Όλοι έχουμε ένα σέιφ place. Ένα μέρος όπου γαληνεύουμε, ηρεμούμε, αποφορτιζόμαστε.
Άλλοι το βρίσκουν στο σπίτι τους, για κάποιους άλλους λειτουργεί καταπραϋντικά η θάλασσα,κάποιοι χαλαρώνουν στο βουνό μα για μένα η μπονάτσα ψυχής και πνεύματος είναι πάνω στο μηχανάκι.
Μιλάμε για έναν περίεργο συνδυασμό ηρεμίας και ταυτόχρονα σκιρτήματος σαν να πάς να δώσεις το πρώτο σου φιλί.
Πάνω στο μηχανάκι σταματάνε όλα τα προβλήματα και το αεράκι που με χτυπάει είναι πάντα αναζωογονητικό.
Είναι σα να βρίσκομαι στον κόσμο που εγώ έχω φτιάξει και κανείς δεν μπορεί να με ενοχλήσει ή να μου αλλάξει το σκηνικό.
Αναλόγως τη διάθεση μου φέρνω στο νου την κατάλληλη μουσική και ξαφνικά γίνομαι η πρωταγωνίστρια στο παραμύθι μου. Άλλοτε μελαγχολική, άλλοτε χαρούμενη, άλλοτε η βασίλισσα του πλανήτη ολόκληρου.
Το φανταστικό με το μηχανάκι όταν είσαι συνοδηγός είναι πως από μόνο σου δίνει ελευθερία να μη χρειάζεται να μιλήσεις αν δεν θέλεις. Κάνεις δε θα σε παρεξηγήσει. Η σιωπή είναι “αναγκαίο κακό” της μηχανής. Οπότε είσαι μόνος σου με τα φώτα της πόλης, τον αέρα και τη σκέψη σου και μπορείς να κάνεις οποιαδήποτε σκέψη θέλεις χωρίς να πρέπει να δικαιολογείσαι και να εξηγείς σε κανέναν.
Για κάποιο μυστήριο και ανεξήγητο λόγο όλες μου οι σκέψεις πάνω στο μηχανάκι καταλήγουν χρωματιστές ακόμα και οι πιο μαύρες. Σαν ο αέρας να αγκαλιάζει τα μυστικά μου και να δίνει λύσεις στα μεγαλύτερα προβλήματα.
Έχει τον τρόπο της αυτή η ιεροτελεστία (μηχανάκι, αέρας, μουσική) να με κάνει να νιώθω αισιόδοξη, σαν όταν ανεβαίνω πάνω στο μηχανάκι να αναπνέω διαφορετικό αέρα ρε παιδι μου!
Ακόμα και η οπτική που παρατηρώ τα πράγματα, τους δρόμους και τα αμάξια αλλάζει. Γίνεται περισσότερο ρομαντική, πιο μελωδική, πιο ειδυλλιακή.
Είναι αυτή η ελευθερία που σου δίνεται όταν αναπτύσσει ταχύτητα η μηχανή που νιώθεις κι εσύ ο ίδιος πως μπαίνεις σε άλλη τροχιά, προσωπικά νιώθω σαν να είναι όλα εφικτά και όλα είναι με έναν μαγικό τρόπο πλέον στο χέρι μου.
Δε χρειάζεται να γεμίσει η σιωπή γιατί είναι δικαιολογημένη. Κι όταν πάλι θες να πεις κάτι, αχ αυτή η δύναμη που βάζεις στο στομάχι σου και αυτή η μεγάλη ανάσα που εισπνέεις για να μπορέσεις να φωνάξεις στον άλλον να σε ακούσει είναι αυτό που δίνει μια άλλη ουσία και βαρύτητα στα λόγια.
Κι αν έχω τις μαύρες μου, ανοίγω τα χέρια και νιώθω ότι μπορώ να πιάσω τον αέρα και όσο ανεβαίνει η ταχύτητα και δυσκολεύομαι να δω καθαρά με τον αέρα να κάνει τα μάτια να δακρύζουν, τόσο πιο πολύ προσπαθώ να αφουγκραστώ το καθετί που συμβαίνει στο δρόμο γύρω μου. Σαν να βρίσκομαι σε μια αποστολή!
Κι έτσι απλά ταξιδεύω στην Αθήνα, στο Παρίσι, στα αγαπημένο μου νησί, πρωταγωνιστώ στην αγαπημένη μου ταινία, παίζω μονολόγους στο κεφάλι μου ή απλά τραγουδάω το αγαπημένο μου τραγούδι. Πάνω στην μηχανή φτιάχνω εγώ οποιοδήποτε σκηνικό θέλω. Ο άνεμος καταλήγει απλά να είναι σαγηνευτικός. Και σε ένα λεπτό μέσα όλα μοιάζουν πιο αισιόδοξα και εφικτά.
Όλοι έχουμε ενα μέρος που μπορούμε να πετάξουμε από πάνω μας κάθε άγχος και βάρος, που είμαστε αγνοί και ήρεμοι.
Κι αυτό για εμένα είναι το μηχανάκι σου.