75 είναι οι φορές που διάφοροι μου έχουν ζητήσει να τους φέρω σοκολάτες απο την Ελβετία, 30 ο αριθμός των σοκολατών που όντως έφερα, γιατί είναι και πανάκριβες, 3 ο αριθμός των ατόμων που μου έχουν κάνει το αστείο «αντί για σοκολάτα φέρε μας καμιά τράπεζα», 1 η φορά που γέλασα.
Το κείμενο αυτό, λοιπόν είναι η εμπειρία μιας Ελληνίδας στη Ζυρίχη, και αν όπως εγώ, έτσι κι εσείς στο μάθημα της Γεωγραφίας γράφατε στο θρανίο στίχους απο τη δισκογραφία του Χατζηγιάννη, τότε σίγουρα θα βρείτε απαραίτητες τις παρακάτω πληροφορίες:
Η Ζυρίχη είναι η μεγαλύτερη πόλη της Ελβετίας, η οποία βρίσκεται στην Ευρώπη και συνορεύει με την Γερμανία, το Λιχτενστάιν, την Αυστρία ,την Ιταλία και τη Γαλλία. Για λόγους που δεν θα σας πω γιατί εσείς θα βαρεθείτε και εγώ δεν τους ξέρω, η Ελβετία αν και σχετικά μικρή χώρα, είναι διαιρεμένη σε 26 περιφέρειες- οι οποίες ονομάζονται «καντόνια » , ένα εκ των οποίων είναι και η Ζυρίχη.
Κάθε καντόνι έχει διαφορετική επίσημη γλώσσα (γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά ΚΑΙ ραιτορομανικά τα οποία λογικά δεν τα ξέρουν ούτε αυτοί που τα μιλάνε). Στη Ζυρίχη συγκεκριμένα, επίσημη γλώσσα είναι τα γερμανικά που σημαίνει οτι όποιος έχει το Zertificat του μπορεί και να συνεννοηθεί, σωστά; ΟΧΙ ΠΑΙΔΙΑ. Η επίσημη γλώσσα γραφής είναι μεν τα γερμανικά, αλλά στην καθημερινή τους ζωή χρησιμοποιούν μια ελβετική διάλεκτο των γερμανικών που ονομάζεται swiss german, και ακόμα και αυτοί που μιλούν πολύ καλά γερμανικά, δυσκολεύονται να την καταλάβουν. Αυτός είναι ο λόγος που όταν ο ταμίας στο σουπερμάρκετ με ρωτάει αν θέλω να μου δώσει κουπόνια, τον κοιτάω σα να με ρωτάει αν θέλω να μου δώσει ναρκωτικά και κατά συνέπεια αυτός είναι ο λόγος που το επίπεδο αγγλικών των κατοίκων είναι πολύ υψηλό.
Έχοντας γεννηθεί και μεγαλώσει στην Αθήνα, το να πρέπει ξαφνικά να μείνω σε μια χώρα διαφορετικής κουλτούρας και νοοτροπίας ήταν φυσικά δύσκολο, αλλά παιδιά μην τα ξαναλέμε, η ανεργία ωραίο πράγμα δεν είναι και κάποιες φορές γεννά δύσκολες επιλογές. Μαζεύεις λοιπόν τα μπογαλάκια σου και καταφθάνεις ξένος ανάμεσα σε ξένους, προσπαθώντας αρχικά να μάθεις μια νέα πόλη και στη συνέχεια να βρεις μια θέση και μια όμορφη ρουτίνα μέσα σε αυτήν, και ευτυχώς η Ζυρίχη έχει αρκετές αρετές και σε σπρώχνει να τα καταφέρεις. Αυτό σημαίνει οτι ΝΑΙ ΠΡΟΦΑΝΩΣ ΚΑΙ ΣΟΥ ΛΕΙΠΕΙ Η ΕΛΛΑΔΑ αλλά μπορείς να βρεις τρόπους να περάσεις όμορφα και εδώ. –
Η Ζυρίχη είναι μια ζωντανή, πυκνοκατοικημένη πόλη με πολλή –όπως λέει η μαμά μου- νεολαία. Ξένος τελικά δεν νιώθεις τόσο πολύ γιατί με το 20% του πληθυσμού να αποτελείται απο αλλοδαπούς, είσαι σαν ένα κομματάκι μέσα σε ένα πολυπολιτισμικό παζλ απο διαφορετικές εθνικότητες και κουλτούρες. Και αυτό το συναντάς παντού, απο το εργασιακό σου περιβάλλον και τα μαγαζιά που θα βγεις, μέχρι τη Γερμανίδα φίλη μου που όση ώρα γράφω αυτό το κείμενο είναι δίπλα μου και επαναλαμβάνει τη φράση «KITAENAMALAKA » που της έχω μάθει να λέει σε άπταιστα ελληνικά.
