Για τον Χρήστο Γεωργαλή που εσύ γνωρίζεις ως Παντελή Σπανό, αστυνόμο στη σειρά Άγριες Μέλισσες, η ζωή από νωρίς ήταν μία φανταστική συναυλία στο Ηρώδειο. Έγινε ηθοποιός σαν να ήταν ήδη προδιαγεγραμμένο αφού ο περίγυρός του το είχε μαντέψει πολύ πριν από εκείνον. Μέσα από τη σειρά ανακάλυψε τη δύναμη των όμορφων συνεργασιών κι ότι τα στυλό Bic υπήρχαν στην Ελλάδα από τη δεκαετία του 1950. Μεγαλώνοντας εκτιμά τον χρόνο και τα μαθήματα που μας αφήνει και στηρίζει την πίστη στον εαυτό μας σε συνδυασμό με τη σοφία να διαλέξεις τους σωστούς συνοδοιπόρους. Για εκείνον Χαρούλα είναι μόνο μία και ίσως το μέλλον να κρύβει ένα μικρό σπίτι σε ένα -μυστικό- χωριό του Πηλίου.
Θέλω τόσο να ρωτήσω την πιο κλισέ ερώτηση: Παιδί στεκόσουν μπροστά στον καθρέπτη με ένα ψεύτικο μικρόφωνο να υποδύεσαι έναν ηθοποιό σε μιούζικαλ;
Σαν παιδί δε θυμάμαι να με ενδιαφέρει τίποτα άλλο από το να παίζω μανιωδώς στις γειτονιές με τους φίλους μου. Στην αρχή της εφηβείας Ωστόσο ναι. Όπως τα λες ακριβώς. Ένα αυτοσχέδιο μικρόφωνο στο χέρι από τηλεκοντρόλ μέχρι βούρτσα μαλλιών της αδερφής μου, καθρέφτης και το ρεπερτόριο έπαιρνε φωτιά. Με τη μόνη διάφορα ότι έδινα φανταστικές συναυλίες και φανταζόμουν το Ηρώδειο. Ουδέποτε με φαντάστηκα σε μιούζικαλ ή σε κάποιο θεατρικό περιβάλλον. Αφενός γιατί δεν υπήρξα ποτέ ιδιαίτερος φαν των μιούζικαλ (ασχέτως που έχω παίξει σε αρκετά λόγω τραγουδιστικής ιδιότητας) αφετέρου διότι συνειδητά δεν είχα αντιληφθεί πως η υποκριτική θα ήταν αυτή που θα με κρατούσε μέσα της.
Εκτόνωνα ως παιδί και ως έφηβος οποιαδήποτε θεατρική ανησυχία μέσα από το τραγούδι και τη μουσική αποκλειστικά. Τραγουδιστές είχα στο μυαλό μου μόνο. Αυτό ήταν ό,τι με έλκυε περισσότερο από όλα.
Θεωρείς ότι θα είχες βρει έτσι κι αλλιώς την υποκριτική και το τραγούδι; Ήταν γραφτό;
Ναι αυτό είναι κάτι που πιστεύω απόλυτα. Όπως σου είπα παρότι δεν είχα σκεφτεί στα εφηβικά μου χρόνια ότι θα ασχοληθώ με οτιδήποτε άλλο τίποτα πέραν του τραγουδιού, το περιβάλλον μου το ίδιο, από το σχολείο και τους καθηγητές μέχρι τις παρέες των φίλων μου και τις οικογένειες τους, με έσπρωχνε με έναν τρόπο και μου καθρέφτιζε πως στην ουσία ηθοποιός είμαι και αυτό είναι που είναι να γίνω.
