Μιλάτε σχεδόν κάθε μέρα στο τηλέφωνο, βρίσκεστε τρεις-τέσσερις φορές την εβδομάδα και μέχρι και οι φίλοι σου, σου επισήμαναν ότι ακούνε τόσο τακτικά το όνομά της που έχουν αρχίσει ν’ ανησυχούν για εσένα. Πρόσφατα, άφησε μια οδοντόβουρτσά της σπίτι σου για τις μέρες που κοιμάται εκεί αλλά, αν τεθεί ποτέ το θέμα του τι ακριβώς παίζει μεταξύ σας ή του «πού πάτε», εσύ συνεχίζεις να υποστηρίζεις σθεναρά ότι δεν έχετε σχέση και ότι απλώς «περνάτε καλά».
Αφήνω κατά μέρος την ένστασή μου ότι μπορεί κανείς να «περνάει καλά» ακόμα και όντας σε σχέση (ναι, μην παραξενεύεσαι μ’ αυτό που διαβάζεις, μπορεί να μην είναι ο κανόνας αλλά το έχω δει να συμβαίνει!) για να σε παρηγορήσω, όσο μπορώ, λέγοντάς σου ότι δεν είσαι μόνος (ούτε είσαι ο μόνος) στην αρνητική αντιμετώπισή του θέματος «σχέση». Τον τελευταίο καιρό, έχω κάνει αυτή την κουβέντα με αρκετούς φίλους και φίλες (για δικές τους ιστορίες, φυσικά, γιατί εγώ τα έχω όλα λυμένα και το μόνο μου άγχος είναι αν θα βρω μαρμελάδα μύρτιλο για να συνοδεύσω τα κρουασάν βουτύρου μου) και παρατηρώ ότι πολύς κόσμος αρνείται να πει ότι βρίσκεται σε σχέση ακόμα και αν το πράγμα βγάζει μάτι.
Ίσως να φταίει που είμαστε ανώριμοι συναισθηματικά ή που στερούμαστε εμπειριών με αποτέλεσμα να μην μπορούμε ν’ αναγνωρίσουμε μια σχέση γι’ αυτό που είναι. Απ’ την άλλη, μπορεί να φταίει το γεγονός ότι μας τρομάζει η λέξη «σχέση» και όλα τα συνώνυμά της. Ειδικά αυτός ο «δεσμός», ας πούμε, στο λαιμό μου κάθεται! Και δεν φταίει τόσο το γεγονός ότι μου φέρνει ξεκάθαρα στο μυαλό κυριολεκτικό «δέσιμο» (βλ. για παράδειγμα την φράση «τρελός για δέσιμο» που, νομίζω, κολλάει και με το θέμα) όσο το γεγονός ότι προϋποθέτει ή σηματοδοτεί αυτό το δέσιμο με ένα μόνο άτομο. Ακόμα και αν, κατά βάθος, αυτό που θέλουμε, είναι να είμαστε με έναν άνθρωπο μέχρι το τέλος των ημερών μας, η ιδέα του ν’ ανήκουμε αποκλειστικά σ’ αυτόν τον άνθρωπο και μόνο, μας τρομοκρατεί. Θέλουμε να ξέρουμε ότι έχουμε την δυνατότητα να παιχτουρίσουμε αριστερά και δεξιά ακόμη και αν, πρακτικά, δεν πρόκειται ποτέ να το κάνουμε.
Γι’ αυτόν τον λόγο, αυτού του είδους η αποκλειστικότητα, μπορεί να μας φαίνεται από απευκταία μέχρι και φρικιαστική. Στην πραγματικότητα, νομίζω ότι έχουμε συνδυάσει μέσα στο μυαλό μας τις ερωτικές σχέσεις με μία κατάσταση ανελευθερίας, κάνοντας το λάθος να προσδίδουμε σ’ όλες αυτές τις σχέσεις, συλλήβδην, τα ίδια χαρακτηριστικά και ξεχνώντας ή αγνοώντας ότι επαφίεται στον δικό μας χειρισμό το πώς θα εξελιχθούν. Οι άνθρωποι είναι πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους οπότε είναι κοινή λογική ότι κάθε σχέση μεταξύ δύο διαφορετικών ανθρώπων θα έχει και διαφορετική κατάληξη (ελπίζω να παρακολουθείς τον συλλογισμό μου και να μη χάθηκες με όλη αυτή τη… διαφορετικότητα).
Από την άλλη, όσο ευθυνόφοβο και αν ακούγεται, δεν σε υποχρεώνει και κανείς να βάλεις μία ταμπέλα σ’ αυτό που ζεις μ’ έναν άλλον άνθρωπο. Μπορεί το «απλώς περνάμε καλά» να ακούγεται σαν υπεκφυγή αλλά καλά θα κάνεις να θυμάσαι ότι υπάρχουν άνθρωποι εκεί έξω που, και μόνο στην σκέψη ότι θα μπορούσαν να βρεθούν σε «σοβαρή» σχέση, παρουσιάζουν τα κλασικά συμπτώματα δαιμονισμού που θυμόμαστε όλοι απ’ το κοριτσάκι στον Εξορκιστή. Ο καθένας είναι έτοιμος να δεθεί περισσότερο ή λιγότερο με άλλους ανθρώπους και δεν έχεις λόγο να πιέσεις τον εαυτό σου να κάνεις πράγματα που πιστεύεις ότι δεν μπορείς ν’ αντέξεις. Στην τελική, το σημαντικό στις περιπτώσεις αυτές δεν είναι πώς θα ονομάσεις αυτό που έχεις ή νιώθεις για τον άλλον αλλά να το έχεις και να το νιώθεις. Τα υπόλοιπα είναι απλές λεπτομέρειες που, κανονικά, δεν θα έπρεπε ν’ απασχολούν κανέναν. Άλλωστε, αν το πάρουμε καθαρά με την ευρύτερη και κυριολεκτική έννοια του όρου, οποιαδήποτε επαφή έχεις μ’ έναν άλλο άνθρωπο σε διαπροσωπικό επίπεδο, μπορεί να χαρακτηριστεί «σχέση». Αν το δεχτείς αυτό a priori (ή το πετάξεις την επόμενη φορά που θα σε ρωτήσουν, όπως κάνω εγώ) μπορεί και να γλυτώσεις τον πονοκέφαλο!