Σε γενικές γραμμες όπως μου αρεσει να λέω σεβόμενη την παράδοση και τον τρόπο ζωής της χώρας που με φιλοξενεί ΣΑΝ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΔΕΝ ΕΧΕΙ, που σημαίνει ότι οι άξιες λόγου ελβετικές σπεσιαλιτέ περιορίζονται στα: Fondue (καυτό τυρί μέσα στο οποίο βουτάς πατάτες/ψωμιά και ναι είναι τόσο ωραίο όσο ακούγεται), Raclette (τυρί το οποίο ψήνεις σε γκριλ και μετά απλώνεις πάνω σε πατάτες/λουκάνικα/ενίοτε στον γκόμενο σου- δεν είμαστε εδώ για να κρίνουμε), Rösti (τριμμένη πατάτα που την τηγανίζεις και γίνεται σαν πίτα, συνοδεύεται συνήθως απο τηγανιτά αυγά και δάκρυα που ρίχνεις για τις θερμίδες που έχει) Schnitzel πεντανόστιμα, στο μέγεθος της παντόφλας του Αντετοκούμπο.
Η διασκέδαση δεν απέχει πολύ απο την διασκέδαση της Αθήνας, με τη λογική ότι υπάρχουν πολλά και όμορφα καφέ, στα οποία (αν είσαι υπομονετικός και εξηγήσεις στον σερβιτόρο οτι ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΚΟ ΝΑ ΡΙΞΕΙ ΠΑΓΑΚΙΑ ΣΤΟΝ ΚΑΦΕ ) θα απολαυσεις και freddo espresso και ζεστά κρουασανάκια και κεκάκια. Θα βρεις επίσης πολλά και ωραία μπαράκια/κοκτειλάδικα με το μικρό προβληματάκι ότι κατά τις 3 τα ξημερώματα σε στέλνουν σπίτι σου και δεν έχεις την επιλογή να πας Caramela για να σβήσεις τη βραδιά με λίγο πόνο. Αντ’ αυτού, μπορείς να πας σε κάποιο απο τα clubs τα οποία όπως λένε τα νιάτα της παρέας μου (γιατί εγώ στις 3 έχω ήδη βγάλει σαλάκι στο μαξιλάρι) είναι «πολύ δυνατά μωρή ξενέρωτη» και μένουν ανοιχτά μέχρι το πρωί.
Πέρα απο τα μαγαζιά, στους Ελβετούς και εμάς τους υπόλοιπους που προσαρμοζόμαστε σιγά σιγά, μεγάλη πέραση έχει και η φύση την οποία δεν την χρησιμοποιούν μόνο για likes στο instagram AΛΛΑ, αν έχετε τον θεό σας, την απολαμβάνουν κιόλας. Λίμνες, ποτάμια, πάρκα, πλατείες, δάση, τα σαββατοκύριακα τα μέρη αυτά είναι γεμάτα απο κόσμο που- ειδικά μόλις σκάσει μύτη ο ήλιος- ξαπλώνουν παντού, διαβάζουν, κάνουν ποδήλατο, περπατάνε ξυπόλυτοι, παίζουν με τα σκυλάκια τους, τα παιδάκια τους και γενικά χαίρονται τη φύση και τα όσα όμορφα έχει να προσφέρει η πόλη με ένα τρόπο που είναι σχετικά αξιοζήλευτος. Αξίζει λοιπόν η Ζυρίχη τους τίτλους της πόλης με την υψηλότερη ποιότητα ζωής στην Ευρώπη που της δίνουν συχνά- πυκνά; Δεν το γνωρίζω. Το να πρέπει να ζήσεις σε μια χώρα τόσο διαφορετική απο τη δική σου έχει πάντα θετικά και αρνητικά points και κάποιες φορές είναι δύσκολο να είσαι αντικειμενικός, ειδικά όταν έχεις πεθυμήσει καλαμαράκια και τσίπουρα και οι φίλοι σου ποστάρουν φωτογραφίες δίπλα στη θάλασσα (ξέρετε ποιοί είστε και σας μισώ). Περάστε λοιπόν καμιά βόλτα για να κρίνετε μόνοι σας και αν με δείτε πουθενά σκουντήξτε, θα είμαι αυτή που κάθε Σάββατο φωνάζει «20 φράγκα για ένα κοκτέιλ, ΠΑΝΕ ΚΑΛΑ; »
Auf wiedersehen
Στεφανία Καποδίστρια
Ελπίζω να έχετε ταξιδιωτικό blog, κυρία μου, γιατί το άρθρο σας το αγάπησα και θα σας ακολουθώ μετά μανίας!
Πολύ ωραίο κείμενο Στεφανία. Μπράβο.