμε από το σκοτάδι;
Ναι, πιστεύω πως το σκοτάδι είναι απαραίτητο στάδιο για να εκτιμήσουμε το φως. Μόνο περνώντας από τη δοκιμασία, από τη μοναξιά, από την αμφιβολία, μπορούμε να αναγνωρίσουμε τη σημασία της αλήθειας και της λύτρωσης. Δεν είναι εύκολη πορεία, αλλά είναι αναπόφευκτη.
Ο κίτρινος αρκούδος που πρωταγωνιστεί στην ιστορία πάνω σε μία θήκη κινητού έχει μία παραπάνω σημειολογία;
Ο κίτρινος αρκούδος είναι πολλά περισσότερα από ένα παιδικό παιχνίδι. Το χρώμα του, φωτεινό και ζεστό, παραπέμπει σε αθωότητα και ασφάλεια, αλλά και στην ψευδαίσθηση μιας προστασίας που μπορεί να χαθεί. Ο ίδιος ο αρκούδος είναι ένα σύμβολο των παιδικών χρόνων, μιας αγάπης που ίσως δεν δόθηκε όσο θα έπρεπε ή που κάποτε χάθηκε, αφήνοντας πίσω μόνο ένα απομεινάρι αναμνήσεων.
Πώς είναι η καθημερινότητα ενός συγγραφέα; Τι έρευνες και τι πηγές αναζητάς και πόσο δύσκολο είναι να γράψεις αλλά και να αποδώσεις αυτό που έχεις στο μυαλό σου;
Νομίζω πως στο μεγαλύτερο μέρος της καθημερινότητας, αν δεν εργάζομαι, σκέφτομαι, ψάχνω ενδιαφέρουσες ιδέες ή δουλεύω τις ήδη υπάρχουσες. Η έρευνα είναι αναπόσπαστο κομμάτι της δουλειάς μου, είτε πρόκειται για ψυχολογικές μελέτες είτε για εγκληματολογικά στοιχεία. Το γράψιμο δεν είναι μόνο έμπνευση, χρειάζεται και πειθαρχία. Υπάρχουν μέρες που οι λέξεις ρέουν αβίαστα και άλλες που παλεύω με κάθε πρόταση. Η μεγαλύτερη δυσκολία είναι να μεταφέρω ακριβώς την ατμόσφαιρα που έχω στο μυαλό μου.
Το συναίσθημα όταν ολοκληρώνεις ένα βιβλίο, μπορείς να μας το περιγράψεις;
Είναι ένα μείγμα ανακούφισης και κενού. Ανακούφιση γιατί μια ιστορία ολοκληρώθηκε, αλλά και κενό γιατί το ταξίδι της συγγραφής τελείωσε. Οι χαρακτήρες, που τόσο καιρό ζούσαν μέσα μου, φεύγουν από τα χέρια μου και περνούν στα χέρια των αναγνωστών. Δεν είναι ποτέ εύκολο, διότι στο διάστημα που γράφω αυτοί οι χαρακτήρες γίνονται πραγματικοί άνθρωποι και αποτελούν μέρος της ζωής μου.
Ως συγγραφέας έχεις την τάση, να παρατηρείς περισσότερο τους ανθρώπους, τις κινήσεις τους, τις εκφράσεις τους, τον τρόπο συμπεριφοράς;
Ναι, σχεδόν ασυναίσθητα. Οι λεπτομέρειες στις εκφράσεις, οι μικρές κινήσεις που αποκαλύπτουν συναισθήματα, οι σιωπές που μιλούν πιο δυνατά από τις λέξεις… Όλα αυτά είναι ανεξάντλητες πηγές έμπνευσης.