Από εκείνους άκουσα πρώτη φορά πως αυτό είναι κάτι που πρέπει να κάνω. Πάρα πολλές φορές άκουσα σε ανύποπτο χρόνο από τον διευθυντή του φροντιστηρίου στα Αγγλικά σαν παιδί μέχρι τους καθηγητές στο σχολείο αργότερα να λένε στη μάνα μου τι θα κάνουμε αυτόν και πως δεν υπάρχει λόγος να ασχοληθεί με κάτι άλλο. Ηθοποιός θα γίνει δεν το βλέπετε; Ούτε που καταλάβαινα φυσικά τον λόγο που το έλεγαν τότε. Θυμάμαι μόνο να μου ακούγεται οικείο χωρίς να του δίνω ωστόσο καμία σημασία. Κάπως έτσι νομίζω πως συνεχίστηκε και η επαγγελματική μου πορεία στο χώρο. Ξέρω πως είμαι αυτό είναι αυτονόητο ναι αλλά οκ δεν έγινε και κάτι. Θα κοπιάσω στη δουλειά πάνω θα χτυπηθώ κάτω αλλά ναι οκ δεν έγινε και κάτι. Έτσι είναι.
Ο καλλιτέχνης άραγε είναι διαφορετικός από εμάς τους υπόλοιπους;
Νομίζω πως ο καλλιτέχνης στην ουσία διατηρεί και στην ενήλικη ζωή του τη διάθεση παιχνιδιού που έχουμε όλοι μας σαν παιδιά. Εμμένει στη συναισθηματική εξέλιξη οξύνοντας και σμιλεύοντας το συναίσθημα ως το απόλυτο εργαλείο του. Μοιραία γνωρίζει πως αυτό έχει ως όπλο και πως αυτό έχει να παρουσιάσει στο κοινό ανεξάρτητα από το είδος της τέχνης που εκπροσωπεί. Ηθοποιοί τραγουδιστές μουσικοί χορευτές εικαστικοί και τόσοι άλλοι αυτό καλούμαστε να κάνουμε. Να παρουσιάσουμε το συναίσθημα μας μέσα από την τέχνη μας και να δημιουργήσουμε ένα αλισβερίσι τέτοιο με το κοινό.
Στην προσπάθειά του αυτή λοιπόν και μέσα από τη δουλειά ο καλλιτέχνης εξοικειώνεται με αυτό το μαγικό και ανεξάντλητο κόσμο που λέγεται συναίσθημα και με έναν τρόπο γίνεται δαμαστής του. Εκεί θεωρώ πως έγκειται η διάφορα του καλλιτέχνη από τους υπόλοιπους ανθρώπους. Πως αυτή η πραγματικότητα και διαδικασία είναι μέρος της καθημερινότητάς του έναντι των υπολοίπων ανθρώπων.
Ποια στιγμή της πορείας σου σκέφτηκες ‘’ναι, τώρα μάλλον είμαι πια ηθοποιός’’;
Στην avant premiere της πρώτης μου επαγγελματικής παράστασης εκτός θεάτρου τέχνης στο «που πάει αυτό το λεωφορείο» στο πλευρό του Λάκη Λαζόπουλου είχα μια σκηνή στην οποία εμφανιζόμουν με έναν άλλον ηθοποιό. Λόγω απειρίας μπέρδεψα τους χρόνους και τις αλλαγές των κοστουμιών και καθυστέρησα να εμφανιστώ στη σκηνή δημιουργώντας ένα πολύ σημαντικό κενό στην παράσταση. Τότε ήταν που Συνειδητοποίησα το μέγεθος της ευθύνης που φέρω ως επαγγελματίας πια και νομίζω πως εκείνη την ώρα με βάφτισα ηθοποιό με οτι αυτό συνεπάγεται.
Νιώθεις περισσότερο ηθοποιός ή τραγουδιστής; Πώς συστήνεσαι;
Ηθοποιός. Ξεκάθαρα.
Πώς είναι να ζεις τη ζωή του Παντελή Σπανού στις Άγριες Μέλισσες;
Είναι μια συναρπαστική στιγμή για εμένα. Καταρχάς γιατί αντιμετωπίζω το ρόλο από γραφής και μόνο κάπως θεατρικά. Η όλη ατμόσφαιρα της σειράς από το σενάριο το σκηνικό τα ρούχα μέχρι και τους υπόλοιπους χαρακτήρες έχει για εμένα κάτι το οικείο. Ο Σπανός είναι ένας χαρακτήρας που μπήκε αρχικά για λίγα επεισόδια στη σειρά ερευνώντας τη δολοφονία του τραπεζικού Σωκράτη Θέμελη και που με τον καιρό τα επεισόδια αυξάνονται αναλαμβάνοντας και τη διερεύνηση ακόμα μιας, αυτής του εισαγγελέα Αλέξη Γραμματικού που μέχρι στιγμής δεν έχουν διαλευκανθεί.
