1549481_10152310548388917_5599169161857743967_n

Από μικρή βαριόμουν τους χώρους αναμονής. Δεν άντεχα με τίποτα να περιμένω μια πόρτα ν’ανοίξει, κάποιον να έρθει, κάποιον να φύγει, κάποιον να ανακοινώσει κάτι. Απλά, δεν την πάλευα! Ίσως βέβαια, τώρα που το ξανασκέφτομαι να φταίει το γεγονός πως τους χώρους αναμονής τους είχα συνδυάσει με γιατρούς, εξετάσεις και αποτελέσματα. Μέχρι που βρέθηκα για πρώτη φορά σε κάποια αποβάθρα τρένου και στην πορεία στο σταθμό των ΚΤΕΛ να περιμένω το λεωφορείο μου. Εκεί συνειδητοποίησα πως η αναμονή μπορεί κάποιες φορές να είναι και γλυκιά. Ειδικά όταν ξεκίνησα να παρατηρώ τους γύρω μου για να περνάει η ώρα μου πιο γρήγορα και ευχάριστα. Άρχισα να χαζεύω τον κόσμο στις αποβάθρες των τρένων, στους σταθμούς των υπεραστικών λεωφορείων και στα check ins των αεροδρομίων. Μου άρεσε να τους βλέπω να αγκαλιάζονται και να χαιρετάνε ο ένας τον άλλο. Με γέμιζε τόσο έντονα συναισθήματα όλο αυτό και ας έπιανα στον αέρα πως η ατμόσφαιρα βάραινε κάθε φορά που στα μεγάφωνα ακουγόταν μια φωνή που έλεγε πως το τρένο/η πτήση/το λεωφορείο ήταν έτοιμο προς αναχώρηση.

Η μεγάλη αγκαλιά του φαντάρου που αφήνει την κοπέλα του στο σταθμό των ΚΤΕΛ για να φύγει για κάποια απομακρυσμένη περιοχή της Ελλάδας. Τα δάκρυα της μάνας που βλέπει το παιδί της να δίνει τις βαλίτσες του στο check in καθώς ετοιμάζεται να αφήσει την Ελλάδα, ποιος ξέρει για πόσο καιρό. Παππούδες που χαιρετούν τα εγγόνια τους μετά από ένα ολόκληρο μήνα που τα είχαν παρέα στο χωριό μαζί τους. Συγγενείς που χαιρετούν άλλους συγγενείς που φεύγουν για τη μακρινή πατρίδα. Και παρέες φίλων που αποχαιρετούν κάποιον κολλητό ο οποίος έχει βρει δουλειά στην άλλη άκρη της γης. Τις περισσότερες ώρες αναμονής της πέρασα στην Ιταλία, καθισμένη στον Stazione Centrale του Μιλάνου περιμένοντας το τρένο μου. Καθόμουν και χάζευα τον κόσμο που έτρεχε να προλάβει τα τρένα και εστιάζοντας σε πρόσωπα που αγκαλιάζονταν αποχαιρετώντας ο ένας τον άλλο, δημιουργούσα ιστορίες και διαλόγους στο μυαλό μου. Προσπαθούσα να μαντέψω τι έλεγαν τη στιγμή που ο ένας αγκάλιαζε τον άλλο. Είχα καταλήξει πως κανείς τους δεν έλεγε “αντίο”. Όλοι έλεγαν καλό ταξίδι, καλή αντάμωση, εις το επανιδείν. Οι μανάδες υπέθετα πως θα πρόσθεταν και κάποια φράση του τύπου “και να ντύνεσαι καλά, μην αρρωστήσεις εκεί που πας”, ενώ οι φίλοι του ταξιδιώτη θα έλεγαν γελώντας ” πήγαινε εσύ και σε κανά μήνα θα σου έρθουμε, δε γλιτώνεις!”

Άραγε θα υπάρχουν και αυτοί που ξέρουν πως καταβάθος το πρόσωπο που αποχαιρετούν ίσως να μην το ξαναδούν πότε;, αναρωτήθηκα καθισμένη στο παγκάκι του Stazione Centrale, ένα χρόνο μετά. Δεν είχα απάντηση να δώσω, αρκέστηκα μόνο να κοιτάω τον κόσμο και να ρίχνω κλεφτές ματιές στο τεράστιο ρολόι του τοίχου! «Merda*! Πάλι άργησε το τρένο!» *σκατά