Υπάρχει η «φήμη» ότι οι συγγραφείς είναι μοναχικά άτομα, ισχύει;
Ισχύει εν μέρει. Η συγγραφή είναι μια μοναχική διαδικασία, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι οι συγγραφείς είμαστε εσωστρεφείς. Χρειάζεται χρόνος στη μοναξιά για να γεννηθεί μια ιστορία, αλλά χρειαζόμαστε και την αλληλεπίδραση με τον κόσμο για να τη ζωντανέψουμε. Προσωπικά απολαμβάνω τις στιγμές που βρίσκομαι με το αναγνωστικό κοινό στις παρουσιάσεις και τις εκθέσεις βιβλίου.
Έρευνες αποδεικνύουν ότι οι νέες γενιές, δεν έχουν ως πρώτη προτίμηση την ανάγνωση βιβλίων. Ποιες είναι οι δικές σου σκέψεις για αυτό;
Είναι αλήθεια ότι το διάβασμα δεν έχει πια την ίδια προτεραιότητα όπως παλιότερα. Ο σύγχρονος ρυθμός ζωής, οι ατελείωτες πληροφορίες που κατακλύζουν το μυαλό μας και η άμεση ικανοποίηση που προσφέρουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν περιορίσει τη συγκέντρωση και την υπομονή που απαιτεί ένα βιβλίο. Ωστόσο, το καλό βιβλίο έχει ακόμα τη δύναμη να καθηλώσει, αρκεί να βρει τον σωστό αναγνώστη τη σωστή στιγμή.
Είσαι και φιλόλογος. Τι άλλο αποσκοπείς να διδάξεις τους μαθητές σου;
Πέρα από τη γλώσσα και τη λογοτεχνία, θέλω να τους μάθω να σκέφτονται. Να αμφισβητούν, να ψάχνουν, να μην αρκούνται στην επιφανειακή γνώση. Ένα βιβλίο δεν είναι μόνο λέξεις, είναι ένα παράθυρο σε άλλους κόσμους.
“Μια απεγνωσμένη Περσεφόνη”, αντλείς συχνά στοιχεία από την ελληνική ιστορία και μυθολογία; Επιδιώκεις μία τέτοια σύνδεση των σπουδών και των γνώσεών σου με τις ιστορίες σου;
Ναι, γιατί η ελληνική μυθολογία είναι γεμάτη αρχέτυπα που ακόμα μας αγγίζουν. Η Περσεφόνη είναι μια μορφή σκοτεινή και φωτεινή ταυτόχρονα, μια γυναίκα που αναγκάστηκε να περάσει από το σκοτάδι για να βρει το φως. Αυτή η ισορροπία με εμπνέει βαθιά και εύχομαι να αγαπήσουν την προσθήκη της και οι άνθρωποι που θα διαβάσουν το βιβλίο.
Ζεις στην Θεσσαλονίκη. Θα ήθελες να μετακομίσεις τόσο για να κυνηγήσεις κάποια δουλειά όσο και για εμπνευστείς για τη συγγραφή;
Η Θεσσαλονίκη είναι κομμάτι της ταυτότητάς μου. Πάντα θα είναι, ωστόσο ποτέ δεν αποκλείω την πιθανότητα να φύγω. Αγαπώ την πρωτεύουσα, κάθε φορά που την επισκέπτομαι απολαμβάνω τη χαώδη ατμόσφαιρα που επικρατεί. Νομίζω πως θα μπορούσα εύκολα να ζήσω εκεί.
Τι να περιμένουμε στο μέλλον από σένα και με τι περιεχόμενο; Θα κινηθείς στο ίδιο πλαίσιο ή θα ήθελες να δοκιμάσεις κάτι άλλο;
Σίγουρα περισσότερες ιστορίες. Το crime fiction είναι ένας κόσμος στον οποίο θέλω να συνεχίσω να εξερευνώ, αλλά πάντα αφήνω ανοιχτό το ενδεχόμενο να δοκιμάσω κάτι διαφορετικό. Δεν έχει τέλος άλλωστε, αυτό το ταξίδι που λέγεται «συγγραφή».