Όπως το ίδιο το σενάριο μου προστάζει προσπαθώ να τον αποδώσω, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους συνάδελφους της εποχής του, ως έναν κοινωνικά μορφωμένο, ψύχραιμο και υπομονετικό Αστυνόμο-Ανακριτή ο οποίος υποψιάζεται ξεκάθαρα τον ένοχο χωρίς να το προδίδει στον ίδιο. Όχι προς το παρόν τουλάχιστον. Αυτή η αντίθεση με εξιτάρει υποκριτικά. Τον βιώνω λίγο σαν χαρακτήρα του CSI.
Yπάρχουν πράγματα που ανακάλυψες για τη συγκεκριμένη περίοδο της Ελλάδας μέσα από τον ρόλο σου;
Καταρχάς πως τα στύλο ΒΙC χρονολογούνται πολύ πριν τη δεκαετία του ‘70 όπως πολύ λανθασμένα νόμιζα μέχρι pρότινος. Σοβαρολογώ δεν το πίστευα. Στην πρώτη μου λήψη στο γραφείο μου ανακρίνοντας την Κάτια Δανδουλάκη κρατάω το κλασικό στύλο της ΒΙC με το μπλε καπάκι απορώντας πως μια τέτοια παραγωγή έχει κάνει τέτοιο λάθος. Η απάντηση ήρθε λίγο μετά από τον υπεύθυνο φροντιστηρίου πως τα συγκεκριμένα στύλο κυκλοφορούν ευρέως από τη δεκαετία το ‘50!
Είναι μια περίοδος για την οποία ιστορικά γνωρίζω αρκετά πράγματα έτσι δε μπορώ να πω πως έμαθα κάτι που δε γνώριζα. Το ελκυστικό ωστόσο είναι πως παρακολουθούμε τη συγκεκριμένη περίοδο αυτή τη στιγμή της δεκαετίας του 60’ και τις παραμονές της χούντας των συνταγματαρχών στην ελληνική επαρχία και όχι στην Πρωτεύουσα. Αυτό από μόνο του μου φαίνεται τρομερά ενδιαφέρον συν του ότι επιβεβαιώνεται για μια ακόμη φορά πως η περίοδος εκείνη στάθηκε ορόσημο και σημείο αναφοράς για όλους τους Έλληνες.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Μπορούμε πιστεύεις να διδαχτούμε από την ιστορία;
Απόλυτα. Είναι κλισέ και ακούγεται πολύ τελευταία με όλο αυτό που ζούμε ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται. Είναι όμως και μια τεράστια αλήθεια. Όσο κι αν γεννάμε και δημιουργούμε καινούργια πράγματα οι καταστάσεις με έναν τρόπο έχουν επαναληφθεί και είναι λίγο έως πολύ γνωστές αρκεί να ανατρέξουμε στα γεγονότα. Η ιστορία είναι εδώ για να μας διδάξει και να μας υποδείξει πως εμείς είμαστε κύριοι του εαυτού μας και πως είναι στο χέρι μας εν πολλοίς να αποφύγουμε λάθη του παρελθόντος τόσο σε προσωπικό όσο και σε συνολικό επίπεδο.
Είναι κάτι που μπορείς να μας αποκαλύψεις αν θα βρίσκεσαι στην επόμενη season της σειράς;
Αυτό που μπορώ να πω χωρίς να προδίδω κάτι είναι πως η σειρά φέτος τελειώνει λίγους μήνες πριν τη χουντική κατοχή. Βρισκόμαστε στα τέλη του 66’ και ιστορικά και μόνο έρχεται κάτι τρομερά δυνατό. Ανυπομονώ και εγώ να δω πως θα χειριστούν οι σεναριογράφοι τους χαρακτήρες μέσα σε αυτήν τη ζοφερή περίοδο. Πιστεύω πως θα είναι συναρπαστικό.
