Υπάρχουν πολλές απαντήσεις στο “τι είναι το καλοκαίρι”. Καλοκαίρι είναι οι ζεστές καλοκαιρινές νύχτες στο μπαλκόνι, τα πρωινά που μετράς αντίστροφα μέχρι να ξεκινήσουν οι διακοπές σου, τα παγωτά, η θάλασσα, ο ήλιος που σε τυφλώνει. Καλοκαίρι αναμφισβήτητα είναι τα θερινά σινεμά. Και όταν έχεις περάσει έναν δύσκολο χειμώνα, όπως ήταν για τους περισσότερους από εμάς ο φετινός, το άνοιγμα των θερινών σινεμά το περιμένεις όσο τίποτα.
Και άνοιξαν. Και εμείς διαλέξαμε ένα από τα αγαπημένα μας για να κάνουμε την αρχή, το Σινέ Θησείον. Γιατί σημασία δεν έχει μόνο ο προορισμός, αλλά και η διαδρομή. Αυτή τη διαδρομή από τον ηλεκτρικό σταθμό του Θησείου μέχρι τον Κινηματογράφο που όσες φορές και να την κάνεις δεν τη χορταίνεις. Που όσες φόρες και να την κάνεις πάντα θα δείξεις στους φίλους σου και ένα διαφορετικό σπίτι “για να μείνουμε εδώ όταν μεγαλώσουμε”.
Πήραμε τα εισιτήριά μας, περάσαμε από την κόκκινη κουρτίνα και μπήκαμε.
Εκεί εμφανίστηκε η πρώτη αμηχανία. Βλέπεις πέρασε παραπάνω από ένας χρόνος από όταν είχαμε ξαναέρθει. Οι καρέκλες και τα τραπεζάκια είναι ίδια, οι γατούλες εδώ, το κυλικείο στη θέση του, τα φυτά ίσως να αυξήθηκαν αλλά κατά τα άλλα σε όλα τσεκ. Και το δικό μας τελετουργικό ίδιο φυσικά. Διαλέξαμε τις θέσεις μας, ψεκαστήκαμε με σπρέι για τα κουνούπια και επισκεφτήκαμε το κυλικείο για την καθιερωμένη αγορά της κασερόπιτας. Εκεί ήρθε η δεύτερη αμηχανία αφού ενημερωθήκαμε πως δεν βγάζουν πια κασερόπιτες. Κανείς δεν κατάλαβε το γιατί, αλλά ας είναι, αρκεστήκαμε στην τυρόπιτα.
Όταν τελικά καθίσαμε, βολευτήκαμε και είχαμε τον χρόνο να κοιτάξουμε ήρεμα γύρω μας, συνειδητοποιήσαμε πως τελικά ελάχιστα πράγματα άλλαξαν από το προηγούμενο καλοκαίρι, ίσως μόνο τα φυτά. Το συναίσθημα είναι ίδιο, είναι αυτή η γλυκιά ανυπομονησία, η χαρά που νιώθεις όταν βρίσκεσαι με όμορφους ανθρώπους σε ένα όμορφο μέρος.
Οι σκέψεις που κάνεις; Ίδιες. Το μόνο που έχει σημασία είναι αυτές οι στιγμές, σκέφτεσαι. Και ανασαίνεις με ανακούφιση στη σκέψη πως όλα αξίζουν, ακόμα και οι δυσκολίες, αρκεί που και που να ζεις τέτοιες στιγμές.
Παρατηρείς τους ανθρώπους να μπαίνουν και όλοι είναι χαρούμενοι, δείχνουν σχεδόν ευτυχισμένοι. Και αναρωτιέσαι εάν πέρασαν δύσκολα τον τελευταίο χρόνο, εάν νόσησαν, εάν έχασαν τη δουλειά τους ή ένα αγαπημένο τους πρόσωπο. Σίγουρα όλοι κάτι έχασαν σκέφτεσαι, και ίσως κάτι να κέρδισαν.
Και κάπου εκεί σταματήσαμε να παρατηρούμε τον κόσμο με περιέργεια γιατί ξεκίνησε η ταινία.
