Τις προάλλες, στο διάλειμμα της δουλειάς, πήγα να πάρω τον καθιερωμένο αμερικάνο. Στεκόμουν στη σειρά περιμένοντας, όταν η κοπέλα μπροστά μου είπε: «Μπορείτε να μου βάλετε λίγη παραπάνω ζάχαρη; Δεν μου φαίνεται μέτριος, πικρίζει». Και κάπου εκεί άρχισα να αναρωτιέμαι: είναι απλά ο καφές που πικρίζει, ή μήπως έχουμε συνηθίσει τόσο πολύ τη γλυκιά γεύση, που οποιαδήποτε λιγότερη ποσότητα ζάχαρης μας φαίνεται πικρή, σαν σκέτος καφές;
Τότε θυμήθηκα τις δικές μου «μάχες» με τη ζάχαρη. Δεν έχει περάσει και τόσος καιρός, από τότε που δεν μπορούσα να φανταστώ τον καφέ μου χωρίς αυτή την extra γλύκα. Η σχέση μου με τον μέτριο καφέ θύμιζε κάτι από Lorelai στο Gilmore Girls, η αγάπη της για τον καφέ ήταν σχεδόν λατρεία. Και σίγουρα, ήταν εντελώς «κόντρα» στο διάσημο quote «όλα ή τίποτα, μέτριο δεν πίνω ούτε τον καφέ μου». Το να κόψω τη ζάχαρη ήταν ένας μικρός εσωτερικός πόλεμος, μια συνήθεια που δεν ήθελα να αφήσω Μήπως, όμως, αυτή η σχέση μας με τη ζάχαρη δεν είναι τόσο γλυκιά όσο νομίζουμε;
Η παγίδα με τη ζάχαρη είναι πως ξεκινάμε με μια μικρή δόση ευχαρίστησης, αλλά πολύ σύντομα συνειδητοποιούμε ότι έχουμε καταναλώσει πολύ περισσότερη απ’ ότι σχεδιάζαμε. Είναι σαν να παίρνεις μαζί σου την κάρτα που έχεις φυλάξει με τα χρήματα του μεταπτυχιακού σου, λέγοντας στον εαυτό σου «Δε θα τη χρησιμοποιήσω». Αλλά μετά μπαίνεις σε ένα μαγαζί με εκπτώσεις και πώς να αντισταθείς; Κάνεις αγορές, νιώθεις μια γλύκα, ενοχική ικανοποίηση για αυτά τα loafers που τόσο σου έλειπαν για να ολοκληρώσουν το office outfit σου και λίγο αργότερα συνειδητοποιείς πως ξέφυγες από το budget σου.
Πριν το καταλάβεις, έχεις ξεπεράσει τη συνιστώμενη ποσότητα για την ημέρα και τι σημαίνει αυτό;
Υπερβαίνεις τις θερμίδες που χρειάζεσαι, αλλά αυτό σίγουρα δεν είναι το χειρότερο. Όλη αυτή η «κενή» ενέργεια, σε κάνει να χάνεις την ευκαιρία να δώσεις στο σώμα σου τα θρεπτικά συστατικά που πραγματικά του αξίζουν. Σαν να δίνεις χρόνο σε έναν λάθος τύπο, ενώ κάποιος άλλος περιμένει εκεί έξω.
Καθώς απολαμβάνεις εκείνη την πρώτη γουλιά του γαλλικού με σιρόπι καραμέλα ή την πρώτη μπουκιά σοκολάτας, νιώθεις μια χαρά που μοιάζει σχεδόν εθιστική. Και ίσως δεν είναι απλά αίσθηση. Η ζάχαρη, όπως οι κακές σχέσεις, μας κάνει να νιώθουμε καλά, για λίγο. Είναι σαν να παίζεις το ίδιο παιχνίδι κάθε φορά: μια έκρηξη ευχαρίστησης, απελευθέρωση σεροτονίνης και μετά απότομη πτώση, σαν το hangover μετά από ένα πάρτι. Η αποχή από τη ζάχαρη μπορεί να μοιάζει με στέρηση -όχι τυχαία- αφού επηρεάζει τη χημεία του εγκεφάλου μας με τρόπο παρόμοιο με τα ναρκωτικά.
