Ήμουν 21 χρονών και είχα μόλις τελειώσει το Bachelor μου στο Manchester της Αγγλίας, όταν αποφάσισα ότι ήταν καιρός για ήλιο και θάλασσα. Έτσι, έφτασα στη Νίκαια, μια πόλη που σε αιχμαλωτίζει με τον ήλιο και τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της. Η αλήθεια είναι ότι το να επιλέγεις το μεταπτυχιακό σου με βάση τον καιρό και την τοποθεσία δεν είναι και η πιο έξυπνη κίνηση, αλλά προσωπικά δεν το μετάνιωσα. Η Νίκαια με τα στενά σοκάκια της παλιάς πόλης της, οι 300 γεύσεις του αγαπημένου μου παγωτατζίδικου ονόματι Fenocchio, τα άτομα που γνώρισα και η νυχτερινή ζωή φρόντισαν να κάνουν τους εννέα μήνες που πέρασα σε αυτή την πόλη αξέχαστους. Κάθε Πέμπτη βράδυ ξεκινούσαμε από την αγαπημένη μας pub “Wayne’s” που είχε live, όση μπύρα μπορείς να πιεις και όλο τον κόσμο ανεβασμένο στα τραπέζια να χορεύει και να τραγουδάει με τα τραγούδια της μπάντας. Μετά το κλείσιμο κατά τις 2 το βράδυ περπατάγαμε κατά μήκος της Promenade και στο καινούριο κομμάτι της πόλης για να φτάσουμε στο HIGH club. Αν θες να δεις τρελά πάρτυ μέχρι το ξημέρωμα σε ήχους house μουσικής, τότε το HIGH club είναι αυτό που ψάχνεις. Κάθε Κυριακή πρωί κάναμε πικ-νικ δίπλα στους τεχνητούς καταρράκτες με φόντο τη θάλασσα, με ήχους από κάποιο κινητό και πού και πού από κάποια μπάντα που έπαιζε σε κάποιο από τα πολλά φεστιβάλ. Μέτα χωριζόμασταν για να ξαναβρεθούμε αργότερα για φαγητό. Είτε στο αγαπημένο μας ιταλικό με θέα την Promenade και τη θάλασσα και πίτσα ισάξια της ιταλικής, κάτι το οποίο εξακριβώθηκε αφού είχαμε και Ιταλούς στην παρέα που λάτρεψαν την πίτσα καθώς και τον μπουφέ του μαγαζιού. Αν πάλι θέλαμε κάτι γαλλικό είχαμε 2 επιλογές και τα δύο εστιατόρια βρίσκονταν στην παλιά πόλη, το La Villa με μενού κάθε αρεσκείας και το La pettite cocotte, ένα μικρό εστιατόριο που αν δεν ξέρεις να πας σίγουρα θα το χάσεις. Αν το βρεις όμως, οι άνθρωποι και το φαγητό σου αποδεικνύουν ότι άξιζε κάθε λεπτό που πέρασες να το ψάχνεις. Μετά το πλάνο είχε κρασί στο Cave 35, στην καινούρια πόλη με καταπληκτικό κρασί και γαλλικούς μεζέδες.
Με εκδρομές στο Μιλάνο, στις Κάννες, Σαν Ρεμό και τόσα άλλα μέρη με ωραίο φαγητό και θεσπέσιο παγωτό, μα πάνω απ’όλα με την παρέα μου οι μέρες πέρασαν και χωρίς να το καταλάβω οι μήνες τελείωσαν και έπρεπε να μαζέψω τις βαλίτσες, να αφήσω το όμορφο διαμέρισμά μου, να αποχαιρετήσω τους φίλους μου και να γυρίσω πίσω στην Αθήνα. Από τότε οι περισσότεροι φίλοι μου είτε ήρθαν να γνωρίσουν την Ελλάδα, είτε πήγα εγώ να γνωρίσω τις χώρες τους και παρόλο που μου μένουν κάμποσες χώρες όπως ο Καναδάς, η Ινδία και η Φινλανδία, μπορώ να πω ότι δεν έχω χαθεί με κανέναν από τους φίλους μου και αυτό είναι το ομορφότερο δώρο που μου έδωσε η Νίκαια.
Ελένη Βογιατζόγλου