Σε εξιτάρει η αμεσότητα της σκηνής ή η ασφάλεια της τηλεόρασης;
Καταρχάς να πω πως δεν υπάρχει τίποτα το ασφαλές στην τηλεόραση. Ως ηθοποιός μετράω πλέον αρκετές ώρες πτήσης στη σκηνή κάτι που δε συμβαίνει στη μέχρι τώρα τηλεοπτική μου πορεία. Γνωρίζω με έναν τρόπο τα πατήματά μου ως ερμηνευτής σε μια σκηνή και ξέρω κάπως να διαχειρίζομαι πάνω κάτω το εαυτό μου όσο περνάνε τα χρόνια. Η τηλεόραση έχει κάτι το διαφορετικό. Μπορεί να μην υπάρχει η χαρά και η έκσταση που νιώθει ο ηθοποιός στη ζωντανή διάδραση με το κοινό αλλά εγώ φέτος για παράδειγμα σε αυτή τη δουλειά ανακαλύπτω πράγματα που δε φανταζόμουν ποτέ πως θα μπορέσω να νιώσω.
Προσωπικά νιώθω τρομερή χαρά και διέγερση σε κάθε πλάνο από την πρόβα μέχρι τη λήψη του. Μου φαίνεται τρομερά δημιουργικό και ελκυστικό το να πρέπει να είσαι τόσο έτοιμος και συγκεντρωμένος ανά πάσα ώρα και στιγμή ακούσεις το 3-2-1- πάμε, γνωρίζοντας πως λόγω ρυθμών πιθανότατα να μην είχε την ευκαιρία για δεύτερη λήψη, και πως σε αυτή τη μια και μοναδική πρέπει να δώσεις τον καλύτερό σου εαυτό φέρνοντας σε πέρας μια δουλειά η οποία σε αντίθεση με το θέατρο θα φανεί σε ένα πολύ ευρύτερο κοινό χωρίς να μπορέσεις ποτέ να το διορθώσεις.
Ό,τι γίνεται μπροστά στην κάμερα μένει για πάντα σε αντίθεση με το θέατρο που έχεις τη δυνατότητα στην επόμενη παράσταση να διορθώσεις πράγματα που ενδεχομένως να μη σου άρεσαν στην προηγούμενη. Στην τηλεόραση είσαι απόλυτα εκτεθειμένος. Αναμετράσαι με την ίδια σου την εικόνα ξανά και ξανά. Βλέπεις πράγματα που δε σου αρέσουν πάνω σου και μαθαίνεις να εξοικειώνεσαι με αυτά. Επίσης σε αντίθεση με την παράσταση, το να έχει ο ηθοποιός τη δυνατότητα να ξαναδεί τη δουλειά του και να ανατρέξει σε αυτή όποτε το επιθυμήσει, έχω την αίσθηση πως του κάνει πολύ καλό.
Γίνεται καλύτερος μέσα από αυτή την διαδικασία έχοντας την ευκαιρία να μαθαίνει μέσα από τον ίδιο. Αυτή είναι μια δυνατότητα πολύτιμη που μόνο ο φακός μπορεί να προσφέρει. Τώρα αν αυτό ο ηθοποιός έχει την δυνατότητα να το μετρά όλο αυτό και σε μια τόσο προσεγμένη δουλειά όπως οι μέλισσες τότε μιλάμε για μεγάλη τύχη.
Σε μία επαγγελματική επιλογή τι βαρύνει περισσότερο; Το έργο; Οι συνεργάτες;
Εκπλήσσομαι και εγώ ο ίδιος που απαντάω τόσο γρήγορα χωρίς να το σκέφτομαι καν δεύτερη φορά αλλά ξεκάθαρα οι συνεργάτες και μόνο. Δεν το συζητάω καν πια. Έχω υπάρξει σε παραγωγές που υπήρξα αναγκαστικά για βιοποριστικούς και μόνο λόγους ή για λόγους παρουσίας στο χώρο έχοντας καταπιέσει τρομερά μέσα.
Μου τη γνώμη μου για τους συνεργάτες και το αποτέλεσμα ήταν ολέθριο. Τι να το κάνω το σούπερ κείμενο ή τον σούπερ ρόλο όταν δε μπορώ να πιστέψω καθόλου σε αυτόν που το στήνει ή στους ανθρώπους που το απαρτίζουν. Είμαι φιλόδοξος αλλά η φιλοδοξία μου έγκειται στο να εξελίσσομαι καλλιτεχνικά και προσωπικά.
