Γύρισα από την θάλασσα, έκανα μπάνιο και ξεκίνησα μποτέ. Όχι ότι θα είχε καμία διαφορά δηλαδή αν κυκλοφορούσα στο νησί σαν τον Κίτσο τον Τζαβέλα αλλά αυτή η τρίχα στο φρύδι που όλοι έχουμε και κάνει τρέσα , όπως πολύ σοφά και σωστά έχει πει ο Φάνης, είχε φτάσει στα όρια του εκτός από τρέσα να κάνει και φαβορίτα. Καλοκαίρι, τι να πείς; Τρίχες!
Μαζί μου έχω μόνο τσιμπιδάκι φρυδιών. Δεν έχω το χέρι του φίλου μου που κάθε φορά που με βλεπει μου φτιάχνει αυτήν την τρίχα που κάνει τρέσα. Έτσι έπεσα στην ανάγκη του τσιμπιδακίου.
Τον φίλο μου αυτόν μέχρι πριν λίγα χρόνια δεν τον ήξερα. Ούτε το χέρι του. Είχαμε ανταλλάξει κάποια rt, κάποια favs, είχαμε πει κάποια αστεία όταν γνωριστήκαμε από κοντά, όπως κάνουν οι περισσότεροι άνθρωποι που γνωρίζονται από τα σόσιαλ όταν γνωρίζονται από κοντά. Συνεχίσαμε να ανταλλάσουμε rt και favs,να στέλνουμε “αχαχχαχααχαχααχχαησξακξσβασβαξπκαξαχαχαχααχαχ”, και να γνωριζόμαστε επιφανειακά όσο περνούσε ο καιρός όπως κάνουν οι περισσότεροι άνθρωποι που γνωρίζονται από τα σόσιαλ. Ανταλλάσσαμε πληροφορίες για τους εαυτούς μας, τις καθημερινοτητές μας, τις δουλειές μας, τα όποια γκομενικά υπήρχαν, τις κοινωνικές μας ευαισθησίες, τα αγαπημένα μας φαγητά, τις συμπάθειες και αντιπαθειές μας για άλλους ανθρώπους. Με ασφάλεια και επιδερμικότητα όπως κάνουν οι περισσότεροι άνθρωποι που γνωρίζονται απο τα σόσιαλ. Όχι από σνομπισμό, αλλά ίσως από προσοχή μην εκτεθούν και μην εκθέσουν.
Κάποια στιγμή ήρθε το Πάσχα. Πάσχα κανονικό για εμένα, κομπλέ, με τα πάθη του, με τον Γολγοθά του με τα όλα. Πάσχα που με ανάγκασε Μεγάλη Παρασκευή για να μην σταυρωθώ, να πάρω το αεροπλάνο για να βρω τους φίλους μου στην Κωνσταντινούπολη.
Στο ταξί για το αεροδρόμιο, νιώθοντας πως φοράω το “αγκάθινο στεφάνι” μου, διάβασα ένα τουί που είχε γράψει και με έκανε να κοιτάξω δεξιά και αριστερά μήπως είναι δίπλα μου στο ταξί και βγάζει φωτογραφία το μυαλό μου. “Αν κάτι έμαθα από τις ταινίες είναι ότι όλες οι σχέσεις φτιάχνουν αν τρέξεις στο αεροδρόμιο”, έγραφε το τουί. Και αυτό έγραφε το μυαλό μου και η τότε κατάσταση μου. Ήθελα κάποιος να τρέξει να με βρει στο αεροδρόμιο για να φτιαχτεί η σχέση.
Εκείνος ο κάποιος δεν ήρθε, η σχέση δεν έφτιαξε, εγώ φυσικά και δεν σταυρώθηκα, αλλά ίσως αναστήθηκα με την βοήθεια των φίλων μου και των κεμπάπ. Κι αυτό το τουί γυρνούσε στο μυαλό μου όπως απογειωνόταν το αεροπλάνο και όπως προσγειωνόταν το αεροπλάνο γιατί ένιωθα πως ίσως και κάποιος άλλος ένιωθε όπως εγώ και ήλπιζε το ίδιο πράγμα με εμένα. Τότε, παλιά, στο μέλλον. Και πάντα είναι παρήγορο να ξέρεις πως κάποιος νιώθει όπως εσύ και ελπίζει ό,τι και εσύ.
Το Πάσχα πέρασε, το αεροπλάνο γύρισε στην Αθήνα, στο αεροδρόμιο δεν ήταν κανείς αλλά στην πορεία -οχι του αεροπλάνου- τα rt, τα favs, τα αστεία και τα επιδερμικά έγιναν πιο βαθιά, πιο ουσιαστικά, περισσότερο ανθρώπινα και λιγότερο σόσιαλ.
Γνωριστήκαμε περισσότερο. Και γίναμε φίλοι. Και γελάσαμε, και ξενυχτήσαμε, και στάθηκε ο ένας στον άλλο στα ευχάριστα και στα δυσάρεστα. Σε μαγαζιά, σε εστιατόρια, σε θέατρα, σε σπίτια, σε νοσοκομεία,σε μια πισίνα ενός ξενοδοχείου που την βάραγε ο ήλιος κατακαλόκαιρο στην άδεια Αθήνα, σε τηλέφωνα, σε μηνύματα, σε όλα αυτά και με όλα αυτά που μπορούν δυο άνθρωποι να γνωριστούν και να αποφασίσουν αν θα εκτεθούν και θα εκθέσουν, αν θα γίνουν φίλοι ή αν απλά θα ανταλλάζουν rt και favs.
Και γίναμε φίλοι. Και κάποια στιγμή μελώσαμε. Πολύ. Και άσχημα. Με λόγια που μπορεί να πληγώσουν και να θυμώσουν. Μια μέρα που και οι δύο είχαμε σημαντικές δουλειές να περιμένουν. Μαλώσαμε στο γουατσάπ, χωρίς rt, favs, likes. Μαλώσαμε και στο βάιμπερ. Γενικά μαλώσαμε σε εφαρμογές που δεν υπάρχουν προκάτ προτάσεις, απαντήσεις και αντιδράσεις. Μαλώσαμε με προτάσεις από και προς τον καθένα έτοιμες να εκθέσουν και να εκτεθούν. Κι αυτό έκαναν. Κι όσο κι αν είχαμε πιο σημαντικές δουλειές που μας περίμεναν εκείνη την μέρα τις αφήσαμε για να τρέξουμε και να συναντηθούμε στο κέντρο της Αθήνας. Γιατί αν κάτι μου έμαθε η ζωή είναι πως οι σχέσεις σώζονται αν τρέξεις να βρεις τον άλλο. Είτε στο αεροδρόμιο, είτε σε κάποιο μπαρ. Και πρέπει να τρέξεις να βρεις τον άλλο, πόσο μάλλον αν αυτός ο κάποιος είναι φίλος σου. Και απλώνει το χέρι του είτε για να σου βγάλει την τριχα- τρέσα, είτε για να σε μουτζώσει, είτε για να σου το δώσει απλά να το κρατάς.