Βιαζόμαστε να φάμε κι έτσι ψάχνουμε γρήγορες συνταγές, παρά νόστιμες. Παραγγέλνουμε φαγητό από όσα μαγαζιά εγγυώνται σύντομο χρόνο παράδοσης, παρά όσα εγγυώνται ποιότητα. Βιαζόμαστε να φτάσουμε και πάμε γρήγορα με το κεφάλι σκυφτό. Και να συναντήσαμε κάποιον γνωστό μας στην πορεία, δεν παίζει να το πήραμε χαμπάρι.
Βιαζόμαστε να μεγαλώσουμε και μετά προσπαθούμε να βρούμε τρόπους να μη μεγαλώσουμε άλλο. Βιαζόμαστε να βρούμε τον έρωτα της ζωής μας κι έτσι αντί να δώσουμε χρόνο να γνωρίσουμε τον άνθρωπο που έχουμε απέναντί μας, τσεκάρουμε προϋποθέσεις. Βιαζόμαστε να χωρίσουμε όταν βρεθούν οι δυσκολίες, αντί να δούμε μήπως και λύνονται.
Κι ας ξέρουμε πως όποιος βιάζεται, σκοντάφτει
Περπατάμε στο δρόμο και βλέπουμε καθημερινά άστεγους, ξαπλωμένους πάνω σε ένα τρύπιο sleeping bag. Συχνά έχουν δίπλα τους και παιδιά, μέσα σε χάρτινες κούτες γεμάτες κουβέρτες. Κάποιες μέρες πιο φωτεινές, κάποιος σκέφτηκε να τους αφήσει ένα τάπερ με φαγητό. Τις πιο σκοτεινές, ψάχνουν στους κάδους απορριμμάτων.
Πολλοί βρήκαν τη λύση στο να στρέφουν το βλέμμα αλλού. Λες κι αν δεν τους βλέπουν, θα σταματήσουν να υπάρχουν. Να μη χαλάσει και η μέρα τους με το θέαμα. Κι έτσι, οι άστεγοι νοσούν από την κακή μέριμνα και υγιεινή, αλλά οι υπόλοιποι νοσούν από αδιαφορία και απάθεια.
Στην περίπτωση του άστεγου συνανθρώπου, η απάθεια ισχύει. Αλλά είπαμε, όποιος βιάζεται σκοντάφτει. Μη βιάζεσαι να κρίνεις τα πάντα και τους πάντες, σαν να ήσουν φωτεινός παντογνώστης. Υπάρχουν και περιπτώσεις πιο μπερδεμένες. Που άλλο φαίνεται και άλλο τελικά είναι. Κι αυτό που μοιάζει με απάθεια, κρύβει από πίσω του ολόκληρο ψυχολογικό φαινόμενο.
Η άτυχη Κάθριν Τζενοβέζε
Ξημέρωνε 13 Μαρτίου του 1964 στη Νέα Υόρκη, η ώρα 03:15. Η Κάθριν Τζενοβέζε, υπεύθυνη μπαρ, επέστρεφε σπίτι της από τη δουλειά. Φτάνοντας στην εξώπορτα, άγνωστος σε εκείνη άντρας την πλησίασε από πίσω, την ακινητοποίησε και της κατάφερε δύο μαχαιριές στην πλάτη. Το κορίτσι άρχισε να φωνάζει για βοήθεια, στριγγλίζοντας ότι τη μαχαίρωσαν.
Η γειτονιά μικρή. Μετά τις φωνές, πολλά φώτα φάνηκαν να ανάβουν στα γύρω διαμερίσματα. Κάποιος μάλιστα ακούστηκε να φωνάζει “Άσε ήσυχο το κορίτσι”. Ο δράστης είδε κινητικότητα και απομακρύνθηκε. Η Κάθριν άρχισε να σέρνεται προς την πολυκατοικία της. Λεπτά αργότερα, κανείς δεν είχε φανεί και τα περισσότερα φώτα έσβησαν.
Έτσι ο δράστης επέστρεψε και συνέχισε να τη μαχαιρώνει. Εκείνη βρήκε τη δύναμη να φωνάξει και πάλι για βοήθεια. Και πάλι άναψαν φώτα στα γύρω σπίτια. Και πάλι φοβήθηκε ο δράστης κι έφυγε. Και πάλι όμως δε φάνηκε κανείς.