Η αναγνωρισιμότητα και η καταξίωση πρέπει να έρχονται αβίαστα και όταν θέλουν αυτές. Τότε και μόνο τότε έχουν αξία. Μεγαλώνω. Θέλω να περνάω καλά. Πάντα αυτό ήθελα, απλώς τώρα μπορώ να το στηρίξω και να πάρω και την ευθύνη.
Στη σειρά βλέπουμε πως το οικογενειακό περιβάλλον καθορίζει τον χαρακτήρα και τη ζωή των ανθρώπων. Μπορεί κανείς να απεμπλακεί από αυτό και να διαγράψει αυτόνομη πορεία;
Πιστεύω πάρα πολύ στη επίκτητη διαμόρφωση της προσωπικότητας του καθένα μας. Η οικογένεια είτε το θέλουμε είτε όχι θέτει τις βάσεις σε αυτή μας τη διαμόρφωση σε καθοριστικό επίπεδο. Είναι θεωρώ στόχος και χρέος του ανθρώπου απέναντι στο εαυτό του και τη ζωή του να απεμπλακεί από την σύνδεση αυτή και να ανακαλύψει κατά το μέγιστο δυνατό την αυθύπαρκτη οντότητά του. Χρειάζεται πολύς κόπος και εκπαίδευση για να καταφερθεί αυτό. Εάν υπάρχει η διάθεση -και ό,τι προηγείται και έπεται αυτής -θεωρώ πως ναι, κατά ένα μεγάλο ποσοστό, μπορεί να επιτευχθεί.
Τι βοηθάει περισσότερο στη ζωή; Η πίστη στον εαυτό μας ή η συνύπαρξη με τους ανθρώπους μας;
Αδυνατώ να πιστέψω πως μπορεί κάνεις να συνυπάρξει αρμονικά με τον οποιονδήποτε εάν ο ίδιος στερείται αυτοεκτίμησης και πίστης στον εαυτό του. Η αυτοπεποίθηση είναι το κλειδί για την αρμονία και την επιτυχία στη ζωή. Αναφέρομαι φυσικά στην πραγματική aυτοπεποίθηση που είναι προϊόν σκληρής εσωτερικής διεργασίας και όχι σε συμπεριφορές έπαρσης.
Η πλειονότητα του κόσμου κινείται καχύποπτα απέναντι στους ανθρώπους που πιστεύουν πραγματικά στον εαυτό τους. Έχω καταλάβει πως αυτό συμβαίνει επειδή οι τελευταίοι καθρεφτίζουν στους άλλους, την αδυναμία τους να πιστέψουν στους ίδιους. Μπαίνουν σε μια παθητική και μη εποικοδομητική στάση θυμού, την οποία εκφράζουν με ποικίλους τρόπους, αντί να δουλέψουν προς την κατεύθυνση αυτή της πίστης.
Ο συνδυασμός και η συνύπαρξη δουλεμένων ανθρώπων πιστεύω κάνει θαύματα και ηρεμεί την ψυχή μας. Οι άνθρωποι που επιλέγουμε να έχουμε δίπλα μας λένε πολλά για εμάς τους ίδιους.
Ο χρόνος που περνάει, τι λες, προσθέτει στην εμπειρία μας ή αφαιρεί από τη δύναμή μας;
Θέλει και ρώτημα; Μόνο προσθέτει. Στερνή μου γνώση να σ’ είχα πρώτα. Αν καταφέρεις να εξαιρέσεις αυτό το αναθεματισμένο άγχος θανάτου που μας κατατρώει όλους είτε το αναγνωρίζουμε είτε όχι, ο χρόνος μόνο σύμμαχός μας είναι. Προσωπικά κάθε χρόνος που περνάει με κάνει όλο και πιο δυνατό. Πιο γειωμένο και σίγουρο για τα πράγματα.
Κι όσα δεν τολμάμε να πούμε μας προστατεύουν ή μας κάνουν να υποφέρουμε;
Εξαρτάται. Τι είναι αυτό που δε λέμε και σε ποιον. Το να μην τολμάς καλό δεν σου κάνει σίγουρα. Οι πόνοι πρέπει να εκφράζονται. Από την άλλη μπορεί να αποτελεί προστατευτική στάση απέναντι στον εαυτόν μας το να μη μιλάμε ορισμένες φορές. Καμία φορά ο μόνος διάλογος που πρέπει να γίνεται είναι με τον εαυτό και μόνο.