Είδαμε τον Πατέρα, με τη συγκλονιστική Ολίβια Κόλμαν και τον ακόμα πιο συγκλονιστικό Άντονι Χόπκινς. Ό,τι και να αναφέρουμε εμείς είναι λίγο αφού έχουν ειπωθεί όλα για αυτήν την ταινία. Ουσιαστικά είναι η ιστορία ενός πατέρα ο οποίος πάσχει από άνοια και της κόρης του η οποία προσπαθεί να τον φροντίσει με κάθε τρόπο. Ο χρόνος προχωράει, γυρνάει πίσω και ξαναπηγαίνει μπροστά, τρέχει ή σταματάει. Όλα με σημείο αναφοράς το ρολόι του πατέρα που πότε το χάνει, πότε του το “κλέβουν” και πότε εξαφανίζεται μόνο του.
Ο χώρος; Στην αρχή είναι το διαμέρισμα του Άντονι, ύστερα της κόρης του και στο τέλος μια μονάδα φροντίδας ηλικιωμένων. Ή μήπως τα είπα ανάποδα; Τα συναισθήματα; Φόβος αποχωρισμού, θλίψη, ανησυχία, αμφιβολία. Και ξανά από την αρχή. Και όλα αυτά υπέροχα μπλεγμένα με τη μουσική του Λουντοβίκο Εϊνάουντι.
Δεν είναι τυχαίο πως έχει χαρακτηριστεί από πολλούς κριτικούς ως ένα δράμα αλλά και ως ταινία τρόμου. Είναι 90 λεπτά ενός ατελείωτου πέρα-δώθε στον χρόνο, στον χώρο και -το κυριότερο- στη μνήμη. Στη μνήμη που έρχεται στο τέλος, μέσα από μια σπαρακτική κρίση του Άντονι, για να σου πετάξει στα μούτρα πως από όλους τους ρόλους που έχουμε στη ζωή μας υπάρχει ένας που σε σημαδεύει για πάντα. Ό,τι και εάν ήταν στη ζωή του ο Άντονι -μηχανικός ή χορευτής, παράξενος ή αστείος- πάνω από όλα ήταν ο γιος της μητέρας του.
Και κάπως έτσι πέφτουν οι τίτλοι τέλους, και ένα παιδάκι που κάθεται μπροστά σου γυρνάει και λέει στον αδερφό του «μία κυρία πίσω κλαίει». Αλλά δεν είναι μόνο μία. Είναι οι περισσότεροι από όσους μπήκαν πριν 90 λεπτά χαμογελαστοί. Είναι και η μαμά του, που κάθεται τρεις θέσεις αριστερά του.
Και εμείς, μένουμε να παρατηρούμε τους ανθρώπους να φεύγουν. Είναι σκεπτικοί και βουρκωμένοι. Και αναρωτιόμαστε εάν πέρασαν δύσκολα τον τελευταίο χρόνο, εάν νόσησαν, εάν έχασαν τη δουλειά τους ή ένα αγαπημένο τους πρόσωπο. Σίγουρα όλοι κάτι έχασαν σκέφτεσαι, και ίσως κάτι να κέρδισαν. Ό,τι και εάν έγινε ο χρόνος πάντα προχωράει, γυρνάει πίσω και ξαναπηγαίνει μπροστά, τρέχει ή σταματάει.
Η ταινία Πατέρας συνεχίζεται για 2η εβδομάδα στο Σινέ Θησείον, από Πέμπτη 15 μέχρι και Τετάρτη 21 Ιουλίου.
Δήμητρα είδες τις σκέψεις μου ; Είδες των ανθρώπων που είδαν το έργο ; Νιώθω κοντά στα λόγια σου. Αυτό μόνο θέλω να προσθέσω. Το τέλος του έργου είναι τα λόγια που λέει κάθε άνθρωπος στις όμορφες κ ειδικά στις δύσκολες στιγμές ” μαμά ” “μάνα ” επικαλείται το πρόσωπο που από τη στιγμή που νιώθει τον κόσμο είναι αυτό που είναι δίπλα του. Μοιράζεται μαζί της τις χαρές κ τις λύπες. Είναι το κέντρο του κόσμου του κ το άτομο που λύνει όλα του τα προβλήματα. Στην αρχή της ζωής του κ στη συνέχεια που τον βοηθά κ ότι κι αν γίνει ή ειπωθεί είναι ΠΆΝΤΑ ΔΊΠΛΑ. Μπορεί κανείς να το διανοηθεί ; Ακόμη κ μέσα στο θολό χρόνο κ μυαλό του, αναγνωρίζει κ αναζητά την μάνα !