stopandstare2

Οι άνθρωποι όλο τρέχουν. Και δεν το κάνουν για να αποκτήσουν καλή φυσική κατάσταση. Τρέχουν το πρωί που ξυπνάνε για να πάνε στο μπάνιο, για να ντυθούν, για να πιουν δυο γουλιές καφέ στα όρθια, για να αρπάξουν γρήγορα «κλειδιά, κινητό, τσιγάρα» και να φύγουν γρήγορα για να φύγουν γρήγορα για να μην προλάβουν την κίνηση. Και τρέχουν όλοι μαζί που στο τέλος τελικά δημιουργούν κίνηση.

Τρέχουν για να μπουν στη δουλειά τους, λένε μια βιαστική «μέρα» μέσα από τα δόντια στους συναδέλφους τους χωρίς καν να τους κοιτάξουν και τρέχουν να πάνε στο γραφείο τους, στο πόστο τους, ρωτώντας ένα «τι έχουμε σήμερα;», τον εαυτό τους και τους συναδέλφους που δεν έχουν κοιτάξει καν. Και χωρίς να περιμένουν απάντηση, τρέχουν για να πιάσουν δουλειά. Τρέχουν να προλάβουν να φάνε και να καπνίσουν στο διάλειμμα, να στείλουν ένα μήνυμα, να πάρουν ένα τηλέφωνο, να πάρουν μια ανάσα πριν ξαναβουλιάξουν. Μετά τρέχουν να σχολάσουν, λένε ένα «άντε τα λέμε αύριο» στους συναδέλφους τους και τότε τους κοιτάνε μετά από οχτώ ώρες και μπορεί να παρατηρήσουν ότι άλλαξαν μαλλιά, ότι φαίνονται εξαιρετικά χαρούμενοι ή λυπημένοι, αλλά δεν τους ρωτάνε «γιατί;», ίσως επειδή πάλι θα τρέξουν για να φύγουν γρήγορα.

Σχολάνε και τρέχουν να προλάβουν τις υποχρεώσεις της υπόλοιπης μέρας. Να τακτοποιήσουν τα οικονομικά του μήνα, να μαγειρέψουν, να δουν την οικογένειά τους, τους φίλους τους, το έτερον ήμισυ. Τρέχουν για να πιουν έναν καφέ, ένα ποτό, να βρουν το έτερον ήμισυ. Τρέχουν να βρουν τραπέζι ή μια θέση στο μπαρ, να κλείσουν εισιτήρια για το σινεμά, για να φτάσουν πρώτοι στο ταμείο στο σούπερ μάρκετ, για να μην τους φάει άλλος τη θέση για να παρκάρουν. Τρέχουν στον διάδρομο του γυμναστηρίου γιατί όσο και να τους κουράζει, αυτό ξέρουν να κάνουν. Να τρέχουν.

Τρέχουν το βράδυ για να ετοιμαστούν και να βγουν. Τρέχουν στην πόλη παρασύροντας και άλλους μαζί τους, στον γρήγορο και αγχωτικό ρυθμό τους, στο τρέξιμό τους, στην αναζήτησή τους. Τρέχουν για να βρουν το «μεγάλο πάρτυ». Ψάχνουν το «μεγάλο πάρτυ» που όλοι μιλάνε για αυτό. Για να πάνε κι εκείνοι, τρέχοντας, και να περάσουν καλά. Αλλά δεν το βρίσκουν. Και συνεχίζουν να τρέχουν και να ψάχνουν. Το «μεγάλο πάρτυ», τον «μεγάλο έρωτα», την «μεγάλη αλήθεια τους». Αλλά δεν τα βρίσκουν. Γιατί τρέχουν. Και όπως τρέχουν, προσπερνάνε ανθρώπους, «πάρτυ», καταστάσεις, που μπορεί να είναι μικρά ή μεγάλα, και μπορεί να είναι η μεγάλη αλήθεια, η ανάσα από μια αγχωμένη ζωή, το διάλειμμα από τον αγώνα τρεξίματος. Οι άνθρωποι τρέχουν για να προλάβουν την ζωή και τελικά την προσπερνάνε.

“We are out of time on the highway to never”…