-Θες να σου πάρω δώρο έναν σκύλο; -Βασίλη εγώ θέλω, η μάνα μου δεν ξέρω αν θέλει. -Είναι πολύ καλό σκυλάκι. Ένα πόιντερ που γεννήθηκε με τρία ποδαράκια και αν δεν το πάρει κάποιος θα το σκοτώσουν γιατί δεν τους κάνει για κυνήγι… -Κάτσε να το συζητήσω με τους δικούς μου και σου λέω.
Και το συζήτησα. Και δεν συμφώνησαν. Και ο Βασίλης πήρε το κουτάβι για εκείνον. Και όλα αυτά πριν τεσσεράμιση χρόνια. Τώρα, εδώ και τρεισήμισι χρόνια περίπου μένουμε μαζί. Εγώ, ο Βασίλης και ο Κρις. Εδώ και δυο μήνες περίπου έχουμε και τον Λευτέρη. Ο Κρις είναι ο σκύλος μας, και ο Βασίλης τον έβγαλε έτσι γιατί τον πήρε Χριστούγενα. Ο Λευτέρης είναι το καναρίνι, και τον βγάλαμε Λευτέρη για να νομίζει οτι είναι ελεύθερος όσο κι αν ζει σε ένα κλουβί. Έτσι τα έφερε η ζωή λοιπόν. Εγώ, ο Βασίλης, ο Κρις και ο Λευτέρης να μένουμε μαζί.
Με τον Βασίλη είμαστε φίλοι απο την πρώτη γυμνασίου, και για να μην κάνετε υπολογισμούς που θα προδώσουν ηλικίες να σας πω οτι τότε είχαμε δραχμές και οτι μιλάμε για πολλά χρόνια πίσω. Κάποια στιγμή ήθελα να μείνω μόνη μου. Το ίδιο ήθελε και ο Βασίλης. Τελικά αποφασίσαμε να μείνουμε μαζί. Όταν το αποφασίσαμε ο Βασίλης αγχώθηκε οτι δεν θα βρούμε σπίτι και εγώ του είπα “σε τέσσερις μέρες θα σου έχω βρεί το σπίτι”. Και έτσι έγινε. Τέσσερις μέρες μετά την απόφαση μας να συγκατοικήσουμε είχαμε βρει σπίτι στην Νίκαια και ένα μήνα μετά είχαμε γεμίσει το σαλόνι του καινούργιου σπιτιού με κούτες δυο ζωών.
Δεν ήταν εύκολο οι δύο ζωές να γίνουν μία. Δεν ήταν εύκολο συνήθειες, ελαττώματα, παραξενιές και των δυο όχι να γίνουν ένα, αλλά να γίνουν συνήθειες, ελαττώματα, παραξενιές του ενός να γίνουν ανεκτά και σεβαστά απο τον άλλο. Αλλά έγιναν. Όλοι ρώταγαν “πώς είναι που μένετε μαζί, σαν πενταήμερη ε;”, και όσο και να ήταν έτσι στην αρχή στην ουσία είναι “σαν οικογένεια”, γιατί είμαστε οικογένεια.
Μια οικογένεια που πρέπει να έχει το σπίτι καθαρό, να ασχοληθεί με τα ψώνια και τους λογαριασμούς, με το σκυλί και το πουλί, ο ένας με τον άλλο. Καθαρίσαμε το σπίτι, γεμίσαμε το ψυγείο, πληρώσαμε τους λογαριασμούς, ασχοληθήκαμε με το σκυλί και το πουλί και ο ένας με τον άλλο. Μοιράσαμε αρμοδιότητες και ρόλους, τις ευθύνες απο κοινού, το σπίτι μας και στους δύο. Μαλώσαμε και θα ξαναμαλώσουμε, τα βρήκαμε και θα τα ξαναβρούμε, γιατί όταν ο ένας γυρνάει αργά, ανοίγει την πόρτα του δωματίου του άλλου να δει αν γύρισε. Γιατί όταν αργεί να γυρίσει ο ένας ο άλλος παίρνει τηλέφωνο και τον μαλώνει γιατί δεν ενημέρωσε. Γιατί όταν αρρωσταίνει ο ένας ο άλλος του βάζει θερμόμετρο και τον πάει νοσοκομείο. Γιατί όταν δεν έχει λεφτά ο ένας έχει ο άλλος. Γιατί όταν πεινάει ο ένας ο άλλος μαγειρεύει. Γιατί όταν θα λείπει κάτι στον έναν ο άλλος ή του το δίνει ή αν δεν έχει να του το δώσει προσπαθεί να καλύψει το κενό ακούγοντας.
Περάσαμε στεναχώριες, και θα περάσουμε κι άλλες, περάσαμε χαρές και θα περάσουμε κι άλλες. Αλλά έχει ο ένας τον άλλο όπως τον είχε στο σχολείο όταν αντιγράφαμε, όταν ήμασταν αδιάβαστοι, όταν πηγάιναμε εκδρομές. Και τώρα εκδρομή πάμε αλλά είναι μια εκδρομή που πάνε οι “μεγάλοι”. Γιατί μεγαλώσαμε. Μαζί. Κι έχουμε το σπίτι μας, και τον Κρις που να τελικά είναι σαν να μου τον πήρε δώρο τότε και τον έχω κι εγώ. Έχουμε και τον Λευτέρη που όσο κι αν είναι στο κλουβί είναι ελεύθερος να μας ξυπνάει με αυτό το “τσιρ τσιρ τσιρ”.
Έχουμε ο ένας τον άλλο, κι ας έχει χαλάσει καμία φορά το μπόιλερ και δεν έχουμε ζεστό νερό.