Τρίτη και φαρμακερή, κυριολεκτικά, ο δράστης βλέπει το πεδίο ελεύθερο και πλησιάζει ξανά. Αυτή τη φορά ξέρει ότι δεν θα έρθει όπως φαίνεται κανείς, ξέρει πως έχει χρόνο. Βρίσκει πάνω της 49 δολάρια και της τα παίρνει. Τη βιάζει και τη μαχαιρώνει ξανά, από το λαιμό ως τα γεννητικά όργανα.
Και το φαινόμενο που πήρε το όνομά της
Το δράμα αυτό διήρκησε 35 ολόκληρα λεπτά. Σε αστική περιοχή. Με πολυκατοικίες τριγύρω και με αυτόπτες μάρτυρες πολλούς, 38 στον αριθμό. Αλλά και με αρκετό χρόνο στη διάθεση του δράστη να έρθει ξανά και ξανά. Ως το μοιραίο. Μόνο όταν όλα τελείωσαν, μία γειτόνισσα βρήκε το θύμα αιμόφυρτο και φώναξε την αστυνομία. Στις 04:00 το πρωί έφτασε το ασθενοφόρο. Στο δρόμο προς το νοσοκομείο, η Κάθριν Τζενοβέζε υπέκυψε στα τραύματά της.
Το γεγονός προκάλεσε το έντονο ενδιαφέρον ψυχολόγων και ψυχιάτρων. Πώς γίνεται 38 άτομα να έβλεπαν τι συμβαίνει και να μην έκαναν απολύτως τίποτα; Κάποιοι συμπέραναν ότι έφταιξε το σοκ της σκηνής, που τους οδήγησε σε συναισθηματική άρνηση. Άλλοι κατηγόρησαν την τηλεόραση για την άπλετη ωμή βία που παρουσιάζει. Και που μπερδεύει στο μυαλό του θεατή την τηλεοπτική με την πραγματική ζωή.
Οι ψυχολόγοι John Darley και Bibb Latané, μη ικανοποιημένοι από τις διάφορες ερμηνείες περί των γεγονότων, ξεκίνησαν μια σειρά από πειράματα. Και τα αποτελέσματα όλων, ήταν ακριβώς τα ίδια: μπροστά σε μία έκτακτη ή επείγουσα κατάσταση, οι άνθρωποι δεν προσφέρουν τη βοήθειά τους, όταν στο σκηνικό παρίστανται και άλλοι άνθρωποι.
Απόδειξη και επιστημονική, ότι δεν πρέπει να βιαζόμαστε να κρίνουμε, να βγάζουμε αυθαίρετα πορίσματα και να απαγγέλουμε κατηγορίες. Δεν πρόκειται για αδιαφορία εδώ, πρόκειται για το φαινόμενο που ονομάστηκε Τζενοβέζε. Ή αλλιώς, το φαινόμενο του αμέτοχου παρατηρητή.
Πού οφείλεται το φαινόμενου του αμέτοχου παρατηρητή
Στα πειράματα των Darley και Latané, σε ελεγχόμενες εργαστηριακές συνθήκες, οι συμμετέχοντες οδηγήθηκαν να θεωρήσουν ότι ένας συνάνθρωπός τους που βρισκόταν στο διπλανό δωμάτιο, πάθαινε επιληπτική κρίση. Και κλήθηκαν σε βοήθεια, υπό διαφορετικά σενάρια παρουσίας άλλων ανθρώπων.
Στο σενάριο που θεώρησαν ότι είναι μόνοι τους, ένα 85% των συμμετεχόντων έσπευσε να προσφέρει βοήθεια. Όταν πίστεψαν ότι υπήρχαν παρόντα δύο ακόμη άτομα, το ποσοστό που προσέφερε βοήθεια έπεσε στο 62%. Τέλος, όταν οι συμμετέχοντες θεώρησαν ότι υπήρχαν τριγύρω τέσσερα ακόμη άτομα, μόλις το 31% προθυμοποιήθηκε να βοηθήσει.
Σύμφωνα με τους δύο ψυχολόγους, τρεις είναι οι βασικοί ψυχολογικοί μηχανισμοί που μας οδηγούν στην αντίδραση αυτή. Για αρχή, η διάχυση της ευθύνης. Όπου όσο περισσότεροι άνθρωποι παρίστανται ως μάρτυρες σε μια κατάσταση, τόσο μικρότερη ευθύνη νιώθει ο καθένας μεμονωμένα, θεωρώντας πως η ευθύνη κατανέμεται ισομερώς στο πλήθος. Τείνει μάλιστα να πιστεύει πως κάποιος άλλος θα βγει μπροστά και θα δράσει. Κι όταν όλοι το θεωρούν αυτό για τους άλλους, τελικά δεν το κάνει κανείς.
