Ξυπνάς απότομα από τον ήχο του ξυπνητηριού και καταριέσαι την ώρα που έβαλες για ήχο το αγαπημένο σου τραγούδι. Σηκώνεσαι και σκουριασμένος κοντοστέκεσαι στην πόρτα του δωματίου. Τι κάνει εδώ αυτή η βαλίτσα;
Όχι, δεν είναι ένα από τα συνηθισμένα πρωινά που βούρτσιζες δόντια, μαλλιά και έφευγες για την δουλειά με ένα καφέ στο χέρι. Δεν θα πάρεις το μετρό σήμερα το πρωί, έχεις να πάρεις το αεροπλάνο, το ξέχασες;
Τρέχεις γλιστρώντας με τις κάλτσες στο παρκέ για να πάρεις ότι βρεις μπροστά σου. Φορτιστές, νεσεσέρ, πορτοφόλια, κάμερες, φρεσκοπλυμένα εσώρουχα. Τα χώνεις μέσα στην ήδη παραφουσκωμένη βαλίτσα, κάθεσαι πάνω της για να στρώσει και την σέρνεις σιγά σιγά στις σκάλες. Ναι, σήμερα βρήκε να χαλάσει το ασανσέρ.
Μάθημα νούμερο ένα. Η ζωή είναι κι αυτή ένα ταξίδι. Αν δεν προετοιμαστείς από νωρίς, θα χάσεις τρένα και τρένα. Καμιά φορά θα χρειαστεί να πάρεις τις σκάλες, γιατί το ασανσέρ δεν λειτουργεί. Ακόμα να πάρεις το proficiency; Ή περιμένεις να στο υπενθυμίσουν τα αναπάντητα βιογραφικά που έστειλες;
Φτάνεις στο αεροδρόμιο και περιμένεις στην ουρά για να κάνεις check in. Η καρδιά αρχίζει τα φτερουγίσματα και στο στομάχι σου κάνουν πάρτι πεταλούδες, νυχτερίδες και το ό,τι έφαγες χθες για βραδινό. Το ήξερες ότι θα έχει ουρά, το έγραφε ξεκάθαρα στο εισιτήριο ότι πρέπει να φτάσεις δύο ώρες πριν την πτήση, όμως εσύ προτίμησες να κάνεις ολονυχτία American Horror Story και έβαλες το ξυπνητήρι μία ώρα μετά από ότι το χες ορίσει εξαρχής.
Φωνάζεις στην γριούλα που πάει με βήματα κάβουρα να σου πάρει την θέση, δίνεις τα στοιχεία σου και τρέχεις –ελεύθερη πια από αποσκευές- στον έλεγχο, προσπερνώντας τα διαβολεμένα duty free. Βγάζεις παπούτσια, παλτό, τσάντα, σκουλαρίκια, περνάς, το πιστολάκι του σεκιουριτά αρχίζει να βουίζει. Μια σεκιουριτού με κοτσίδα Lara Croft καταφθάνει, σε χουφτώνει στα επίμαχα σημεία, ξαναπερνάς, ξαναβουίζει το διαβολεμένο, αλλά αυτή την φορά σου λένε να περάσεις. Βάζεις παπούτσια, παλτό, σκουλαρίκια και παίρνεις παραμάσχαλα την τσάντα και στρογγυλοκάθεσαι στο πρώτο κάθισμα που βρίσκεις.
Βρε αγάπη μου, για κοίτα καλύτερα το εισιτήριο. Από την πύλη Α1 φεύγεις; Γιατί αν πιστεύεις πως η Β19 είναι δύο λεπτά βάδισμα από το έλεγχο, κάνεις μεγάλο λάθος. Κι αν δεν σε φώναζαν από το τα μεγάφωνα ούτε που θα το καταλάβαινες. Τρέξε τώρα να προλάβεις πριν κλείσει η Πόρτα, με Π κεφαλαίο, γιατί αν κλείσει δ’ αύτη, ο πρωθυπουργός ο ίδιος να σαι, δεν ξανανοίγει.
Μάθημα δεύτερο. Ποτέ μην σταματάς μέχρι να φτάσεις στον στόχο σου. Οι ευκαιρίες, όπως και οι πόρτες, ανοίγουν και κλείνουν. Αν δεν φτάσεις στην θέση με την ζώνη ασφαλείας, μην σταματήσεις πουθενά.
Και τώρα βρίσκεσαι στο ζεστό μα άβολο κάθισμά σου, γιατί ή είσαι τυχερή ή το καθημερινό τζόκινγκ σε έκανε καλύτερη στο τρέξιμο. Μπροστά σου η αεροσυνοδός δίνει μόνη της το δικό της show και κανένας δεν την παρακολουθεί. Δίπλα σου έκατσε η καβουρο-γιαγιούλα που συνάντησες προηγουμένως, άρα μάλλον το τζόκινγκ ήταν αυτό που σε έσωσε.
