Το τέλος να κοιτάς.
Αυτό να μετράς, αυτό να υπολογίζεις, αυτό να κρατάς.
Γιατί είναι αυτό που θα βαρύνει την ζυγαριά στο τέλος. Το τέλος.
Το τέλος.
Τότε που κανείς δεν έχει ανάγκη να μοιάζει καλός, ευγενικός, συνεπής, άξιος και αντάξιος των προσδοκιών σου, των θέλω σου, της αποδοχής σου, της επιθυμίας σου.
Το τέλος να πάρεις μαζί σου φεύγοντας.
Την κουρτίνα που έπεσε και σήμανε την λήξη.
Την κουρτίνα αυτή που πέφτοντας δεν κάλυψε αλλά αποκάλυψε το τι, το ποιος είναι ο άλλος.
Γιατί όταν πέφτει η κουρτίνα τότε είναι που πέφτουν και οι μάσκες.
Λόγια που ποτέ δεν άκουσες.
Πράξεις που ποτέ δεν είδες.
Καταστάσεις που ποτέ δεν έζησες.
Αυτά μένουν πάνω στην σκηνή.
Αυτά μένουν μπροστά από την κουρτίνα.
Αυτά σου δείχνει ο άνθρωπος που είναι πίσω από την κουρτίνα που σήμανε το τέλος.
Να την θυμάσαι την αρχή.
Τα χαμόγελα της, τις όμορφες στιγμές, τις ευχάριστες εκπλήξεις, τα καλά λόγια, τις υποσχέσεις, τις εγγυήσεις, τους όρκους, τις “αλήθειες” της.
Αλλά να κρατάς το τέλος.
Τα σφιγμένα χείλη του, τις “ατυχείς” στιγμές, τις δυσάρεστες εκπλήξεις, τα σκληρά λόγια, τις υποσχέσεις, τις εγγυήσεις, τους όρκους που δεν κρατήθηκαν, τα ψέματα που σκέπασαν τις αλήθειες του.
Είναι στην αρχή που μοιάζουμε όλοι καλοί.
Είναι στο τέλος όμως που φαινόμαστε ποιοι και τι πραγματικά είμαστε.