Υπάρχουν χαρακτηριστικά μας που μένουν αναλλοίωτα στο πέρασμα του χρόνου;
Υποθέτω τα περισσότερα. Σμιλεύονται, δουλεύονται, αλλοιώνονται, ατονούν αλλάζουν, αλλά όσα χρόνια και να περάσουν φαντάζομαι ας πούμε για παράδειγμα οι ηθικές αξίες ενός ανθρώπου πόσο να αλλάξουν. Λες να έχω πρόβλημα με την αδικία στα 30 μου και στα 70 μου να μη με απασχολεί καν ή να έχω πάψει να ενδιαφέρομαι για αυτήν; Απίθανο το βρίσκω.
Σε σένα, αλλάζει ο τρόπος που ερμηνεύεις – αντιμετωπίζεις τα πράγματα όσο μεγαλώνεις;
Βρίσκομαι σε μια εποχή που είμαι ακριβώς πάνω στη Συνειδητοποίηση της αλλαγής αυτής και δε σου κρύβω πως το απολαμβάνω. Παρατηρώ να αφήνω βαρίδια παλιά που με κρατούσαν δέσμιο ή ακόμα να ανακαλύπτω άλλα που δεν έχω αφήσει και να βρίσκομαι στη διαδικασία αυτή του να τα αποχωριστώ. Να είμαι πιο ώριμος και έτοιμος ερμηνευτικά από ότι παλιότερα. Είναι πανέμορφη η ζωή και το ότι το παρατηρώ και είμαι επικεντρωμένος σε αυτό είναι μια μεγάλη αλλαγή για εμένα.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Τι έχεις κερδίσει από τις δουλειές σου τα τελευταία χρόνια;
Καταρχάς την ασφάλεια του να ξέρω που θέλω να είμαι και που όχι. Κατά δεύτερον νομίζω ότι έχω γίνει πιο μαλακός και Επιεικής με το λάθη τα δικά μου και των γύρω μου. Ξέρω τι σημαίνει να εκτίθεσαι και να κρίνεσαι διαρκώς πάνω στη δουλειά μας και αποφεύγω να βγάζω επιπόλαια συμπεράσματα. Είμαι πάντα λάτρης του ταλέντου αλλά αναγνωρίζω και εκτιμώ πλέον τη δύναμη και την αξία της σκληρής δουλειάς.
Τραγούδι. Αν έπρεπε να διαλέξεις ένα μόνο να πάρεις μαζί σου σ ένα ερημονήσι ποιο θα ήταν αυτό.
Ερώτηση μαρτύριο. Μόνο με το πιστόλι στον κρόταφο μπορώ να απαντήσω σε αυτό. Με αυτήν την συνθήκη και μόνο θα πω τη «μπαλάντα της Ιφιγένειας» της Χαρούλας.
Στο ίδιο νησί μπορούσες να πάρεις κι ένα βιβλίο, τι θα επέλεγες;
Κάτι που να με κρατάει σε εγρήγορση κάποιον Νίτσε φαντάζομαι.
Και τέλος αν μπορούσες να ζήσεις στον κόσμο μιας ταινίας ποια θα σκεφτόσουν;
Και αυτή μαρτυρική ερώτηση. Αλλά αν πρέπει να Ζήσω μέσα σε μια ταινία για πάντα αυτή δε θα ήταν ούτε του Νόλαν ούτε το Αρονόφσκι ούτε το Πολάνσκι που λατρεύω. Θα τους άφηνα όλους προκειμένου να ζω για πάντα σαν παιδί μέσα στον ανεπανάληπτο κόσμο του Κάπτεν Χουκ του Σπίλμπεργκ.
Υπάρχει ένα σχέδιο που θα ήθελες να ακολουθήσεις στη ζωή σου πάση θυσία; Ένα πλάνο ζωής-όνειρο που δεν θα στο χαλάσει κανείς;
Να ζήσω στο Πήλιο σε ένα χωριό που δεν λέω και να ανασαίνω παρέα με τα πλατάνια.