Ξάφνου, με μια βαθιά ανάσα, βρίσκεσαι στον αέρα. Η Αθήνα μοιάζει από μακριά καταπράσινη, ίσως γιατί το αεροδρόμιο απέχει πολύ από το κέντρο. Ο ήλιος καθρεφτίζεται στην θάλασσα και όλα είναι μαγευτικά. Τώρα δεν βλέπεις τίποτα, παρά μονάχα ένα άσπρο στρώμα, σαν μαλλί της γριάς. Κι εκεί που πας να κλείσεις τα μάτια σου για να φτάσεις το απόλυτο ζεν, ένα κενό αέρος τραντάζει όλο σου το είναι. Κι αυτό γίνεται ξανά και ξανά και ξανά, επί ένα τέταρτο.
Μάθημα τρίτο. Θα υπάρξουν στιγμές που ακόμα κι απ’ την πιο ασφαλή θέση, θα υπάρξουν αναταραχές, κενά αέρος, σεισμοί και καταποντισμοί. Είτε έχεις τον έλεγχο, είτε όχι, ίσως να μην μπορείς να τα αποφύγεις. Το μόνο που μένει να κάνεις είναι υπομονή. Το στρες δεν θα διώξει τα κενά αέρος, μόνο θα φέρει αέρια στο δικό σου το στομάχι. Πάρε βαθιά ανάσα και περίμενε μέχρι να περάσει κι αυτό.
Η γριούλα σου έχει σφίξει το χέρι κι εσύ παίρνεις βαθιές ανάσες. Δεν ξέρεις τι είναι χειρότερο, το παγωμένο χέρι της γιαγιάς ή αίσθηση ότι πέφτεις στο απόλυτο κενό. Σε λίγο όλα σταματάνε κι εσύ μπορείς να χουζουρέψεις στην θεσούλα σου. Έρχεται τώρα και το φαγητό, τι άλλο να ζητήσεις.
Κι εκεί που είχες βολευτεί, φωνάζει χαρμόσυνα ο πιλότος πως φτάσαμε στη Βιέννη. Τι, μας πως πέρασε έτσι η ώρα; Πόσους βαθμούς έχει; -3;! Μια χαρά δεν είσαι στην ζέστη του αεροπλάνου; Ξαναβάζεις την ζώνη και παίρνεις βαθιά ανάσα. Ήρθε η ώρα της προσγείωσης. Ξαναβγάζεις την ζώνη, αρπάζεις την τσάντα, βάζεις παλτό και τεντώνεις τα σαραβαλιασμένα πόδια σου. Πόνος! Μήπως δεν ήσουν και τόσο βολικά;
Μάθημα τέταρτο. Πολύ ωραία η χαλάρωση. Να αισθάνεσαι ασφαλής έχοντας αφήσει την ευθύνη της πορείας σου σε κάποιον άλλο. Ό,τι κι αν πάει στραβά, άλλος θα τρέξει για να σε σώσει. Όμως είναι άβολη κι η πολύ ασφάλεια. Κόβει την κυκλοφορία του αίματος. Η ζωή ξεκινά όταν πατάς στα πόδια σου. Όταν βρίσκεσαι άγνωστος, μεταξύ αγνώστων σε άγνωστο μέρος. Εκεί που θα ανακαλύψεις, θα μάθεις, θα κουραστείς, θα φοβηθείς, θα κρυώσεις και θα πεινάσεις. Διαφορετικά να ξέρεις πως είναι πολύ ήσυχα και cozy μέσα στο φέρετρο.
Σέρνεις την παραφουσκωμένη βαλίτσα σου στο μετρό. Βγαίνεις σε μια στάση που δεν μπορείς να προφέρεις το όνομά της. Ρωτάς κάποιον που είναι η οδός Γκρέι-ΣΙ-νγκερ. Σε κοιτάνε καλά καλά. «Ω, Γκράισινγκαα» μάλλον εννοούσες. Στρίβεις δεξιά, στρίβεις αριστερά, βγάζεις το χιόνι από τα ροδάκια της βαλίτσας, περνάς απέναντι και φτάνεις στο Hostel.
Μοιράζεσαι το ίδιο δωμάτιο με 3 αγόρια και 5 κορίτσια. Την τουαλέτα με άλλους 15. Στο lobby συναντάς μια παρέα Ισπανών. Θα γυρίσουν την πόλη και σου προτείνουν να πας μαζί τους. Κάτι Γερμανοί που μόλις τακτοποίησαν τα πράγματά τους λένε να σας συνοδεύσουν. Φέρνουν μαζί και τον Κιμ, τον Γιαπωνέζο με τον οποίο μοιράζονται το ίδιο δωμάτιο.
Γυρίζεται τους δρόμους, την Maria Hilferstrasse, κάνετε πλάκες για τα μαλλιά της Sissy, ακούτε τις καμήλες που σκούζουν μέσα από τα ηχεία στο Museum der Angst, βλέπετε το κρεβάτι που ο Φραγκίσκος και η Sissy συνέλαβαν τον Ρούντολφ. Στο γυρισμό ένας από τους Ισπανούς προτείνει να φάτε, αντί για σνίτσελ, κοτόπουλο με κάρυ σε ένα φτηνό Ινδικό εστιατόριο που βρίσκεται στο κέντρο. Και τώρα είναι τρεις τα ξημερώματα και περιμένεις γονατισμένη έξω απ’ την κοινόχρηστη τουαλέτα,
Μάθημα πέμπτο. Ποτέ μην φας Ινδικό για βραδινό.
One thought on “Τι μου Εμαθαν τα Ταξιδια”