Μιλώντας πρόσφατα με μια φίλη που ασχολείται έντονα με θέματα ισορροπημένης διατροφής και βιολογικών προϊόντων, μου εξομολογήθηκε πως για όλους αυτούς τους λόγους είχε στραφεί στην καστανή ζάχαρη. Της εξήγησα πως στο τέλος της ημέρας, το αν θα επιλέξεις καστανή ή λευκή ζάχαρη είναι περισσότερο θέμα γούστου. Η λευκή ζάχαρη, το κλασικό προϊόν από ζαχαρότευτλα ή ζαχαροκάλαμο, περνά από επεξεργασία που αφαιρεί ανόργανα στοιχεία και τυχόν βρωμιές, αφήνοντας πίσω μόνο τη γλυκιά της γεύση.
Από την άλλη, η καστανή ζάχαρη είναι ουσιαστικά ίδια, απλώς με μια στρώση μελάσας που της δίνει αυτό το χαρακτηριστικό χρώμα και προσθέτει μερικά θρεπτικά στοιχεία όπως ο ψευδάργυρος. Όμως αυτά τα θρεπτικά στοιχεία υπάρχουν σε τόσο μικρές ποσότητες που τελικά δεν κάνουν καμία ουσιαστική διαφορά. Είναι σαν να διαλέγεις ανάμεσα σε ένα φυσικό χρώμα μαλλιών και ένα balayage, η επιλογή εξαρτάται από τι σου ταιριάζει περισσότερο.
Και όπως συμβαίνει πάντα, όταν νομίζεις ότι έχεις βρει τη λύση, εμφανίζεται μια άλλη επιλογή που σου υπόσχεται περισσότερα. Ένα φαινόμενο που παρατηρώ συχνά στον περίγυρο μου είναι η προτίμηση προϊόντων με στέβια, εμφανίζεται σαν το μαγικό γλυκαντικό που σου προσφέρει τη γλυκιά γεύση χωρίς τα αρνητικά της ζάχαρης, μια πραγματική προσφορά από τη νεράιδα του ιδανικού σώματος ή τουλάχιστον έτσι νομίζουμε.
Το ενδιαφέρον είναι ότι η στέβια δεν έρχεται ποτέ μόνη της. Συνήθως συνοδεύεται από άλλα πρόσθετα, όπως η ερυθριτόλη, η δεξτρόζη ή η μαλτοδεξτρίνη -δύσκολες λέξεις, το ξέρω, που θυμίζουν εκείνα τα μαθήματα χημείας στο σχολείο, όπου ο χρόνος περνούσε αργά και βασανιστικά-. Και εδώ είναι που θέλει προσοχή. Κάποια από αυτά τα πρόσθετα έχουν υψηλότερο γλυκαιμικό δείκτη από τη συνηθισμένη ζάχαρη, κάτι που σημαίνει ότι ανεβάζουν τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα πιο γρήγορα. Άλλα, πάλι, μπορεί να προκαλέσουν ανεπιθύμητες παρενέργειες, όπως ναυτία ή γαστρεντερικές ενοχλήσεις.
Παρόλο που η στέβια φαντάζει ως η τέλεια λύση, η αλήθεια είναι πως η ζάχαρη βρίσκει πάντα τρόπο να κρύβεται εκεί που δεν το περιμένεις.
Καθώς κοιτούσα τις ετικέτες των προϊόντων στο σούπερ μάρκετ, σκεφτόμουν πόσο εύκολο είναι να πέσεις στην παγίδα της «κρυμμένης» ζάχαρης. Ξέρεις, είναι λίγο σαν εκείνη τη φίλη μας που στα early 20s της έφτιαξε fake profiles για να τσεκάρει τη ζωή του πρώην χωρίς να καρφωθεί. Ίδιο άτομο, διαφορετικό προφίλ. Έτσι και η ζάχαρη. Μπορεί να μην γράφει ζάχαρη πάνω στο πακέτο, αλλά εκεί θα βρεις συνώνυμες λέξεις όπως: σουκρόζη, γλυκόζη, φρουκτόζη, σιρόπι καλαμποκιού, μαλτόζη, δεξτρόζη και τη λίστα να συνεχίζεται. Ίδια γλύκα, άλλο όνομα.
Και ίσως, στο τέλος της ημέρας, αυτό που όλοι αναζητούμε είναι μια ισορροπία στη ζωή και στις διατροφικές μας συνήθειες. Αν κατάφερα εγώ να αποφύγω τη ζάχαρη στον καφέ μου, τότε μπορείς κι εσύ να της γυρίσεις την πλάτη σε μια καθημερινή σου συνήθεια που την περιλαμβάνεις. Γιατί όλα στη ζωή είναι εξέλιξη και περίοδος προσαρμογής, από το νέο σου πιο εκκεντρικό jacket μέχρι τους γευστικούς σου κάλυκες.