Και μετά έρχεται και ο φόβος της κοινωνικής δεξιότητας. Όπου ο μάρτυρας ανησυχεί μήπως ενεργήσει με τρόπο ανάρμοστο ή κάνει κάποιο αδικαιολόγητο λάθος, παρουσία των υπολοίπων. Έτσι, ο φόβος της γνώμης που θα σχηματίσουν οι γύρω, λειτουργεί αποτρεπτικά στο μάρτυρα που κατά τα άλλα θα μπορούσε να δράσει αποτελεσματικά στο έκτακτο γεγονός που διαδραματίζεται μπροστά του.
Και κλείνει το φαινόμενο, με την κοινωνική επιρροή. Η αδράνεια των γύρω μας, αποτελεί ενστικτώδη ένδειξη για εμάς ότι μια δική μας αντίδραση θα ήταν ίσως περιττή ή ακατάλληλη. Ότι αφού κανείς δεν κάνει τίποτα, μάλλον δε χρειάζεται κι εμείς να κάνουμε κάτι. Ή ότι δεν πρέπει. Ο μιμητισμός σε όλο του το μεγαλείο. Και ταυτόχρονα, η μέγιστη απόδειξη ότι η συμπεριφορά μας εντός ενός κοινωνικού πλαισίου, δεν είναι τόσο αυτόνομη όσο θέλουμε να πιστεύουμε.
Πώς να προσπαθήσουμε να μη συμβεί και σε εμάς
Οι 38 της Κάθριν Τζενοβέζε, δεν ήταν αδιάφοροι. Ήταν στη μέση το φαινόμενο του αμέτοχου παρατηρητή. Κι αν η Αμερική του 1964 μας φαίνεται χωρο-χρονικά μακρινή από το εδώ και το τώρα, ας θυμηθούμε την επίθεση κατά του Ζακ Κωστόπουλου. Ομόνοια, 2018. Πιο εδώ και πιο τώρα, δε γίνεται. 15 αυτόπτες μάρτυρες και εδώ, μόνο ένας παρενέβη να προσπαθήσει να αποτρέψει το συμβάν.
Μπορεί λοιπόν να συμβεί σε οποιονδήποτε. Σε άτυχη στιγμή, μπορεί να συμβεί και σε εμάς. Επειδή όμως η παθητική μας ολιγωρία μπορεί να κοστίσει ανθρώπινες ζωές, ας είμαστε λίγο πιο έτοιμοι, μπορούμε.
Στις γειτονιές, μπορούμε να μην είμαστε όλοι σαν ξένοι. Εντάξει, δε θα γίνουμε όλοι μια μεγάλη ευτυχισμένη οικογένεια, αλλά δε βλάπτει να γνωρίσουμε τους κοντινούς μας συνανθρώπους. Να ενδιαφερθούμε για τη ζωή τους, να τους κάνουμε σαφές πως αν χρειαστούν κάτι, είμαστε εκεί. Αν παρατηρήσουμε κάτι πιθανόν επικίνδυνο, ας μη διστάσουμε να δράσουμε, εάν θεωρούμε πως είμαστε σε θέση. Εάν όχι, ας ζητήσουμε τη βοήθεια των αρμόδιων. Καλύτερα να είναι περιττή, παρά μετά να μετανιώνουμε. Το ίδιο και σε κάθε κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο ανήκουμε.
Και να έχουμε στο νου το φαινόμενο του αμέτοχου παρατηρητή. Ή και να το μοιραστούμε με όσους συνανθρώπους μας μπορούμε. Το πλέον αισιόδοξο εύρημα ανήκει στο Πανεπιστήμιο του Κορνέλ. Φοιτητές που σε μαθήματα ψυχολογίας είχαν παρακολουθήσει την ανάλυση του συγκεκριμένου φαινομένου, παρενέβησαν σε πραγματική έκτακτη συνθήκη και απέτρεψαν την αυτοκτονία συμφοιτητή τους. Έχοντας υπόψη τους ότι αν δεν το έκαναν, ίσως να μην το έκανε κανείς.
Σε καιρούς κοινωνικής απάθειας και αποστασιοποίησης, γίνε ο ηθικός επαναστάτης που αν γνώριζες θα θαύμαζες. Κι αν σε αποτρέπει το ότι ένας κούκος δε φέρνει την άνοιξη, έννοια σου και θα τη φέρουν μαζί του οι κούκοι που θα εμπνευστούν από αυτόν.
first published: Απρ 23, 2021